• Ανά έτος καταγράφεται αύξηση 20% μόνο στα συνταγογραφούμενα
Εντονο προβληματισμό προκαλούν τα στοιχεία που φέρνει σήμερα στο φως της δημοσιότητας η «δημοκρατική» σχετικά με τις πωλήσεις ψυχοφαρμάκων στα Δωδεκάνησα που καταγράφουν κατακόρυφη άνοδο!
Ειδικότερα από το 2021 μέχρι και σήμερα καταγράφεται αύξηση 40% (!) ενώ ανά έτος καταγράφεται αύξηση 20% και μόνο για τα συνταγογραφούμενα.
Ακόμα πιο συνταρακτικό είναι το γεγονός πως το 2021 οι πωλήσεις ψυχοφαρμάκων κατέγραφαν ήδη αύξηση 50% σε σχέση με το 2020!
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου κ. Νίκο Φουτούλη, ακόμα μεγαλύτερη είναι η αύξηση στα μη συνταγογραφούμενα αγχολυτικά σκευάσματα, γεγονός που προκαλεί ανησυχία.
Σε αυτό, συνετέλεσε σημαντικά και η περίοδος της πανδημίας η οποία άφησε ισχυρό αποτύπωμα στην ψυχική υγεία των Δωδεκανησίων.
Άνθρωποι που ήρθαν αντιμέτωποι με τον εγκλεισμό και την ανεργία λόγω των περιοριστικών μέτρων στην περίοδο της πανδημίας, ανέπτυξαν έντονο στρες και ψυχολογικά προβλήματα, ενώ λόγω των ξαφνικών αλλαγών στο τρόπο της ζωής τους αντιμετώπισαν αδυναμία ικανοποιητικής κάλυψης των ψυχολογικών αναγκών. Τα Δωδεκάνησα, δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν εξαίρεση.
Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός πως η αύξηση αυτή στην πώληση και χρήση ψυχοφαρμάκων, έρχεται έπειτα από μια κατακόρυφη αύξηση που προηγήθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Η χρήση των φαρμάκων αυτών σε ορισμένες περιπτώσεις από το 2013 έως το 2019, καταγράφεται αύξηση που φτάνει ακόμα το 70%!
Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός πως η αυξητική τάση που καταγράφεται κάθε χρόνο στα Δωδεκάνησα, δημιουργεί έντονο προβληματισμό καθώς ποτέ στο παρελθόν, τα ήδη υψηλά ποσοστά στη χρήση ψυχοφαρμάκων αυξάνονται κάθε χρόνο περίπου κατά 20% (!).
Τα σκευάσματα που παρουσιάζουν αυξανόμενη ζήτηση είναι τα αγχολυτικά, τα ηρεμιστικά, τα αντικαταθλιπτικά και τα υπνωτικά.
Γυναίκες και άνδρες, χωρίς διάκριση στην ηλικία, την κοινωνική τάξη ή το μορφωτικό επίπεδο επιλέγουν τα λεγόμενα «χάπια της χαράς», με το μεγαλύτερο βάρος των πωλήσεων να πέφτει στη Ρόδο, σε σχέση με τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, λόγω και του μεγαλύτερου πληθυσμού.
Παράλληλα κατακόρυφη αύξηση παρουσιάζουν οι πωλήσεις αγχολυτικών σκευασμάτων, που δεν χρειάζονται συνταγογράφηση τα οποία διατίθενται τόσο από τα φαρμακεία όσο και μέσω του διαδικτύου και που αποτελούν, το τελευταίο βήμα, πριν την επίσκεψη σε γιατρό, για την αντιμετώπιση του άγχους, του στρες και της αϋπνίας.
Μάλιστα οι φαρμακευτικές εταιρείες, ανταποκρινόμενες στην αυξημένη ζήτηση, διαθέτουν όλο και περισσότερα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, που κυκλοφορούν σε διάφορες μορφές, χάπια, σιρόπια, κάψουλες. Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα έχουν ανοδική πορεία, που όπως διαφαίνεται θα συνεχιστεί και στο μέλλον, γι’ αυτό και η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται πλέον ως η νόσος της εποχής.
Μέχρι και πριν από μερικά χρόνια, η χρήση ψυχοφαρμάκων, θεωρούνταν ταμπού και στην περιοχή μας, όμως οι ειδικοί επισημαίνουν πως η ψυχική υγεία των ανθρώπων έχει κλονιστεί σε τέτοιο σημείο που αναζητούν τρόπους αντιμετώπισης το συντομότερο δυνατόν, καθώς το βάρος των προβλημάτων έχει λυγίσει τις αντοχές τους.
Οι διαδοχικές κρίσεις -οικονομική και πανδημική – των περασμένων ετών εισήγαγαν στην καθημερινότητά μας μία σειρά από καινά δαιμόνια. Ιδίως η τελευταία, άφησε μία σειρά από συνήθειες. Η χρήση μάσκας σε δημόσιους χώρους, για παράδειγμα, είναι μία από αυτές τις συνήθειες, με θετικό αντίκτυπο τόσο για το άτομο όσο και για το σύνολο. Η χρήση αγχολυτικών, από την άλλη, βοήθησε χιλιάδες συνανθρώπους μας να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που δημιούργησαν οι πρωτόγνωρες συνθήκες.
Οι ειδικοί της ψυχικής υγείας πάντως για σκευάσματα όπως το XANAX που χρησιμοποιείται πλέον ευρέως, υποστηρίζουν «καλό είναι η χορήγησή του να σταματά στους δύο μήνες από την πρώτη εισαγωγή στον οργανισμό».
Το πρόβλημα, ωστόσο, έγκειται στο ό,τι με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσεται ανοχή και εθισμός στην ουσία. «Αν παρέλθει τρίμηνο χρήσης, είναι δύσκολο να τερματιστεί», υποστηρίζουν.
Την ίδια ώρα και παρά την οικονομική κρίση, οι τακτικές επισκέψεις σε ψυχολόγους, είναι κάτι που έχει περάσει στη συνείδηση των Ροδιτών, αφού η πίεση από τα προβλήματα της καθημερινότητας αυξάνεται συνεχώς, «δοκιμάζοντας» προσωπικές και επαγγελματικές σχέσεις.