Με τις υπ’ αρίθμ. 222 και 223/2020 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου (τακτική διαδικασία) που εκδόθηκαν την 8η Απριλίου 2020 έγιναν εν μέρει δεκτές οι αγωγές που άσκησαν δύο κάτοικοι της Ιαλυσού, υποστηρίζοντας ότι πείστηκαν να επενδύσουν σε ομόλογα που εξανεμίστηκαν, κατά της «Αlpha Bank» και κατά της «Αλφα Επενδυτικές Υπηρεσίες ΑΕ»!
Το ανδρόγυνο διατηρεί γνωστή επιχείρηση από το έτος 1996. Χάρη σε αυτήν την μικρή οικογενειακή επιχείρηση κατάφεραν όχι μόνο να εξασφαλίσουν τα προς το ζην αλλά και να αποταμιεύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά με στόχο την ευπρεπή διαβίωσή τους.
Περί το μήνα Ιούνιο του έτους 2003 τους επισκέφθηκε στο κατάστημά τους, εκπρόσωπος του τμήματος ALPHA PRIVATE BANK, κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας.
Σκοπός της επίσκεψής της ήταν να τους προσεγγίσει και να τους ενημερώσει για τη δυνατότητα αυξήσεως των ποσών των χρηματικών τους καταθέσεων.
Φέρεται να τους ενημέρωσε ότι υπήρχε η δυνατότητα να αγοράσουν κάποιους επενδυτικούς τίτλους (ομόλογα) από τα οποία θα κέρδιζαν τόκους, ενώ μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας το ποσό με το οποίο θα αγόραζαν τον τίτλο θα ήταν πάλι διαθέσιμο προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν, όπως επιθυμούσαν.
Αποκρίθηκαν θετικά υπό την μόνη όμως προϋπόθεση, την οποία διατύπωσαν και ρητώς ότι το κεφάλαιό τους θα ήταν εξασφαλισμένο και δεν θα διέτρεχε κανένα κίνδυνο. Η απάντηση στον ανωτέρω απαράβατο όρο τους, όπως υποστηρίζουν, ήταν θετική.
Με βάση τα ανωτέρω, προχώρησαν σε συνεργασία με τις εταιρείες ALPHA BANK και ΑΛΦΑ ΕΠΕΥ. Στο πλαίσιο αυτά υπεγράφη μεταξύ τους η από 9 Ιουνίου 2003 σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών επί μη χρηματιστηριακών προϊόντων. Την ίδια ημέρα αγόρασαν τίτλους της ΑLPHA CREDIT GROUP.
Κατόπιν τούτου, ξεκίνησε μία συνεργασία, όπου η αρμόδια υπάλληλος (private banker) επικοινωνούσε μαζί τους, τους καλούσε στο τοπικό υποκατάστημα και τους υπεδείκνυε διάφορα επενδυτικά προϊόντα.
Την 13η Ιουλίου 2007 αγόρασαν ομολογιακούς τίτλους εκδόσεως της CYPRUS POPULAR BANK δια καταρτίσεως συναλλαγής δευτερογενούς αγοράς ομολογιών.
Οι τίτλοι αυτοί εκδόθηκαν στο πλαίσιο ομολογιακού δανείου εκδότρια του οποίου ήταν η εταιρεία CYPRUS POPULAR BANK (κατόπιν δε μετονομάστηκε MARFIN POPULAR BK PUBLIC και LAIKI BANK) και οι βασικοί του όροι ήταν οι εξής:
Αφορούσε ποσό εκδόσεως 450.000 ευρώ, με ημερομηνία εκδόσεως την 26-5-2006 και ημερομηνία λήξεως την 26-5-2016 με κυμαινόμενο επιτόκιο 3μηνο Euribor + 175 μ.β.
Οι τίτλοι που αγόρασαν είχαν ονομαστική αξία 50.000 ευρώ.
Έτσι κατέβαλαν το ποσό των 50.000 ευρώ για την αγορά των τίτλων συν το ποσό των 839,54 ευρώ το οποίο αποτελεί προμήθεια της εναγομένης για τη συναλλαγή.
Υποστηρίζουν ότι είχαν πειστεί από τις προφορικές διαβεβαιώσεις των εναγομένων ότι η τοποθέτηση των χρημάτων τους σε ομολογιακούς τίτλους δεν ενέχει κινδύνους.
Την πλάνη τους αυτή συνειδητοποίησαν όταν στις αρχές του έτους 2012, δέχτηκαν τηλεφώνημα από την ALPHA BANK ότι είχε ανασταλεί η άδεια λειτουργίας της ASPIS BANK, εγγυήτριας των ομολόγων της ΑSPIS FINANCE PLC που είχαν αγοράσει και ότι το κεφάλαιό τους δεν θα τους επιστραφεί αφού η αξία του είχε εκμηδενιστεί.
Τότε όμως ήταν ήδη πολύ αργά καθώς ήδη είχαν προβεί στην αγορά των επίδικων ομολόγων της CYPRUS POPULAR BANK.
Mπορούσαν μόνο να ελπίζουν ότι η εκδότρια εταιρεία δεν θα πτωχεύσει και θα τους επιστραφεί το κεφάλαιό τους κατά τη λήξη του ομολογιακού δανείου την 26η Μαΐου 2016.
Το Μάρτιο του 2013 έγινε ευρέως γνωστή η κρίση του κυπριακού χρηματοπιστωτικού συστήματος και η Κυπριακή Δημοκρατία προώθησε μέσω του νόμου της 29ης Μαρτίου 2013 νόμο για τις διαδικασίες εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού της συστήματος με αποτέλεσμα τα τραπεζικά της ιδρύματα να τεθούν σε διαδικασίες εκκαθάρισης. Κατόπιν η διαπραγμάτευση των τίτλων με εκδότη τις κυπριακές τράπεζες ανεστάλη στο ΧΑΚ για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Περί τα τέλη του έτους 2014, η τράπεζα ΕUROBANK ERGASIAS με την οποία πλέον συνεργάζονται, τους ενημέρωσε στο πλαίσιο της συμβατικής τους σχέσης ότι οι ανωτέρω τίτλοι δεν είναι πλέον διαπραγματεύσιμοι στις χρηματιστηριακές αγορές, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν απωλέσει την αξία τους και το κεφάλαιό τους έχει απωλεσθεί.
Οι ενάγοντες διατείνονται ότι οι εναγόμενες δεν τους παρείχαν βασικές πληροφορίες για το είδος των τίτλων. Οι ίδιοι θεωρούσαν ότι οι εν λόγω τοποθετήσεις αποτελούσαν ένα είδος προθεσμιακών καταθέσεων και κατά συνέπεια δεν υπήρχε κίνδυνος απώλειας του κεφαλαίου τους.
Με τον τρόπο αυτό, όπως ισχυρίζονται, οι εναγόμενες παραβίασαν την αρχή της καλής πίστης που απορρέει από τη μεταξύ τους συμβατική σχέση και ιδίως την υποχρέωση ενημέρωσης και διαφώτισής τους τις οποίες όφειλαν να τηρήσουν.
Διεκδικούν έτσι αποζημίωση ύψους 46.110,80 ευρώ για βλάβες που υπέστησαν.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Δήμος Μουτάφης.