Ισχυρές πιέσεις για νέο «άνοιγμα» του Ασφαλιστικού με επώδυνα μέτρα για όσους συνταξιοδοτούνται προ του 62ου έτους της ηλικίας τους δέχεται η κυβέρνηση από τους δανειστές στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων στο Brussels Group, ενώ σίγουρες θεωρούνται οι ενοποιήσεις Ταμείων και η δημιουργία «κουμπαρά» για τη στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος. Το άνοιγμα του Ασφαλιστικού με θέματα όπως οι πρόωρες συντάξεις, η 13η σύνταξη (η οποία μετά το βέτο των δανειστών πιθανότατα θα αφορά λιγότερους ασφαλισμένους και θα είναι μικρότερη του αναμενομένου) και η εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά αλλά και του νόμου Λοβέρδου – Κουτρουμάνη στα ταμεία κύριας ασφάλισης αποτελούν από κοινού με το Εργασιακό τα «αγκάθια» της διαπραγμάτευσης. Υπενθυμίζεται ότι η 13η σύνταξη θα καταβαλλόταν τα Χριστούγεννα σε συνταξιούχους με αποδοχές έως 700 ευρώ το μήνα.
Σταδιακή αύξηση
Το θέμα της περικοπής των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων έχει τεθεί ανοιχτά στο τραπέζι των συζητήσεων, παρά τις δηλώσεις αρμοδίων κυβερνητικών παραγόντων περί του αντιθέτου. Σημειωτέον ότι από το 2012 τα γενικά όρια συνταξιοδότησης έχουν προσδιοριστεί στο 67ο έτος με τουλάχιστον 15 έτη ασφάλισης ή στο 62ο έτος με 40 έτη ασφάλισης. Ωστόσο κατηγορίες ασφαλισμένων διατηρούν σε ισχύ μεταβατικές διατάξεις πρόωρης συνταξιοδότησης.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν θα δεχθεί οποιαδήποτε παρέμβαση που να θίγει όχι μόνο τα θεμελιωμένα αλλά και τα ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα και επικεντρώνει τις συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο όπου θα μπορούσε να δεχθεί σταδιακή αύξηση των ενδιάμεσων ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης από το 2020 ως και το 2025.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών ζητούν ακόμη μετ’ επιτάσεως την εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία, ενώ θέτουν ακόμη και την ανάγκη για λήψη αντίστοιχων μέτρων στα ταμεία κύριας ασφάλισης, όπου επιμένουν στην εφαρμογή του νέου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων από τις αρχές του 2015. Η κυβέρνηση παραμένει αρνητική και επιμένει στην κατάργηση των ρυθμίσεων αυτών.
«Μετατίθεται»
Πάντως, σύμφωνα με την ερμηνεία της τελευταίας κοινής δήλωσης του πρωθυπουργού κ. Αλ. Τσίπρα και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, η «κόκκινη γραμμή» της κυβέρνησης στο Ασφαλιστικό φαίνεται να «μετατίθεται» από το «δεν θα γίνει καμία μείωση συντάξεων» στο «αποφυγή της φτώχειας της τρίτης ηλικίας». Στη δήλωση γίνεται αναφορά στη «σημασία των μεταρρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος ούτως ώστε να καταστεί δίκαιο, δημοσιονομικά βιώσιμο και αποτελεσματικό στην κατεύθυνση αποφυγής της φτώχειας της τρίτης ηλικίας».
Στο τραπέζι των συζητήσεων τίθενται και οι ενοποιήσεις Ταμείων έτσι ώστε να επιτευχθούν εσωτερικές οικονομίες στο σύστημα, η λήψη μέτρων περιορισμού της εισφοροδιαφυγής και η αναζήτηση νέων πόρων χρηματοδότησης του συστήματος με τη δημιουργία «κουμπαρά» στον οποίο θα εισρέουν πόροι από διάφορες πηγές. Πρόκειται για το λεγόμενο Ταμείο Εθνικού Πλούτου στο οποίο θα κατευθυνθούν έσοδα από την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας. Επίσης σχεδιάζεται η χρηματοδότησή του από έσοδα από την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.
Χάσμα χωρίζει την κυβέρνηση και τους δανειστές της χώρας στα εργασιακά και η πιθανότητα γεφύρωσής του ώστε να φτάσουμε σε συμφωνία φαντάζει εξαιρετικά δύσκολη.
Το «πάγωμα» ή ακόμη και η απόσυρση του νομοσχεδίου για την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και των συλλογικών συμβάσεων στην προ των μνημονίων εποχή αποτελεί το βασικό αγκάθι στις διαπραγματεύσεις.
Οι εκπρόσωποι των θεσμών επιμένουν στη θέση τους, ενώ η κυβέρνηση διά του υπουργού Εργασίας κ. Π. Σκουρλέτη αλλά και του κυβερνητικού εκπροσώπου κ. Γ. Σακελλαρίδη επαναλαμβάνει τη θέση ότι τα θέματα αυτά αποτελούν την κυβερνητική «κόκκινη γραμμή».
Ζητείται φόρμουλα
Ωστόσο η κυβέρνηση αναζητεί μια φόρμουλα που θα ξεμπλοκάρει τη διαδικασία αλλά και δεν θα την εκθέτει. Ετσι ενδέχεται η «λύση» να αναζητηθεί μέσω της υποχώρησης των δανειστών στο θέμα των ομαδικών απολύσεων και της καθυστέρησης από την ελληνική πλευρά της κατάθεσης του νομοσχεδίου για τον κατώτατο μισθό παραπέμποντας το θέμα αυτό στη διαπραγμάτευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.
Ηδη το σχετικό νομοσχέδιο βρίσκεται στην ΟΚΕ, όπου οι εκπρόσωποι εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων διατυπώνουν τις απόψεις τους. Οι πρώτες καταγραφές «δείχνουν διάσταση απόψεων» σε θέματα όπως το ξεπάγωμα των τριετιών – πολυετιών αλλά και η νέα λειτουργία του ΟΜΕΔ.
Ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα για τους δανειστές αφορά τον χρόνο εντός του οποίου προβλέπει το νομοσχέδιο να επανέλθει ο κατώτατος μισθός στα 751 ευρώ. Δηλαδή, δεν αποδέχονται το ύψος αυτό να ισχύσει ως το 2016.
Ενδεικτική της ανάγκης «καθυστέρησης» της επαναφοράς του κατώτατου μισθού είναι η κοινή δήλωση του πρωθυπουργού κ. Αλ. Τσίπρα και του κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, η οποία αναφέρεται επί λέξει «στην ανάγκη οι μισθολογικές εξελίξεις και οι θεσμοί της αγοράς εργασίας να διαδραματίσουν έναν υποστηρικτικό ρόλο στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην ανταγωνιστικότητα και στην κοινωνική συνοχή».