Tην παρέμβαση των βουλευτών της Δωδεκανήσου καθώς και της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου ζητά με επιστολή η διοίκηση της Ένωσης Ξενοδόχων Πάτμου καθώς υπάρχουν προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Στην επιστολή γίνεται ιδιαίτερη αναφορά και στην αύξηση των τελών που επιβάλλονται. Στην επιστολή αναφέρονται τα εξής:
Τα μέλη της Ένωσης Ξενοδόχων Πάτμου κατά την Γενική μας Συνέλευση στις 02-10-2024, αποφασίσαμε να σας αποστείλουμε την παρούσα ενημερωτική επιστολή στα πλαίσια της συνεργασίας μας , επί των παρακάτω θεμάτων που μας προβληματίζουν και να παρακαλέσουμε την έμπρακτη παρέμβαση σας για την ικανοποίηση των εύλογων και δίκαιων αιτημάτων μας. Τα θέματα αυτά είναι :
1-Αύξηση τέλους κλιματικής κρίσης και τέλους διαμονής παρεδημούντων
Εξ αρχής είχαμε δηλώσει την αντίθεσή μας στην νομοθέτηση του τέλους ανθεκτικότητας στη κλιματική κρίση και αυτό επειδή έπρεπε να αφορά το σύνολο των επιχειρήσεων τουρισμού και όχι μόνο επιλεκτικά τα ξενοδοχεία. Πριν ένα χρόνο έγινε δεύτερη αύξηση του τέλους αυτού και τώρα κατατέθηκε σχέδιο νόμου για τρίτη αύξηση!!!.
Ομοίως είμαστε αντίθετοι και στις αλλαγές που επέρχονται στο τέλους διαμονής παρεπιδημούντων, το οποίο νομοθετήθηκε το 1973 για να καλύψει δαπάνες καθαριότητος και φωτισμού ή ανάγκες εκτελέσεως έργων που τυχόν προκαλούνταν σε δήμους εξαιτίας της τουριστικής κίνησης. Σύμφωνα με σχετικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, αυτό αυξάνεται κατά 50%, τα δε έσοδα που θα εισπράττονται θα προορίζονται πλέον για τη κάλυψη των πάσης φύσεως δαπανών!! των Δήμων και όχι σε έργα τουριστικής υποδομής των Δήμων, που είναι το ορθό.
Τα τέλη αυτά αυξάνουν την τιμή διαμονής στα ξενοδοχεία, κάνοντας τους μεμονωμένους Έλληνες και ξένους πελάτες μας, αλλά και τους Tour perators δικαίως να δυσανασχετήσουν .
Πλήττεται η ανταγωνιστικότητα του Ελληνικού Τουρισμού και η χώρα μας κινδυνεύει να μετατραπεί σε έναν από τους ακριβότερους προορισμούς, με κίνδυνο οι γείτονές μας διεκδικητές της πίτας των ευρωπαϊκών τουριστικών προορισμών να καραδοκούν;
Διερωτόμαστε, λοιπόν , για πιο λόγο με την μονομερή αυτή εισπρακτική πολιτική τα ξενοδοχεία επιβαρύνονται με τα συγκεκριμένα τέλη και όχι όλοι οι κλάδοι τις οικονομίας;
Γιατί θα πρέπει ,για μια ακόμη φορά, τα ξενοδοχεία που κράτησαν όρθια την οικονομία της χώρας μας στην περίοδο της οικονομικής κρίσης και πανδημίας, καλούνται μόνο αυτά, να πληρώσουν ξανά και ξανά το μάρμαρο των κυβερνητικών αποφάσεων .
2.Βραχυχρόνιες μισθώσεις.
Η βραχυχρόνια μίσθωση ανθεί και βασιλεύει σε όλη την Ελλάδα, λειτουργώντας εις βάρος των ξενοδοχείων. Μας προβληματίζει η μέχρι σήμερα αδικαιολόγητη άρνηση της Κυβέρνησης να ρυθμίσει το πλαίσιο λειτουργίας της βραχυχρόνιας μίσθωσης που δραστηριοποιείται ανεξέλεγκτα και χωρίς κανόνες, περιορισμούς ή ελέγχους. Δεν μπορεί να γίνει κατανοητή η υπερπροστασία που παρέχεται στη δραστηριότητα της βραχυχρόνιας μίσθωσης, σε αντίθεση με τη συνεχώς διογκούμενη επιβάρυνση των νομίμως λειτουργούντων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Ζητάμε την ίση αντιμετώπιση όλων των μορφών φιλοξενίας, καθώς η ασυμμετρία αυτή έχει προκαλέσει αθέμιτο ανταγωνισμό σε βάρος των νόμιμα αδειοδοτημένων επιχειρήσεών μας.
Υπόψη ότι μέχρι σήμερα οι κλίνες των ξενοδοχείων ανέρχονται σε 887.748 και από την άλλη πλευρά, η βραχυχρόνια μίσθωση που ξεκίνησε τη δραστηριότητα της το έτος 2014 έφθασε τον Ιούλιο του 2024 να αριθμεί 1.020.996 κλίνες, δηλαδή 133.248 κλίνες πάνω από τις ξενοδοχειακές .
Αναρωτιέται επομένως κάποιος, πώς γίνεται οι 880.000 κλίνες των ξενοδοχείων να προσφέρουν 10 Δις στο ΑΕΠ και εργασία σε 225,000 εργαζόμενους και οι 1.000.000 κλίνες των ARBNB μόλις 1 Δις και η Κυβέρνηση να ανέχεται αυτή την κατάσταση.
Πέραν αυτών οι βραχυπρόθεσμες μισθώσεις περιορίζουν το απόθεμα των ακινήτων για την μακροχρόνια μίσθωση, αυξάνουν το κόστος στέγασης και εκτοπίζουν τους ενδιαφερόμενους ενοικιαστές. Είναι αναγκαίο επομένως να περιοριστεί η δραστηριότητας της τους μήνες Ιούνιο-Ιούλιο & Αύγουστο, ώστε να ενισχυθεί η μακροχρόνια μίσθωση τους υπόλοιπους μήνες.
3-Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας
Πιστεύουμε ότι η φύση της δουλειάς των ξενοδοχείων είναι τόσο περίπλοκη που προδήλως δεν μπορεί να εφαρμοστεί το μέτρο της ψηφιακής κάρτας. Τα ξενοδοχεία είναι ανοικτά και λειτουργούν 24 ώρες , επί 7 ημέρες , επί 6 μήνες με υπερωρίες , καθημερινές αλλαγές, με 4ωρες ή άλλες ωριαίες συμβάσεις , με ΡΕΠΟς που τα παίρνουν τους χειμερινούς μήνες κλπ , το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να έχουμε και 3 άτομα προσωπικό ένα σε κάθε βάρδια για να ελέγχουν και να καταγράφουν όλα τα αναγκαία διαδικαστικά με τα ωράρια των εργαζομένων.
Διαισθανόμαστε ότι η συγκεκριμένη εφαρμογή λόγω του ότι δεν λαμβάνει υπόψη την ιδιορρυθμία της λειτουργίας των ξενοδοχείων, θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που θέλει να θεραπεύσει. Πρέπει να λάβετε υπόψη σας πως η πλειοψηφία των ξενοδοχείων στο νησί μας είναι μικρές μονάδες, χωρίς οργανωμένα λογιστήρια και γραφεία προσωπικού και θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα. Θα είναι ένας γ
ραφειοκρατικός πονοκέφαλος για τους ξενοδόχους και φοβόμαστε ότι τα πρόστιμα θα πέφτουν βροχή.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει η υποχρεωτική εφαρμογή της κάρτας εργασίας να αρχίσει από τη λήξη της επόμενης τουριστικής περιόδου, ώστε τα ξενοδοχεία μας που τώρα διακόπτουν τη λειτουργία τους να έχουν τη δυνατότητα κατά τη διάρκεια της επόμενης σαιζόν να έχουν χρόνο να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
4- Νέα προγράμματα ΕΣΠΑ
Τα 7.500 μικρομεσαία ξενοδοχεία 1, 2, 3 αστέρων, που κανείς Αναπτυξιακός νόμος από το 2001 δεν μερίμνησε να τα εντάξει στα επιδοτούμενα προγράμματα, αναμένουν νέα προγράμματα του ΕΣΠΑ για την υποβολή των επενδυτικών τους σχεδίων και νέες προκηρύξεις του Αναπτυξιακού Νόμου που να καλύπτουν και τις 5 επιλέξιμες δαπάνες.
Υπόψη ότι για το πρόγραμμα ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ – ΕΠΙΧΕΙΡΩ, το πρώτο επιδοτούμενο πρόγραμμα για ξενοδοχεία 1,2,3 αστέρων που ψηφίστηκε το 2022 , δεν έχουν ακόμα εκδοθεί εγκριτικές αποφάσεις.
Για όλους αυτούς τους λόγους ζητάμε από Σας τους εκπροσώπους του Ελληνικού Κοινοβουλίου από τα Δωδεκάνησα, την έμπρακτη παρέμβαση σας κατά την διαβούλευση και ψήφιση των εν λόγω θεμάτων. Η Κυβέρνηση οφείλει να δείξει σαφή και έμπρακτη αναγνώριση στο ξενοδοχειακό κλάδο που στηρίζει την Ελληνική οικονομία.