Η εκτίναξη της του ενεργειακού κόστους αφενός επιβαρύνει σημαντικά τη λειτουργία των επιχειρήσεων και αφετέρου εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στην αύξηση της τιμής των οργανωμένων διακοπών.
Σε ένα από τα μείζονα θέματα που ταλανίζουν τους επιχειρηματίες του τουρισμού έχει αναδειχθεί πλέον το υψηλό ενεργειακό κόστος, που πυροδοτεί περαιτέρω η κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς αφενός επιβαρύνει σημαντικά τη λειτουργία των ξενοδοχείων και αφετέρου εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στην αύξηση της τιμής των οργανωμένων διακοπών.
Η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους έχει προκαλέσει έντονο προβληματισμό στους κόλπους της τουριστικής αγοράς, με τους επιχειρηματίες να έρχονται αντιμέτωποι με νέες ανατιμήσεις που αυξάνουν ακόμα περισσότερο το λειτουργικό κόστος των ξενοδοχείων σε μία χρονική περίοδο κατά την οποία οι ίδιοι επιχειρούν να περιορίσουν τις ζημιές που προκάλεσε η πανδημική κρίση και να καλύψουν το χαμένο έδαφος. Όπως εξηγούν επιχειρηματίες του κλάδου, το κόστος της ενέργειας σε κάποιες περιπτώσεις αντιστοιχεί ακόμη και στο 60% του τζίρου ενός ξενοδοχείου, καθιστώντας τη λειτουργία του ασύμφορη.
Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας που παραμένουν ανοιχτά, καθώς, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), κατέγραψαν το 2021 πτώση τζίρου σε ποσοστό 57% σε σχέση με το 2019, έτος-ορόσημο για τις επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού.
Στην ίδια κατεύθυνση, η αύξηση του ενεργειακού κόστους θεωρείται πλέον σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε άνοδο της τιμής των οργανωμένων διακοπών, επιτείνοντας περαιτέρω τον προβληματισμό των ξενοδόχων, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις που εντείνονται εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης ενδέχεται να περιορίσουν το διαθέσιμο εισόδημα των Ευρωπαίων τουριστών, με αποτέλεσμα ο μέσος καταναλωτής να μην μπορέσει να αντεπεξέλθει στο κόστος.
Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι ξενοδόχοι, οι οποίοι στην πλειονότητά τους έχουν συνάψει συμβόλαια με τιμές του 2019, οι επιχειρήσεις δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν το αυξημένο ενεργειακό κόστος, με αποτέλεσμα ένα μέρος του να μετακυληθεί στο τελικό προϊόν. Και μπορεί για την ώρα να μην υπάρχουν ενδείξεις σε επίπεδο κρατήσεων που να θέτουν υπό αμφισβήτηση τη δυναμική μίας «δυνατής» τουριστικής σεζόν για την Ελλάδα, αφού, βάσει των στοιχείων, η ζήτηση παραμένει ισχυρή και οι ελληνικοί προορισμοί διατηρούνται στην κορυφή των προτιμήσεων των Ευρωπαίων ταξιδιωτών, ωστόσο, η μείωση της αγοραστικής δύναμης των Ευρωπαίων καταναλωτών είναι ένας «θεωρητικός», όπως τον χαρακτηρίζουν οι ίδιοι επιχειρηματίες, κίνδυνος που θα μπορούσε να επηρεάσει τελικά τη διάθεση για ταξίδια.
Το ζήτημα της ανόδου του ενεργειακού κόστους έθιξε κατά τη διάρκεια της Διεθνούς Τουριστικής Εκθεσης του Βερολίνου, η οποία πραγματοποιείται φέτος διαδικτυακά, ο Stefan Baumert, διευθύνων σύμβουλος της TUI Γερμανίας, του μεγαλύτερου τουριστικού οργανισμού της Ευρώπης, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι το κόστος των οργανωμένων διακοπών θα αυξηθεί, αλλά όχι όσον αφορά τις κρατήσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί.
Όπως τόνισε, μάλιστα, αυτό το καλοκαίρι θα υπάρξουν λιγότερες προσφορές, ιδιαίτερα όσον αφορά τις κρατήσεις τελευταίας στιγμής, με δεδομένο ότι η αύξηση του ενεργειακού κόστους θα επιβαρύνει το καθημερινό κόστος των διακοπών.
Πάντως, στην κατεύθυνση μείωσης του ενεργειακού κόστους των επιχειρήσεών τους, οι ξενοδόχοι χαρακτηρίζουν αναγκαία την επίσπευση της διαδικασίας έκδοσης του προγράμματος «Εξοικονομώ» προκειμένου οι επιχειρήσεις να μπορέσουν να αναβαθμίσουν ενεργειακά τις εγκαταστάσεις τους.
Πηγή euro2day.gr