Ειδήσεις

Γιάννης Ρέτσος: Χάνουμε πολλά λεφτά από την μικρή τουριστική περίοδο

Μεγάλο έλλειμμα στις Δημόσιες επενδύσεις – Καμία κυβέρνηση δεν είδε τον τουρισμό ως αντίπαλο – Όλο το παρασκήνιο των συζητήσεων με την τρόικα

Η χώρα σηκώνει πολλούς παραπάνω τουρίστες, επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος διευκρινίζοντας ότι αυτό εξαρτάται από το πως θα διαχειριστούμε τους προορισμούς και θα βελτιώσουμε τις υποδομές, στις οποίες ειδικά στις Δημόσιες διαπιστώνει σημαντικό έλλειμμα,

Μιλώντας στο 12ο επεισόδιο του Podcast ΒΑΒΕΛ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, αναγνωρίζει ότι λόγω του μικρού χρονικού διαστήματος της τουριστικής κίνησης η ελληνική οικονομία χάνει πολλά λεφτά, επισημαίνει τις προοπτικές ανάπτυξης του τουρισμού πόλης, εκφράζει ωστόσο και τον προβληματισμό του αν οι άνθρωποι του τουρισμού επιθυμούν την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου ή αρκούνται στην σκληρή δουλειά ορισμένους ωστόσο μήνες του έτους.

Ο Γιάννης Ρέτσος πρόσθεσε ότι θεωρεί επιτυχία αν ο τουρισμός διατηρηθεί ως συνεισφορά στην οικονομία στο 20% του ΑΕΠ, αλλά σε ένα ΑΕΠ το οποίο να είναι 50% μεγαλύτερο από ότι είναι σήμερα. Επισήμανε ότι, καμία κυβέρνηση δεν είδε τον τουρισμό ως αντίπαλο και όλοι αποφάσισαν να τον αφήσουν έξω από την από την πολιτική αντιπαράθεση, διότι κατάλαβαν ότι έχουνε μόνο κέρδος από αυτή τη δραστηριότητα.

Σχολιάζει τους πολιτικούς που ενδιαφέρθηκαν για τον τουρισμό μεταξύ των οποίων τον σημερινό πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, τους πρώην πρωθυπουργούς Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Αντώνη Σαμαρά αλλά και την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ.

Εκφράζει την εκτιμησή του για το τι είδους και με ποιες αρμοδιότητες πρέπει να έχουμε υπουργείο Τουρισμού. Θυμάται πως ο ΣΕΤΕ εξελίχτηκε σε ισχυρός κοινωνικός ετέρος, καθώς και τα πρώτα δικά του προσωπικά βήματα στα συνδικαλιστικά του κλάδου κάνοντας ιδιαίτερη μνεία σε καταστάσεις που βίωσε.

Τέλος αποκαλύπτει όλο το παρασκήνιο των συζητήσεων και επαφών του ΣΕΤΕ με την τρόικα την περίοδο των μνημονίων, τονίζοντας ότι «πιστεύαμε ότι υποδεικνύοντας σε ότι είχε να κάνει το δικό μας τομέα, τα κακώς κείμενα, πράγματα τα οποία ήταν βαρίδια και αποτελούσαν στρεβλώσεις για την δραστηριότητά μας, αλλά και προτάσεις και λύσεις για το πώς μπορεί ο τουρισμός να αποτελέσει επενδυτικό πόλο και πώς ενδεχομένως, μειώνοντας τη γραφειοκρατία μπορούσες να προσελκύσεις περισσότερες επενδύσεις και από την Ελλάδα, αλλά και από το εξωτερικό πηγαίναμε πάντα με τεκμηριωμένες προτάσεις το οποίο νομίζω ότι αυτό γινόταν δεκτό πάρα πολύ θετικά».

Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Γιάννη Ρέτσου στο Podcast ΒΑΒΕΛ και τον Νίκο Φιλιππίδη
ΝΦ: Βρισκόμαστε στο κέντρο της Αθήνας, στο γραφείο του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, του κυρίου Γιάννη Ρέτσου, ενός επιχειρηματία ο οποίος τρέχει μία από τις σημαντικές ξενοδοχειακές αλυσίδες της χώρας και ηγείται βέβαια, και του κορυφαίου οργάνου των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων. Γεια σας κύριε Ρέτσο.
ΓΡ: Γεια σας κύριε Φιλιππίδη, καλή χρονιά!

ΝΦ: Καλωσήρθατε στο podcast Βαβέλ, καλή χρονιά και σε εσάς. Θα ξεκινήσω, θα πάμε λίγο πίσω. Πότε μπήκατε στον τουρισμό;
ΓΡ: Άρα δεν πάμε λίγο πίσω, πάμε αρκετά πίσω. Ουσιαστικά, γεννήθηκα στον τουρισμό. Είμαι δεύτερη γενιά ξενοδόχος. Η εταιρεία, τα ξενοδοχεία Electra Ηotels & Resorts δημιουργήθηκαν το 1963. Είναι ίσως, μέχρι πρότινος έλεγα, η παλαιότερη ξενοδοχειακή αλυσίδα που παραμένει σήμερα εν ζωή. Αλλά μόλις πρόσφατα με αφορμή και το θάνατο του Αριστοτέλη του Διβάνη του αείμνηστου, συνειδητοποίησα ότι ο Αριστοτέλης Διβάνης δημιούργησε την δική του αλυσίδα πιο πριν από μας, ξεκινώντας από τα Τρίκαλα το 1958. Σε κάθε περίπτωση είναι μία αλυσίδα η οποία υπάρχει με την ίδια μετοχική σύνθεση από το 1963. Δεύτερη γενιά πλέον, οπότε γεννήθηκα μέσα σε αυτή τη δουλειά. Από μικρός ξεκίνησα τα καλοκαίρια μου, που θυμάμαι από τα 12 μου χρόνια και μετά να εργάζομαι στο ξενοδοχείο μας στην Κρήτη την εποχή εκείνη και τελειώνοντας το σχολείο και μπαίνοντας στη Νομική ξεκίνησα να δουλεύω κανονικά πλέον στα ξενοδοχεία μας, παράλληλα με τις σπουδές μου, μέχρι που έφυγα για Αμερική μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου στη Νομική για να κάνω το μεταπτυχιακό μου στο Κορνέλ. Γυρίζοντας λοιπόν από το Κορνέλ, το 1995, ανέλαβα πλέον θέση ευθύνης στην εταιρεία, ανέλαβα τη διεύθυνση του ξενοδοχείου Electra Palace, στην Πλάκα.

ΝΦ: Θα ήθελα λίγο έτσι, πώς ήταν ο τουρισμός, όταν πρωτοκαταλάβατε το χώρο;
ΓΡ: Ήταν ένα παντελώς διαφορετικό τοπίο θα σας πω από το, πολύ περιορισμένη δραστηριότητα και χρονικά, αλλά και χωρικά, πρωτεύουσα και 4-5 μεγάλα νησιά ήταν αυτά που συγκεντρώνονταν ουσιαστικά

ΝΦ: Και για λίγους μήνες.
ΓΡ: Η δραστηριότητα και για πολύ λίγους μήνες και βέβαια, αν το δούμε τώρα από την πλευρά της συλλογικής εκπροσώπησης και της δύναμης, της διείσδυσης που είχε ο κλάδος, αυτό θα έλεγα ότι χαρακτηριζόταν από μία πολυδιάσπαση την οποία, όταν λέω πολυδιάσπαση εννοώ ότι ο κάθε κλάδος του τουρισμού θεωρούσε ότι είναι αυτόνομος και έπρεπε να έχει τη δική του φωνή και τη δική του εκπροσώπηση, κάτι το οποίο χρησιμοποίησαν συστηματικά όλες οι κυβερνήσεις, ουσιαστικά για να κρατιέται ο τουρισμός σε μία σχετική ανυποληψία, στη λογική ότι είναι κάποια χρήματα που θα έρθουν ούτως ή άλλως στη χώρα ότι και να γίνει, άρα δεν υπάρχει κανένας λόγος να ενδυναμώσεις και έναν ακόμα συλλογικό φορέα, να δημιουργήσεις ένα ακόμα κοινωνικό εταίρο ο οποίος μάλλον προβλήματα θα σου δημιουργήσει, παρά λύση θα δώσει. Άρα λοιπόν αυτό, η εικόνα που έχω εκεί τη δεκαετία του 90’, ήταν μία εικόνα, αν θέλετε, εσωστρέφειας, μία εικόνα που δεν είχε ιδιαίτερο όραμα, παρά μόνο λίγων ανθρώπων οι οποίοι είχαν καταφέρει μέχρι τότε να ξεχωρίσει και σε αυτούς θα συμπεριλάβω τους ανθρώπους που συνέλαβαν την ιδέα της δημιουργίας του ΣΕΤΕ που κατάλαβαν την εποχή εκείνη στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ότι μόνο αν επενδύσουμε και επικεντρωθούμε στην ποιότητα του τουρισμού και του τουριστικού προϊόντος μπορεί να έχουμε τύχη στον ανταγωνισμό ο οποίος φαινόταν να δυναμώνει στη γύρω περιοχή. Αν λοιπόν μπορούσα να ξεχωρίσω αυτούς τους ανθρώπους θα έλεγα ότι η πρώτη αν θέλετε έτσι μεγάλη αλλαγή και αυτό που άλλαξε τα δεδομένα ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 90’, όταν πήραμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ήταν νομίζω ένα σταθμός τότε πάρα πολύ σημαντικός που δημιούργησε μία πολύ μεγάλη εξωστρέφεια στη χώρα.

ΝΦ: Σταματήσατε να είναι κλειστό επάγγελμα με λίγα λόγια.
ΓΡ: Σταμάτησε να μπορεί να είναι κλειστό το επάγγελμα και δημιουργήθηκε πλέον η όρεξη και σε ανθρώπους οι οποίοι δεν ήταν στον τουρισμό, είτε από την Ελλάδα είτε από το εξωτερικό να επενδύσουν στον τουρισμό. Διότι όπως αντιλαμβάνεστε, μία μικρή χώρα η οποία αναλαμβάνει να οργανώσει μία Ολυμπιάδα, αμέσως μπαίνει στο χάρτη και αρχίζει να γίνεται ένας προορισμός που αξίζει κάποιος να τον ψάξει. Αυτό ήταν μία μεγάλη αλλαγή που πραγματικά, δημιούργησε πάρα πολύ μεγάλες προοπτικές. Και φυσικά όχι μόνο για την Αθήνα, γιατί αυτό που πίστευα πάντα και το έλεγα και στις καλές περιόδους της Αθήνας, αλλά και στις κακές, μετά, μετά το 2008 με 12 που ήταν μία τραγική περίοδος για την Αθήνα, εκείνο που έλεγα είναι ότι ό,τι γίνεται στην πρωτεύουσα επηρεάζει όλη τη χώρα. Υπήρχε μία, αν θέλετε ένας εφησυχασμός στην περιφέρεια ότι δεν πειράζει, όχι δεν πειράζει, αυτό που γίνεται στην Αθήνα δεν ενοχλεί τον τουρισμό της Κρήτης, Ρόδου, Κέρκυρας. Αυτό είναι ένα μεγάλο, ένα μεγάλο ψέμα και μία μεγάλη πλάνη. Η εικόνα πάντα μιας χώρας ξεκινάει από την εικόνα της καρδιάς της πρωτεύουσας της.

ΝΦ: Μου κάνει εντύπωση ότι ενώ υπήρξε ένα τουριστικό μπουμ, μία μεγάλη άνοδος τουριστική μας λέτε, το 2004 ενόψει και των Ολυμπιακών Αγώνων, αμέσως μετά αυτό θα έλεγα ότι πολιτικά συνδέθηκε και με την ίδρυση υπουργείου για τον τουρισμό.
ΓΡ: Το 2004.

ΝΦ: Το 2004. Μετά φτάσαμε στο 2008. Για να καταλάβουμε, τι κερδίσαμε το 4 και τι χάσαμε από το 8 και μετά;
ΓΡ: Είναι πολύ μεγάλες αυξομειώσεις από το Ναδίρ στο Ζενίθ και αντίστροφα. Συμβαίνουν για δύο βασικά λόγος, ο ένας είναι ότι ο τουρισμός είναι από τη φύση του μία κυκλική δραστηριότητα, επηρεάζεται πάρα πολύ από ψυχολογικούς παράγοντες οι οποίοι ενδεχομένως δεν επηρεάζουν το ίδιο άλλους κλάδους της οικονομίας. Με μία καλή είδηση, ένα καλό γεγονός μπορεί να απογειώσει τον τουρισμό, μία αντίστοιχα, κάτι κακό μπορεί να τον οδηγήσει στα τάρταρα. Σας θυμίζω την επίθεση στους δίδυμους πύργους το 2021 που ουσιαστικά, δημιούργησε

ΝΦ: Το 2001.
ΓΡ: Το 2001 ναι, για τρία χρόνια τρομερό πρόβλημα στην τουριστική δραστηριότητα. Αυτό λοιπόν, είναι το ένα, το πόσο ευαίσθητος είναι ο τομέας σε τέτοιου είδους γεγονότα. Το δεύτερο είναι, η έλλειψη ακόμα μέχρι σήμερα που είναι το μεγάλο διακύβευμα στρατηγικής. Γιατί δεν μπορεί να πιστεύουμε ότι σε άλλους τομείς της οικονομίας είτε είναι ο πρωτογενής τομέας είτε είναι η μεταποίηση, εκεί χρειάζεται, απαιτείται στρατηγική και μακροπρόθεσμη στρατηγική και να θεωρούμε ότι ο τουρισμός είναι ένας τομέας ο οποίος δεν χρειάζεται στρατηγική. Είναι μία αυθόρμητη δραστηριότητα η οποία εκμεταλλευόμενη έναν φυσικό πλούτο που ούτως ή άλλως τον έχεις και ο οποίος αναγνωρίζεται διεθνώς και πάντα αναγνωριζόταν διεθνώς θα μπορέσεις να υπεραποδίδεις ό,τι και να γίνει. Άρα λοιπόν, αυτό που έγινε τη δεκαετία εκείνη είναι ελλείψεις στρατηγικής και με γεγονός ότι ακόμα και εμείς οι ίδιοι ιδιώτες επιχειρηματίες, δεν ξέρω που θέλαμε να το πάμε, διότι, όπως σας είπα, κατακερματισμένοι ακόμα θεωρούσαμε ότι τα συμφέροντα ξέρω εγώ, των ξενοδόχων συγκρούονται με αυτά των τουριστικών πρακτόρων, η αερομεταφορά δεν είναι κομμάτι της αλυσίδας, άρα, δεν μας αφορά και δεν μας απασχολεί και τα λοιπά και τα λοιπά. Ουσιαστικά, δεν υπήρχε μία συναντίληψη για το πού θέλουμε να πάμε τα πράγματα. Άρα λοιπόν, υπήρχε μία πρόσκαιρη κεφαλαιοποίηση της θετικής οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, που το είδαμε να το κεφαλαιοποιούμε το 5 το 6 και το 7. Όταν όμως ξεκίνησε η χρηματοπιστωτική κρίση στην Αμερική το 2008 και σιγά-σιγά μπήκε κι η Ελλάδα στο πρόβλημα, η δραστηριότητα πήγε προς τα κάτω, γιατί δεν υπήρχε κάτι οργανωμένο, κάτι συστηματικό να την κρατήσει τουλάχιστον σε ένα επίπεδο, όχι κατάρρευσης.

ΝΦ: Αυτό είναι το θέμα, ότι η χώρα χρεοκοπούσε εικείνο το διάστημα και η μοναδική πηγή εσόδου ή εσόδων που περίμενε ήταν από τον τουρισμό. Εντούτοις, δεν έκανε τίποτα, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια. Μετά όμως αυτό άλλαξε. Τι έγινε και άλλαξε;
ΓΡ: Επί κυβερνήσεως τότε Σαμαρά-Βενιζέλου, 2012-2013 ο ΣΕΤΕ έγινε κοινωνικός εταίρος. Αυτή ήτανε μία κουβέντα η οποία είχε ξεκινήσει

ΝΦ: Ήσασταν ήδη ο πρόεδρος της πανελλήνιας ομοσπονδίας ξενοδόχων
ΓΡ: Και πρώτος αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ. Η κουβέντα αυτή είχε ξεκινήσει από την εποχή Σημίτη, πριν από το 2000 και ήταν μία κουβέντα η οποία είχε απόλυτη λογική εξαρχής.

ΝΦ: Επί προέδρου Κοκοτού, λογικά.
ΓΡ: Επί προέδρου Κοκοτού, βέβαια, του πρώτου προέδρου του ΣΕΤΕ και ιδρυτή του ΣΕΤΕ. Η κουβέντα λοιπόν αυτή βασιζόταν σε ένα πολύ, αν θέλετε, απτό παράδειγμα, ότι ο τουρισμός είναι ένας συνδυασμός δραστηριοτήτων, πολλών κλάδων, με πολλές θέσεις απασχόλησης ακόμα και αν αυτές είναι εποχικές και δεν μπορεί λοιπόν, να μην εκπροσωπείται ως κοινωνικός εταίρος, από τη στιγμή που υπάρχει εκπροσώπηση της βιομηχανίας, των επαγγελματοβιοτεχνών και των εμπόρων. Η κουβέντα αυτή πήρε 13 χρόνια για να ωριμάσει, για να ωριμάσει κυρίως μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, διότι εκεί ήταν το μεγάλο πρόβλημα. Πραγματικά, και οφείλω να το πω αυτό γιατί πρέπει να αποδίδονται τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, ο Σαμαράς ήταν από τους πρωθυπουργούς που πίστεψε τον τουρισμό, που πίστευε τον τουρισμό και έδωσε την εντολή να μπει αυτή η υπογραφή, στο νομό τότε του Βρούτση, για να ανακυρηχθεί ο ΣΕΤΕ κοινωνικός εταίρος, κάτι το οποίο μάλιστα γινόταν για πρώτη φορά. Διότι οι προηγούμενοι κοινωνικοί εταίροι δεν ήταν ανακηρυγμένοι με νόμο. ΣΕΤΕ ήταν ο πρώτος ο οποίος ανακηρύχθηκε με νόμο, ακολουθήσε ο ΣΒΕ τα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό λοιπόν, ήταν το πρώτο μεγάλο αν θέλετε game changer στην ιστορία. Ο τουρισμός πλέον είχε έναν εκπρόσωπο και μπορούσε να μιλάει συλλογικά με μία φωνή, έχοντας ένα ξεκάθαρο, μία ξεκάθαρη στόχευση. Από εκεί και πέρα, υπήρξαν περίοδοι, κυβερνήσεις, υπουργοί οι οποίοι είτε αντιλήφθηκαν ότι επενδύοντας ενεργητικά στον τομέα μόνο όφελος μπορεί να έχουν, είτε μέσω και παθητικής αν θέλετε, στάσης μην πηγαίνοντας απέναντι στην δραστηριότητα. Ναι, γιατί έγινε και αυτό τα χρόνια αυτά, από το 2012 μέχρι σήμερα, να το πω αυτό, καμία κυβέρνηση δεν είδε τον τουρισμό ως αντίπαλο και όλοι αποφάσισαν να τον αφήσουν έξω από την από την πολιτική αντιπαράθεση, διότι κατάλαβαν ότι έχουνε μόνο κέρδος από αυτή τη δραστηριότητα. Με αυτά λοιπόν τα δεδομένα και βέβαια, εκμεταλλευόμενοι και μία θετική συγκυρία, ένα θετικό momentum, γιατί το 2012 συνέπεσε, άσχετα αν για εμάς τα προβλήματα άρχισαν τότε το 2010-2011, η χρεοκοπία της χώρας που κράτησε μία δεκαετία, τα χρόνια αυτά ήταν η ολοκλήρωση του προβλήματος για τις υπόλοιπες δυτικές οικονομίες και η αρχή ενός αναπτυξιακού κύκλου εντυπωσιακού. Ίσως του πιο εντυπωσιακού που έχουμε ζήσει μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άρα λοιπόν, όλο αυτό βοήθησε στο να υπεραποδόσει η δραστηριότητα και να φτάσουμε στο 2019 που ήτανε και το απόλυτο ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού με τα 18,2 δις απευθείας έσοδα και τα 33 εκατομμύρια επισκέπτες,

ΝΦ: Το 12, μετά το 10-11 ήταν εδώ όμως και ένας άλλος σημαντικός παράγοντας, ήταν εδώ στην Αθήνα, στην Ελλάδα τακτικά η τρόικα. Συναντιόσασταν τότε μαζί τους; Σας αντιμετώπιζαν ως λύση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας;
ΓΡ: Είναι μία ωραία αν θέλετε ιστορία αυτή που δεν έχει καθόλου ειπωθεί και καλό είναι ο προκάτοχος μου και καλός μου φίλος και θεωρώ ο άνθρωπος που άνοιξε το δρόμο σε αυτό το νέο άνοιγμα του ΣΕΤΕ, ο Ανδρέας Ανδρεάδης ο οποίος στοχοποιήθηκε προσωπικά την εποχή εκείνη, δεν έχει μιλήσει δημοσίως για αυτό και νομίζω αξίζει τον κόπο να πούμε κάποια πράγματα. Ναι συναντιόμασταν, γιατί ήμασταν αν θέλετε οι φρέσκοι και οι εντός εισαγωγικών, οι αγνοί αυτής της ιστορίας και δεν το λέω για να ευλογήσω τα γένια μας. Ήταν η πραγματικότητα. Θεωρούσαμε εκείνη την εποχή ότι έχοντας πάρει ή γνωρίζοντας ότι σύντομα θα γίνουμε κοινωνικοί εταίροι ότι έχουμε και μία υποχρέωση απέναντι στην πατρίδα να διορθωθούν τα κακώς κείμενα και επειδή ο ΣΕΤΕ, αν θέλετε ήταν και ένας σύνδεσμος ο οποίος λόγω του ότι ήταν φρέσκος κοινωνικός εταίρος ή λίγο πριν γίνει κοινωνικό; εταίρος δεν είχε καμία εξάρτηση με κανέναν. Ούτε υποχρεώσεις, ούτε αν θέλετε, ανεξόφλητα γραμμάτια. Πιστεύαμε ότι υποδεικνύοντας σε ότι είχε να κάνει το δικό μας τομέα, τα κακώς κείμενα, πράγματα τα οποία ήταν βαρίδια και αποτελούσαν στρεβλώσεις για την δραστηριότητά μας, αλλά και προτάσεις και λύσεις για το πώς μπορεί ο τουρισμός να αποτελέσει επενδυτικό πόλο και πώς ενδεχομένως, μειώνοντας τη γραφειοκρατία μπορούσες να προσελκύσεις περισσότερες επενδύσεις και από την Ελλάδα, αλλά και από το εξωτερικό πηγαίναμε πάντα με τεκμηριωμένες προτάσεις το οποίο νομίζω ότι αυτό γινόταν δεκτό πάρα πολύ θετικά. Κάποιος ο οποίος, εμείς είχαμε αν θέλετε και την άγνοια του καινούργιου, την άγνοια ίσως του κινδύνου και μιλάγαμε και πολύ πιο αφιλτράριστα την εποχή εκείνη. Αυτό λοιπόν νομίζω ότι το εκμεταλλευτήκανε. Εμείς από την άλλη, δεν θεωρούσαμε ότι είχαμε ούτε κάτι να κρύψουμε, ούτε κάποιο, αν θέλετε, διακύβευμα που έπρεπε πάση θυσία να προστατεύσουμε και το οποίο έπρεπε να κρατήσουμε κρυφό, οπότε δεν είχαμε και το πρόβλημα και το φόβο να το δημοσιοποιούμε κιόλας και θα πρέπει να σας πω ότι την εποχή εκείνη που ήταν και πάρα πολύ σκληρή εποχή και μπορούσες να κινδυνεύσεις και προσωπικά από αυτή την ιστορία, ο Ανδρέας Ανδρεάδης στοχοποιήθηκε από δελτία ειδήσεων και από πολύ σοβαρούς δημοσιογράφους παντελώς άδικα, διότι υπήρχε και η διάθεση δαιμονοποίησης κάποιων ανθρώπων, αν θυμάστε τότε μιλάγανε για κουκουλοφόρους της τρόικα. Θεωρώ λοιπόν ότι όποια κουβέντα κάναμε εκείνη την εποχή την κάναμε θεσμικά, τη συνεχίσαμε και τη συνεχίζουμε και ο ΣΕΤΕ αποτελεί έναν συνομιλητή των σημερινών θεσμών, όλη τη δεκαετία του 2000 και θεωρώ πάντα μας αντιμετώπισαν πάρα πολύ θεσμικά και με πάρα πολύ μεγάλη σοβαρότητα.

ΝΦ: Υπάρχει και ένα θέμα. Πώς επικοινωνείτε, πώς στέλνετε τα μηνύματά σας στην εκάστοτε κυβέρνηση;
ΓΡ: Τα χρόνια 17-19 ήταν χρόνια πάρα πολύ μεγάλης ανάπτυξης του τουρισμού. Η στρατηγική, η μοναδική στρατηγική που έχει υπάρξει για τον ελληνικό τουρισμό ήταν η στρατηγική του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή ο οποίος δημιούργησε ουσιαστικά τον ελληνικό τουρισμό. Ήταν η μοναδική ξεκάθαρη στρατηγική που έχει υπάρξει από τις αρχές, από τα τέλη της δεκαετίας του 50’, αρχές δεκαετίας 60’, που δημιουργήθηκε ο ελληνικός τουρισμός από εκεί και πέρα όλες οι κυβερνήσεις επέλεξαν αυτό το δρόμο για τους λόγους που εξηγήσαμε στην αρχή, έτσι; Άρα λοιπόν, η περίοδος 17-19 ήταν μία περίοδος, που πραγματικά υπήρχε μία συνεχής αυξητική τάση, άρα λοιπόν, αν θέλετε η προσπάθεια μου την εποχή εκείνη ήταν προς δύο κατευθύνσεις δημοσίως να λέω συνεχώς πως δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε από αυτό που βλέπουμε, την αύξηση, αλλά πρέπει να δούμε πώς θα διαχειριστούμε αυτή την αύξηση μακροπρόθεσμα και μετά στις οποίες κατ’ ιδίαν επαφές που υπήρχαν γινόταν μία προσπάθεια επίλυσης θεμάτων, γιατί ξέρετε ο τουρισμός έχει πάρα πολλά θεσμικά ζητήματα τα οποία χρήζουν επίλυσης. Γιατί μια και είναι ένα σύμπλεγμα πάρα πολλών δραστηριοτήτων.

ΝΦ: Σας άκουγαν, από την κυβέρνηση Τσίπρα;
ΓΡ: Ξέρετε τι γίνεται; Θα σας πω το εξής, είχες τότε μία υπουργό την Έλενα την Κουντουρά οποία ήταν πάρα πολύ κινητική και πάρα πολύ δραστήρια. Διαφώνησα πάρα πολλές φορές μαζί της και η άποψη που υπήρχε τότε ήταν ότι δεν είχαμε καλή σχέση. Εγώ θα σας πω ειλικρινά ότι δεν είχαμε και την καλύτερη σχέση. Δεν ήμασταν όμως και τσακωμένοι. Της αναγνωρίζω αυτό ακριβώς, ότι ήταν πάρα πολύ δραστήρια, ήταν αεικίνητη και είχε, αν θέλετε, είχε συλλάβει την πεζή πραγματικότητα του πράγματος ότι δεν πρόκειται να βρω άκρη με τις συναρμοδιότητες και σε μία κυβέρνηση συνεργασίας που δεν είμαι μέλος του κόμματος, γιατί τότε δεν είχε ακόμα πάει στο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είμαι μέλος του κόμματος που έχει την πλειοψηφία στην κυβέρνηση αυτή θα δυσκολευτώ πάρα πολύ να επικοινωνήσω με τους συναρμόδιους υπουργούς και να πετύχω θεσμικές αλλαγές, άρα επικεντρώνομαι σε αυτό που μπορώ να κάνω πάρα πολύ καλά και είναι η εξωστρέφεια, είμαι ο πρεσβευτής της εικόνας της Ελλάδας στο εξωτερικό και αυτό το έκανε εξαιρετικά. Άρα λοιπόν, αν με ρωτήσετε πέρα από προσωπική άποψη, συμπάθεια ή οτιδήποτε άλλο, θα σας πω ότι πέτυχε στο ρόλο της. Πέτυχε στο ρόλο της, γιατί επέλεξε τις μάχες που μπορούσε να δώσει και τις έδωσε με καλό αποτέλεσμα.

ΝΦ: Είναι αυτό το μοντέλο του υπουργού που χρειάζεται η χώρα;
ΓΡ: Είναι το μοντέλο το οποίο εξ’ ανάγκης ακολουθεί ένας έξυπνος υπουργός τουρισμού, διότι από τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσει ποιες είναι οι δυνατότητές του και μέχρι πού μπορεί να φτάσει και πού μπορεί να συγκρουστεί, θα επιλέξει να κάνει κάτι στο οποίο μπορεί να φανεί ότι έχει και αποτέλεσμα, αλλιώς θα καταδικαστεί να χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο. Κι είναι αυτό για το οποίο πρέπει κάποια στιγμή να γίνει και συζήτηση, τώρα θα σας πω ακόμη, γιατί είμαι πρόεδρος του ΣΕΤΕ, κανονικά δεν θα έπρεπε να μιλάω τόσο απελευθερωμένα, αλλά νομίζω βιάζομαι λιγάκι, με έχει, βιάζομαι να τελειώσει η θητεία μου και έχω αρχίσει να μιλάω πριν το τέλος της θητείας αυτής. Αλλά αν κάποιος με ρώταγε μετά το τέλος της θητείας, μετά από τόσα χρόνια ενασχόλησης κλπ, κλπ, τι πιστεύεις τελικά; Το Υπουργείο χρειάζεται ή δεν χρειάζεται; Εγώ θα σας έλεγα το εξής. Το υπουργείο για πρώτη φορά, αν θυμάμαι καλά, το έφτιαξε ο αείμνηστος ο Λιβανός στην πρώτη κυβέρνηση Μητσοτάκη 90-93. Ο Μητσοτάκης, ο μακαρίτης, ο Κωνσταντίνος ήταν μεγάλος υποστηρικτής του τουρισμού και το έκανε ενσυνείδητα, γιατί ήταν και ο άνθρωπος ο οποίος ήταν εξαιρετικά διορατικός και είχε πάντα στρατηγική σε όλα τα ζητήματα και κατάλαβε ότι από κάπου πρέπει να εκπορεύεται από τη στρατηγική, από το κράτος, θεσμικά κλπ και ένα υπουργείο θα το διασφαλίζε αυτό το πράγμα. Όμως από την πράξη και εκ του αποτελέσματος, υπάρχει αυτό που σας είπα, είναι τέτοια μεγάλη συναρμοδιότητα που ή θα πρέπει να έχεις έναν πανίσχυρο υπουργό ο οποίος να μπορεί ουσιαστικά, αν όχι να επιβάλλεται σε όλους τους συναρμόδιους υπουργούς του, να μπορεί να συγκρούεται μαζί τους και τελικά να περνάει αυτό που θέλει το οποίο δεν γίνεται, εκ των πραγμάτων δεν γίνεται. Ή θα πρέπει να βρεις μία άλλη, μία άλλη μορφή. Ο τουρισμός σήμερα αν ρωτάγατε θέλει υπουργείο; Εγώ πιστεύω 99,9% θα σας λέγανε ότι ναι, θέλει υπουργείο. Γιατί; Για λόγους γοήτρου. Για μένα το πιο σημαντικό από όλα και φάνηκε κυρίως τα χρόνια της διαχείρισης του κορονοϊού, είναι να υπάρχει μία μορφή εξουσίας η οποία τελικά να περνάει μέσα και από τον πρωθυπουργό. Τώρα αν αυτό είναι Υπουργείο Επικρατείας το οποίο να έχει ουσιαστικά τους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας, ένα υφυπουργείο το οποίο να είναι παρά τω πρωθυπουργώ. Δεν γίνεται όμως να μην υπάρχει μία αρχή και μία εξουσία που να μπορεί να λύνει, έως ένα σημείο, όχι στο 100%, αλλά τουλάχιστον το 50% του κομματιού των συναρμοδιοτήτων και να επιβάλει τελικά μία, την ακολούθηση μία στρατηγικής. Για το Μητσοτάκη, τον μακαρίτη ήθελα να σας πω ότι επειδή ο άνθρωπος αυτός ήταν μία πολύ ιδιαίτερη φυσιογνωμία, έφυγε 99 χρόνων, νομίζω μέχρι τέλους πρέπει να ήταν απόλυτα διαυγής. Κάποια στιγμή το 2012, σε μία πάρα πολύ περίοδο της προσωπικής μου ζωής που ουσιαστικά έβλεπα ελάχιστους ανθρώπους με είχε πάρει τηλέφωνο η γραμματέας του Σάκη Κυπραίου και μου είχε και μου είχε πει ότι θέλει ο πρόεδρος να με δει και πραγματικά, παρότι, επαναλαμβάνω απέφευγα να βλέπω κόσμο αυτή την εποχή εκείνη, το θεώρησα τιμητικό και πήγα και τον είδα στο γραφείο του. Κάθισα δύο ώρες, μου έκανε ανάκριση επί πάντων των θεμάτων των επαγγελματικών τουριστικών κλπ κλπ, μου είπε ότι είχε ακούσει πάρα πολύ καλά λόγια για μένα και ήθελε να με γνωρίσει. Μου ανέλυσε τα πάντα τουριστικά, σε σημείο που κάποια σκεφτόμουν ότι τα ξέρει καλύτερα και από μένα και μου είπε στο τέλος ότι μπορεί να έχω αποχωρήσει χρόνια από την πολιτική, αλλά παρακολουθώ τα πράγματα και οτιδήποτε χρειαστείτε να μη διστάσετε να μου το πείτε. Ήταν κάτι το οποίο με είχε εντυπωσιάσει. Γιατί είχα ακούσει πάρα πολλά πράγματα γι αυτό τον άνθρωπο και τον είδα με τα μάτια μου, σε αυτή την ηλικία πως λειτουργούσε το μυαλό του και πόσο to the point ήταν σε οτιδήποτε έλεγε και πόσο σύγχρονη ήταν η αντίληψή του για τα πράγματα.

ΝΦ: Ο γιος του, ο σημερινός πρωθυπουργός, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει γνώσεις τουριστικές;
ΓΡ: Έχει, καταρχήν θεωρώ πως πιστεύει ότι ο τουρισμός είναι, μπορεί να είναι ένας βασικός τομέας ανάπτυξης για τη χώρα. Πολύ σωστά πιστεύει ότι δεν μπορεί να είναι μόνος, άλλωστε εγώ το λέω χρόνια τώρα και πηγαίνω πρόεδρος του ΣΕΤΕ σε αυτή την τρομερή συζήτηση που θεωρώ τελείως λάθος και τελείως ύπουλη συζήτηση και δόλια συζήτηση ότι πρέπει να αναπτύξουμε άλλους κλάδους και να μην είναι ο τουρισμός μονοκαλλιέργεια. Ο τουρισμός δεν διεκδίκησε πότε το ρόλο της μονοκαλλιέργειας. Εγώ έχω πει επανειλημμένως ότι θα είμαι χαρούμενος αν μπορεί ο τουρισμός να είναι το 20% του ΑΕΠ, σε ένα ΑΕΠ το οποίο να είναι 50% μεγαλύτερο από ότι είναι σήμερα. Αυτό θα το θεωρούσα τεράστιο, γιατί θα ανεβαίνει τουρισμός παράλληλα με άλλους τομείς της οικονομίας. Άρα λοιπόν, ο σημερινός πρωθυπουργός το κατανοεί θεωρώ πολύ καλά αυτό το πράγμα και πιστεύω ότι αν δεν είχαν συμβεί αυτά που συνέβησαν και κυρίως με την πανδημία που η δραστηριότητα για 2 χρόνια σχεδόν σταμάτησε, θα είχαμε υλοποιήσει και κομμάτι της στρατηγικής την οποία έχουμε εκπονήσει. Από την άλλη όμως, επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού, οφείλω να πω ότι ο τρόπος που συνεργαστήκαμε αυτά τα δύο χρόνια της πανδημίας με την κυβέρνηση και με τους υπουργούς εκείνους οι οποίοι είχαν τον αποφασιστικό ρόλο για την προστασία αν θέλετε της επιχειρηματικότητας και των εργαζομένων αυτά τα δύο δύσκολα χρόνια που είχε σταματήσει πρακτικά η δραστηριότητα ήταν υποδειγματικός και εγώ δεν τον έχω ξανασυναντήσει τα 24 χρόνια που ασχολούμαι με τα κοινά.

ΝΦ: Ποσοτικά η χώρα σηκώνει περισσότερους τουρίστες;
ΓΡ: Η χώρα αφενός σίγουρα σηκώνει παραπάνω τουρίστες. Αυτό έχει να κάνει με το πώς διαχειρίζεσαι τους προορισμούς και πώς αντιμετωπίζεις τη φέρουσα ικανότητα σου. Βελτιώνοντας τις υποδομές αυξάνεις και τη φέρουσα ικανότητα. Με το πως διευρύνεις τη δραστηριότητα σε μεγαλύτερο μέρος του χρόνου.

ΝΦ: Ιδιωτικές και κρατικές, προφανώς. Πρέπει να συμβαδίζουν.
ΓΡ: Οι ιδιωτικές έχουν παρά την κρίση και την δεκαετία της κρίσης έχουν εξελιχθεί πολύ περισσότερο από τις δημόσιες υποδομές. Άρα, αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο έλλειμμα είναι σε δημόσιες υποδομές. Πρέπει λοιπόν να διαχειριστείς προορισμούς, πρέπει να βελτιώσεις προϊόντα, πρέπει να ουσιαστικά να διευρύνεις τη δραστηριότητα, ούτως ώστε να απλωθεί σε μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Σας λέω για παράδειγμα, μιλάμε για υπερτουρισμό στην Αθήνα αυτή την στιγμή. Η Πράγα με 1.300.000 κατοίκους έχει 8 εκατομμύρια τουρίστες το χρόνο, η Αθήνα με 4,5 εκατομμύρια κατοίκους, έχει 5 εκατομμύρια τόνους το χρόνο. Στην Πράγα όμως ο τουρισμός είναι 12 μηνών, στην Αθήνα ουσιαστικά ξεκινάει το Μάιο και τελειώνει τον Οκτώβριο.

ΝΦ: Χάνουμε λεφτά περιγράφετε δηλαδή ως χώρα;
ΓΡ: Προφανώς χάνουμε λεφτά και προφανώς οι δυνατότητές μας και γι αυτό σας λέω ότι ο τουρισμός μπορεί να είναι το 20% και σε πολύ μεγαλύτερο ΑΕΠ από το σημερινό.

ΝΦ: Όταν ακούτε λοιπόν, ένας πολιτικός να μιλάει για την ανάγκη επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου, τι νιώθετε;
ΓΡ: Εντάξει, χρησιμοποιεί ένα κλισέ που πιάνει στον πολύ κόσμο, γιατί ο πολιτικός εκείνη τη στιγμή δεν απευθύνεται μόνο στον τουρισμό, απευθύνεται σε ένα ευρύτερο ακροατήριο. Οπότε λοιπόν, ουσιαστικά, κάποιος ο όποιος ακούει ότι μπορεί και εγώ στην περιοχή μου να έχω τουρισμό κάποια στιγμή το χειμώνα ή και εγώ στην περιοχή μου να έχω άλλους δύο μήνες το χρόνο, είναι κάτι το οποίο ακούγεται ευχάριστα και σίγουρα δεν θα σου κάνει κακό. Αλλά είναι κάτι το οποίο δεν γίνεται με ραβδί και δεν γίνεται με κουμπί. Και δεν γίνεται επίσης μόνο από την πλευρά του κράτους έτσι;

ΝΦ: Σαφώς.
ΓΡ: Γιατί στο κομμάτι, εγώ θα σας πω και ένα άλλο που λέω συχνά και θα το ξαναπώ. Αν ας πούμε λέω, μπορούσαμε κάποια στιγμή να κάνουμε ένα γκάλοπ καθολικό σε έναν από τους μεγάλους τουριστικούς προορισμούς, τους κορυφαίους, τα μεγάλα μας νησιά και να τους ρωτήσουμε αυτούς τους ανθρώπους εκεί, όλους, τους εργαζόμενους, επιχειρηματίες και όλα τα επαγγέλματα που είναι, συνδέονται γύρω-γύρω κλπ κλπ, αν μπορούσαμε να σου δημιουργήσουμε την προϋπόθεση του χρόνου αντί να κλείνεις 31 Οκτωβρίου, να δουλεύεις 12 μήνες το χρόνο, θέλεις δεν θέλεις; Εγώ πιστεύω συντριπτικά θα ήταν στο όχι η απάντηση, διότι όταν έχεις καταφέρει μετά από χρόνια να φτιάξεις μία ζωή που απαιτεί έξι μήνες εργασίας εξαντλητικής, έτσι, γιατί έξι μήνες, πέντε μήνες, τέσσερις σε κάποιους μικρότερους κλπ κλπ και επιχειρηματίες και εργαζόμενοι δουλεύουν σχεδόν 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, εντάξει. Αλλά με αυτό τον τρόπο διασφαλίζουνε μετά άλλους έξι μήνες ή κάποιας δεύτερης πιο ξεκούραστης δραστηριότητας ή διακοπών ή τελοσπάντων πραγμάτων τα οποία κάποιος άλλος που δουλεύει 12 μήνες το χρόνο δεν μπορεί να απολαύσει. Δύσκολα θα αλλάξει αυτό στον τρόπο ζωής του για να πει ότι με ενδιαφέρει να δουλέψω 12 μήνες.

ΝΦ: Δύο στιγμές θα ήθελα, την καλύτερη και τη χειρότερη μιλάμε πάντα με την ενασχόληση με τα συνδικαλιστικά του τουρισμού.
ΓΡ: Σαν θετικό, παρότι με ταλαιπώρησε πάρα πολύ και με κούρασε πάρα πολύ και με κούρασε κάποια περίοδο είχε και επίπτωση και στην υγεία μου ακόμα λόγω του στρες ήταν η περίοδος αυτή του κορονοϊού, μου δόθηκε δηλαδή στη θητεία μου η δυνατότητα να αναδείξω τον ηγετικό ρόλο του ΣΕΤΕ στη διαχείριση μιας κορυφαίας κρίσης που νομίζω είναι η μεγαλύτερη που έχει αντιμετωπίσει ποτέ ο ελληνικός τουρισμός με πάρα πολύ θετικό τελικά αποτέλεσμα, νομίζω αυτό φάνηκε εκ του αποτελέσματος. Οπότε αυτό είναι μία πολύ μεγάλη ικανοποίηση το οποίο νομίζω ότι δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Σαν άσχημη στιγμή ή τέλος πάντων κάτι το οποίο δεν μου άρεσε καθόλου και εκείνη την όταν συνέβη και μετά υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι δεν θα μπει ποτέ ξανά κανείς σε αυτή τη δοκιμασία. Ήταν πριν γίνω, πριν τις εκλογές του 2017, όταν με κάλεσαν οι πρώην πρόεδροι σε μία αν θέλετε συνέντευξη, μία κλειστή συνάντηση στην οποία αισθάνθηκα πηγαίνοντας με πολύ καλή διάθεση, επειδή ήταν άνθρωποι που γνώριζα πάρα πολλά χρόνια και θεωρούσα ότι θα ήταν, ας πούμε μία περισσότερο φιλική συζήτηση για το τι μέλλει γενέσθαι κλπ. Αισθάνθηκα σαν να μου παίρνει κάποιος συνέντευξη για δουλειά, χωρίς να γνωρίζει ποιος είμαι, τι πιστεύω, τι κάνω κλπ. Ήταν κάτι που με ενόχλησε. Δεν το είπα ποτέ. Δεν τους το είπα ποτέ ούτε σε εκείνους, γιατί θεώρησα ότι δε θα το καταλάβουνε. Ο μόνος που θα το καταλάβαινε και ο μόνος, αν θέλετε ο οποίος ήταν αποστασιοποιημένος από αυτή την ιστορία, ηταν ο Ανδρέας Ανδρεάδης ο οποίος όμως θεώρησε ότι θα έπρεπε να το κάνω για λόγους διατήρησης της ισορροπίας των πραγμάτων. Θεώρησα λοιπόν ότι αυτό είναι κάτι το οποίο δεν αρμόζει σε έναν άνθρωπο ο οποίος στη δουλειά του έχει φτάσει σε ένα επίπεδο, στα κοινά έχει μία πάρα πολύ μεγάλη παρουσία και αποφασίζει να ξοδέψει από τον προσωπικό του χρόνο για να βοηθήσει αυτό που πιστεύει. Γιατί θα σας πω κάτι, κλείνοντας αυτή την κουβέντα. Σίγουρα έχω κερδίσει πάρα πολλά πράγματα και αναγνωρισιμότητα και αν θέλετε μέσα από αυτή την ιστορία και του κορονοϊού νομίζω και εμπιστοσύνη, κάποιων ανθρώπων για τις διοικητικές μου ικανότητες κλπ, όμως είναι μία πάρα πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία κι είναι χρόνος που τρως από τη δουλειά σου και από τον προσωπικό σου χρόνο, χωρίς να έχεις καμία απολαβή. Δεν είναι ούτε μία έμμισθη θέση, ούτε κάτι το οποίο θα σου θα σου φέρει άμεσο αποτέλεσμα. Άρα λοιπόν, αυτό ήταν κάτι το οποίο, αν θέλετε θεώρησα ότι αυτή η συνάντηση θα είναι και η τελευταία τέτοιου είδους και σίγουρα δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί για την επόμενη μέρα του ΣΕΤΕ, αυτό είναι το μόνο βέβαιο.

ΝΦ: Τελευταία ερώτηση, πάλι έχει δύο σκέλη. Το πρώτο είναι αν σας ανησυχεί κάτι για το μέλλον του τουρισμο, αν για παράδειγμα, σας ανησυχεί για το μέλλον του κλάδου το οποίο υπηρετείτε αυτό το άνοιγμα, κάθε Έλληνας να μπορεί να είναι ξενοδόχος, για παράδειγμα μέσω του θεσμού της βραχυχρόνιας μίσθωσης και αν σας κάνει κάτι να αισιοδοξείτε, τι είναι αυτό;
ΓΡ: Κοιτάχτε με κάνει και αισιοδοξώ το γεγονός ότι βλέπω πλέον πάρα πολύ κόσμο και ενδεχομένως όχι απαραίτητα, ασχολούμενος με τον τουρισμό, αλλά που έχουν παράπλευρη ενασχόληση με τον τουρισμό, αλλά και από τους επιχειρηματίες και εργαζόμενους του τουρισμού ακόμα και τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις να καταλαβαίνουν πλέον τη σημασία της ποιότητας, τη σημασία της εξωστρέφειας, του πόσο καλούς πόρους έχουμε και πόσο σημαντικό είναι να τους συνθέσουμε αυτούς τους πόρους για να φτιάξουμε προϊόν. Βλέπεις δηλαδή ανθρώπους, όχι μεγάλους επιχειρηματίες, με όχι μεγάλες μονάδες, να έχουν πλέον καταλάβει και συνειδητοποιήσει ότι η Ακρόπολη δεν είναι προϊόν από μόνη της. Είναι πόρος. Αν δεν την βάλεις μέσα σε ένα προϊόν, από μόνη της δεν έχει καμία απολύτως αξία. Αυτό με κάνει και αισιοδοξώ πάρα πολύ και βλέπω και καινούργια παιδιά να αντιμετωπίζουν την δραστηριότητα σαν μία δραστηριότητα που αξίζει κανείς να την επιλέξει ως μονοπάτι καριέρας. Στα αρνητικά και αυτά που φοβάμαι είναι μην έχουμε μία ακόμα χαμένη ευκαιρία. Επιμένω στο θέμα της στρατηγικής, είναι πάρα πολύ σημαντικό. Μπορεί να ακούγεται λίγο κλισέ, μπορεί να ακούγεται λίγο κοινότυπο, αλλά δεν είναι. Αν δεν καταλήξουμε σε πέντε πράγματα, που θέλουμε να πάμε το καράβι, είναι βέβαιο ότι θα έρθει πάλι η ανάποδη και τότε η προσγείωση θα είναι και πολύ ανώμαλη, γιατί έχουμε ανεβεί πλέον πάρα πολύ ψηλά και γνωρίζετε τι λένε για τη μαϊμού, έτσι, όσο ανεβαίνει τι παθαίνει. Άρα λοιπόν, αυτό είναι που με προβληματίζει και με προβληματίζει επίσης, γιατί στην Ελλάδα έχουμε αυτή την τάση, μην επανέλθουμε στο λαϊκισμό, στο χώρο του τουρισμού του ιδιωτικού τομέα. Επειδή ξέρετε ο λαϊκισμός είναι μία, είναι κάτι το οποίο είναι απλό, εύκολο και έχει μια άμεση ανταπόκριση από τον κόσμο, γιατί είναι συνήθως οι εύκολες λύσεις, οι αφορισμοί κλπ. Όταν λες αλήθειες ή όταν επιλέγεις ένα δύσκολο δρόμο, γίνεσαι δυσάρεστος και τον ξεβολεύεις τον άλλον, όταν λαϊκίζεις είναι πάρα πολύ εύκολο να συσπειρώσεις, να δημιουργήσεις τάσεις κλπ. Και φοβάμαι επειδή ο λαϊκισμός ήταν πολύ έντονο χαρακτηριστικό του τουρισμού και της εκπροσώπησής του για πάρα πολλά χρόνια καταφέραμε, όχι εγώ, πολλοί άνθρωποι και σοβαροί άνθρωποι, είπαμε για το ΣΕΤΕ, όχι όμως μόνο στο ΣΕΤΕ και στο Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος και στην Πανελλήνια Ομοσπονδία των Ξενοδόχων, πέρασαν άνθρωποι οι οποίοι αποστρέφονταν το λαϊκισμό και δουλέψανε συστηματικά για να μπορέσει να ενωθεί όλος αυτός ο τομέας και να φτάσει να είναι αυτό που είναι σήμερα. Δεν ξέρω τι θα γίνει την επόμενη μέρα, γιατί αυτό απαιτεί πολλή δουλειά και απαιτεί, έχει και πολλή στεναχώρια σε πολλές περιπτώσεις. Δεν ξέρω αν θα συνεχίσει να είναι έτσι το πράγμα ή αν θα ξανά επιλεγεί υπό προϋποθέσεις και υπό συνθήκες πάλι η εύκολη λύση του λαϊκισμού, γιατί όσο εύκολο είναι να φτάσεις, όσο δύσκολο είναι να φτάσεις στην κορυφή, τόσο εύκολο είναι να ξανά πέσεις εκεί που ήσουνα.

ΝΦ: Θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά για τη συζήτηση που είχαμε, για την τιμή που μου κάνατε να συνομιλήσουμε και να πάμε τόσο πίσω τη συζήτηση, η αλήθεια είναι. Ευχαριστώ θερμά, κύριε Ρέτσο. Καλή χρονιά.
ΓΡ: Εγώ ευχαριστώ, κύριε Φιλιππίδη. Καλή χρονιά να έχουμε.

Πηγή ΟΤ

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου