Στο στόχαστρο των ελεγκτών της ΑΑΔΕ βρίσκονται χιλιάδες φορολογικές υποθέσεις οι οποίες παραγράφονται την 31η Δεκεμβρίου 2024. Με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ έχουν ξεκινήσει να εξετάζουν υποθέσεις οι οποίες έχουν μεγαλύτερο φορολογικό ενδιαφέρον από όπως προκύπτει από την εξέταση των τραπεζικών λογαριασμών των ελεγχόμενων, καθώς και από το ιστορικό παραβατικότητας που τυχόν έχει καταγραφεί στον «φάκελό» τους στην εφορία. Στο επίκεντρο βρίσκονται οι υποθέσεις που παραγράφονται στα τέλη του 2018, καθώς συμπληρώνεται η πενταετία, που είναι η βασική περίοδος, εντός της οποίας οι φορολογικές αρχές μπορούν να καταλογίσουν φόρους. Με διάταξη που έχει ψηφίσει το Υπουργείο Οικονομικών το διάστημα της παραγραφής εκκινεί από την ημερομηνία κοινοποίησης της οικείας πράξης στο φορολογούμενο αντί της έκδοσης αυτής όπως ίσχυε μέχρι πρόσφατα.
Οι παραγραφές
Οι υποθέσεις που παραγράφονται στις 31 Δεκεμβρίου 2024 είναι οι ακόλουθες:
Οι υποθέσεις του φορολογικού έτους 2018 (φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ), για τις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις ή για τις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις το αργότερο μέχρι τις 31-12-2023. Οι συγκεκριμένες υποθέσεις υπάγονται στον κανόνα της 5ετούς παραγραφής.
Οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση 2016, αλλά οι επιτηδευματίες «ξέχασαν» να υποβάλουν έγκαιρα φορολογικές δηλώσεις και τις υπέβαλαν εντός του 2022.
Οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ της χρήσης του 2013, για τις οποίες προέκυψαν «συμπληρωματικά» στοιχεία
Οι υποθέσεις ΦΠΑ της φορολογικής χρήσης του έτους 2013 για τις οποίες δεν υποβλήθηκε εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ.
Οι υποθέσεις του έτους 2008.Στις περιπτώσεις που για κάποιο έτος δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής είναι 15ετής.
Η πενταετία
Σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, και μετά τις αλλαγές που έγιναν την άνοιξη, προβλέπεται ότι η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε κοινοποίηση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εντός πέντε ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης.
Όμως, η ΑΑΔΕ μπορεί να ελέγξει και παλαιότερες υποθέσεις, με τον χρόνο της παραγραφής να εκτείνεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Εάν, εντός του πέμπτου έτους της προθεσμίας παραγραφής, υποβάλλεται αρχική ή τροποποιητική δήλωση ή περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία σε υπόθεση που έχει διενεργηθεί πλήρης έλεγχος ή σε κάθε άλλη περίπτωση περιέρχονται σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης πληροφορίες από οποιαδήποτε πηγή εκτός της Φορολογικής Διοίκησης, από τις οποίες προκύπτει φορολογική οφειλή και μόνο για το ζήτημα στο οποίο αφορούν, για περίοδο ενός έτους από τη λήξη της πενταετίας.
Εάν ζητηθούν πληροφορίες από χώρα της αλλοδαπής, μέχρι την παραλαβή τους και για ένα έτος από αυτήν και μόνο για το ζήτημα, στο οποίο αφορά το αίτημα παροχής πληροφοριών.
Εάν ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή, ένδικο βοήθημα ή μέσο, για περίοδο ενός έτους μετά την έκδοση απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής ή την κοινοποίηση στη Φορολογική Διοίκηση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, και μόνο για το ζήτημα, το οποίο αφορά.
Για όσο διάστημα διαρκεί η προθεσμία υποβολής αιτήματος Διαδικασίας Αμοιβαίου Διακανονισμού , καθώς επίσης και εφόσον υποβληθεί τέτοιο αίτημα, για όσο χρόνο διαρκεί η Δ.Α.Δ.. Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης Αμοιβαίου Διακανονισμού, παρατείνεται για ένα έτος μετά την έκδοση της απόφασης η περίοδος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να προβεί σε κοινοποίηση πράξης διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου με έρεισμα την απόφαση αυτή και αποκλειστικά με σκοπό τη συμμόρφωση με αυτήν,
Για όσο διάστημα απαιτηθεί για την εξέταση καταγγελίας ή αναφοράς που αφορά σε φορολογική υπόθεση, προσαυξημένο κατά ένα έτος από την περιέλευση στην αρμόδια ελεγκτική Υπηρεσία της σχετικής πορισματικής έκθεσης και μόνο για το ζήτημα στο οποίο αφορά, εφόσον διαπιστωθεί ότι η μη ενάσκηση του δικαιώματος για διενέργεια ελέγχου ή για έκδοση καταλογιστικής πράξης, έστω και κατά ένα μέρος, οφείλεται σε σύμπραξη του φορολογουμένου με υπάλληλο της ελεγκτικής αρχής.
Πηγή: imerisia.gr