Μεταξύ θεμελιωμένων, κατοχυρωμένων και ώριμων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων «παίζεται» η διαπραγμάτευση για τα ενδιάμεσα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, με τους εκπροσώπους των πιστωτών να επιμένουν ότι η πόρτα εξόδου προς τη σύνταξη πρέπει να κλείσει ακόμη και γι’ αυτούς που έως τις 31/12/2012 είχαν συμπληρώσει είτε τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης είτε το όριο ηλικίας και βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας δικαιούνται σύνταξη με ευνοϊκότερες προϋποθέσεις από αυτές που ισχύουν από το 2013 και μετά.
Καθώς τα υπόλοιπα θέματα της ασφαλιστικής ατζέντας στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς έχουν κολλήσει, κυρίως λόγω της δέσμευσης της ελληνικής πλευράς να μην προχωρήσει σε μειώσεις συντάξεων (κύριων και επικουρικών), το βάρος των συζητήσεων πέφτει στην αύξηση των ορίων ηλικίας, με στόχο την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων.
Η κυβέρνηση επιδιώκει να κρατήσει την όποια συμφωνία (για το θέμα) στο πλαίσιο που ορίζεται από τις «κόκκινες γραμμές» τις οποίες έχει χαράξει και συζητάει μόνο την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης σε κάποιες εξόφθαλμες περιπτώσεις, κυρίως σε ΔΕΚΟ και τράπεζες. Θωρακίζεται δε, πίσω από τη νομολογία, σύμφωνα με την οποία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία, τα λεγόμενα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα προστατεύονται. Παράλληλα, δίνει μάχη για τα «κατοχυρωμένα» και τα ώριμα δικαιώματα.
Θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα υφίσταται όταν ο ασφαλισμένος έως το τέλος του 2012 είχε συμπληρώσει τον ελάχιστο χρόνο ασφάλισης, αλλά και το αντίστοιχο όριο ηλικίας που απαιτείται για τη συνταξιοδότησή του. Βάσει των δικαστικών αποφάσεων, το θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα δεν θίγεται και μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε. Κατοχυρωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα υφίσταται όταν ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει μέχρι 31-12-2012 μία από τις δύο προϋποθέσεις (τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης ή το όριο ηλικίας) και περιμένει να συμπληρώσει και την άλλη προϋπόθεση. Βάσει του νόμου 3863 του 2010, ο ασφαλισμένος δικαιούται σύνταξη με το όριο ηλικίας και τον χρόνο ασφάλισης που ισχύει κατά το έτος συμπλήρωσης του ως άνω απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης ή ορίου ηλικίας.
Ωριμο συνταξιοδοτικό δικαίωμα υφίσταται μερικά χρόνια πριν από τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Πρόκειται για το διάστημα (από 10 χρόνια έως και 1,5 μήνα) που ο νομοθέτης εκτιμά πως πρέπει να σεβαστεί προκειμένου να μην αιφνιδιάσει τον ασφαλισμένο.
Σύμφωνα με πληροφορίες από το υπουργείο Εργασίας, οι εκπρόσωποι των θεσμών στο Brussels Group, ενώ με την προηγούμενη κυβέρνηση είχαν συμφωνήσει από το 2019 και έως το 2021 να αυξάνονται τα ενδιάμεσα όρια ηλικίας όλων όσοι έως το 2012 δεν είχαν θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα, πλέον ζητούν η αύξηση να αφορά ακόμη κι αυτούς που είχαν θεμελιώσει. Κάτι που δείχνει ότι οι δανειστές έχουν σκληρύνει τη στάση τους, πιθανότατα και εξαιτίας του αδιεξόδου που καταγράφεται στα υπόλοιπα ασφαλιστικά θέματα.
Πρόσκομμα στην όποια συμφωνία βάζει και η διαφοροποίηση που υπάρχει σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, καθώς στο Δημόσιο, η κατοχύρωση της 25ετίας θεωρείται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ικανή συνθήκη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Ετσι, μεταξύ των ομάδων που βρίσκονται στη ζώνη κινδύνου μπαίνουν οι προ του 1983 ασφαλισμένοι σε Δημόσιο – ΔΕΚΟ με 35ετία χωρίς όριο, έγγαμες δημόσιοι υπάλληλοι που μπορούν να αποχωρήσουν με 24 έτη και 6 μήνες ασφάλισης, ασφαλισμένοι με 35ετία μέχρι το τέλος του 2012, δημόσιοι υπάλληλοι με 25ετία μέχρι το τέλος του 2012, γυναίκες στο ΙΚΑ με συμπληρωμένα 10.000 ένσημα μέχρι το τέλος του 2012, γυναίκες στο ΙΚΑ με 4.500 ημέρες ασφάλισης και συμπληρωμένο το 55ο έτος μέχρι το τέλος του 2010, μητέρες που μέχρι το τέλος του 2012 είχαν 25ετία και ανήλικο τέκνο στο Δημόσιο ή στα ειδικά ταμεία, άντρες που το 2011-2012 είχαν 25ετία και ανήλικο τέκνο στο Δημόσιο, μητέρες που μέχρι το τέλος του 2012 είχαν 5.500 ημέρες ασφάλισης και ανήλικο στο ΙΚΑ, καθώς και τρίτεκνες στο Δημόσιο και στα ειδικά ταμεία με 20ετία μέχρι το τέλος του 2010.
Καθημερινή