Τι συμβαίνει με τις τουριστικές επιχειρήσεις; Γιατί οι ξενοδοχειακές μονάδες δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες, παρά το γεγονός ότι ο κλάδος την τελευταία 6ετία κινείται από ρεκόρ σε ρεκόρ τουριστικής κίνησης;
Στο διάστημα 2009 – 2015 ο αριθμός των τουριστών που επισκέφθηκαν τη χώρα μας αυξήθηκε κατά 11 εκατομμύρια άτομα (+73%) ενώ τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 4,1 δισ. ευρώ (+39%), νούμερο εντυπωσιακό δεδομένου ότι στο ίδιο διάστημα η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε περίπου κατά 25%.
Ωστόσο, παρά την ισχυρή αύξηση των εσόδων, οι επιδόσεις του κλάδου είναι φτωχές. Το 2013 (που ήταν επίσης έτος ρεκόρ) ο κλάδος των ξενοδοχείων παρουσίασε ζημίες ενώ το 2014 τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν στα 150 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, το 40% των δανείων που έχουν λάβει από τράπεζες δεν εξυπηρετείται. Τραπεζικά στελέχη υπογραμμίζουν στην «Κ» ότι οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις έχουν λάβει συνολικά δάνεια ύψους 7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,8 δισ. ευρώ δεν εξυπηρετούνται.
Πού οφείλεται αυτό το παράδοξο; Και τι θα συνέβαινε στον κλάδο αν η τελευταία 5ετία, αντί για την εκρηκτική άνοδο που παρουσιάζει, ήταν στάσιμη ή πτωτική;
Σύμφωνα με αναλυτές, θα περίμενε κανείς πολύ καλύτερες επιδόσεις, δεδομένου μάλιστα ότι ένα μεγάλο μέρος των υποδομών (ανέγερση μονάδων κ.ά.) έχει χρηματοδοτηθεί με κρατικές επιδοτήσεις. Οπως εκτιμούν οι ίδιοι, η αρνητική εικόνα των επιδόσεων του κλάδου οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων όπως στην κακοδιαχείριση, στην υπερχρέωση μονάδων, σε ανορθόδοξες πρακτικές για να μην εμφανίζουν κέρδη (και επιβαρύνονται με πρόσθετους φόρους) αλλά και στη σημαντική πτώση του εσωτερικού τουρισμού. Η εικόνα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων εν πολλοίς αντανακλά το γενικότερο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της χώρας, όπου ακόμα και κλάδοι όπου η Ελλάδα διατηρεί μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα, εξαιτίας της αναποτελεσματικής διοίκησης, του υπερδανεισμού κ.ά., δεν κατορθώνουν να λειτουργούν αποδοτικά. Δεν είναι τυχαίο ότι και άλλοι κλάδοι, όπου θεωρητικά διαθέτουμε μεγάλο πλεονέκτημα, όπως οι ιχθυοκαλλιέργειες, επίσης βουλιάζουν υπό το βάρος της υπερχρέωσης και της κακοδιαχείρισης.
Πρόκειται για εξαιρετικά κομβικό ζήτημα καθώς, αν η χώρα δεν μπορεί να αξιοποιεί αποδοτικά επιχειρηματικούς τομείς που παρουσιάζουν έντονη εξωστρέφεια και διαθέτουν μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα, πώς θα πραγματοποιηθεί η μετάβαση της οικονομίας σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο;
Σύμφωνα με παράγοντες του τουριστικού τομέα, αν και σίγουρα υπάρχουν περιπτώσεις κακοδιαχείρισης και άλλες κακές πρακτικές, ωστόσο το πρόβλημα της υπερχρέωσης και των υψηλών ζημιών αφορά έναν μικρό αριθμό ξενοδοχειακών ομίλων, που επιβαρύνουν δυσανάλογα τη συνολική εικόνα. Από τις 9.700 ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, περίπου 30 μεγάλοι όμιλοι είναι υπεύθυνοι για περισσότερα από τα μισά «κόκκινα» δάνεια. Στους ομίλους αυτούς αντιστοιχεί το 1,8 δισ. ευρώ των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε σύνολο 2,8 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων, δηλαδή το 65%. Δίχως αυτούς τους υπερχρεωμένους ομίλους, που επιβαρύνουν δυσανάλογα την εικόνα του κλάδου -τονίζουν-, τα μη εξυπηρετούμενα θα ήταν κάτω του 20% του συνόλου. Σημειώνουν επίσης ότι το πρόβλημα της υπερχρέωσης πολλών μονάδων είναι παλαιότερο της κρίσης του 2009 και σημειώνουν ότι το τραπεζικό σύστημα φέρει σημαντικές ευθύνες καθώς διοχέτευε συστηματικά δάνεια σε μη αποδοτικές επιχειρήσεις, χωρίς να τηρούνται τραπεζικά κριτήρια, ενθαρρύνοντας έμμεσα την κακοδιαχείριση και άλλες ανορθόδοξες πρακτικές.
Καθημερινή