Ο Σόιμπλε προειδοποιεί την Αθήνα να μην ελπίζει σε Σύνοδο Κορυφής – Μισή λύση προσφέρουν στον Τσίπρα για το χρέος – Δοκιμάζονται οι αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ – Ο πειρασμός της κάλπης φωλιάζει στο Μαξίμου
Πιο κοντά σε μια συμφωνία-πακέτο που θα εγγυάται ελάφρυνση του χρέους έστω και αν αυτή ανακοινωθεί μετά τις γερμανικές εκλογές το φθινόπωρο και θα εγκρίνει τη χρηματοδότηση της χώρας με ποσό κοντά στα 10 δισ. ευρώ για την εξόφληση ομολόγων και οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες έχουν φέρει οι παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις Ελλάδα, Γερμανία και ΔΝΤ.
Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει αν οι αποφάσεις που αναμένονται στο προσεχές Eurogroup θα ικανοποιήσουν τις αγορές και πρωτίστως την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) η οποία θα πρέπει να αποφασίσει αν θα εντάξει ή όχι τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Προτάσεις και ενστάσεις
Ευρωπαϊκές πηγές, πάντως, θεωρούν ότι «κάποια λύση που να γλυκαίνει την Ελλάδα θα βρεθεί» και η πιθανότερη είναι να δοθούν περισσότερα χρήματα από τη δόση των 7 δισ. ευρώ που προβλεπόταν με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Καταλυτικό ρόλο στην προσέγγιση των τελευταίων ημερών έπαιξε ο Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος υποστήριξε δημόσια ότι «πρέπει να βρούμε λύση στο επόμενο Eurogroup», και ο επικεφαλής του προγράμματος Ντέκλαν Κοστέλο, ο οποίος πρότεινε να δοθεί αυξημένη δόση στην Ελλάδα.
Απομένει οι πληροφορίες περί προσέγγισης να επιβεβαιωθούν στις 15 Ιουνίου στο Λουξεμβούργο, την πατρίδα του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, όπου θα συνεδριάσει το Eurogroup.
Το πολιτικό ζήτημα για τους δανειστές και πολύ περισσότερο για τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σημειώνουν έγκυρες πηγές, είναι ότι αν εγκριθεί η αυξημένη δόση η Ελλάδα δεν θα χρειάζεται για έναν χρόνο καμιά βοήθεια. Κι αυτό είναι πρόβλημα (!) για την τρόικα που θέλει να διατηρήσει τον έλεγχο εφαρμογής του προγράμματος.
Ο Αλέξης Τσίπρας, έχοντας χάσει τον πρώτο γύρο αφού μέχρι σήμερα δεν υπήρξε συνολική λύση για το χρέος και προφανώς έχοντας διαβεβαιώσεις για επίλυση (με κάποιον τρόπο) του ζητήματος από τις Βρυξέλλες, εμφανίστηκε με μια νέα θέση που συμπυκνώνεται σε πέντε λέξεις:«Δώστε χρήματα για την ανάπτυξη». Οπως είπε μιλώντας σε επιχειρηματικό συνέδριο: «Στο προηγούμενο Eurogroup αυτό που δεν επέτρεψε τη γεφύρωση των διαφορών ήταν οι διαφορετικές εκτιμήσεις ανάμεσα στο ΔΝΤ και στην Ευρώπη για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Υπάρχει ο τρόπος να γεφυρωθεί η διαφορά. Να αναλάβει η Ευρώπη συγκεκριμένες δεσμεύσεις και πρωτοβουλίες – πέρα από την αναγκαία επέκταση του χρονικού διαστήματος της ωρίμασης των αποπληρωμών – για κερδοφόρα επενδυτικά προγράμματα που θα τονώσουν την ανάπτυξη, που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και που θα γεφυρώσουν τελικά στην πράξη τις διαφορετικές εκτιμήσεις ΔΝΤ και ευρωπαϊκών θεσμών».
Η «ρήτρα ΑΕΠ»
Με αυτά τα λόγια ο Πρωθυπουργός προετοίμασε το έδαφος αποδοχής μια νέας πρότασης ενώ, κατά τις πληροφορίες, αυτό που επίσης μπορεί να επανέλθει στο τραπέζι είναι το σχέδιο να συνδεθεί το ύψος των ετήσιων πληρωμών τοκοχρεολυσίων από την Ελλάδα με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Δηλαδή να πληρώνουμε περισσότερα όταν ο ρυθμός ανάπτυξης είναι υψηλός και λιγότερα όταν είναι χαμηλός. Αλλά κάτι τέτοιο απαιτεί μεγάλη και σε βάθος τεχνική προετοιμασία.
Το μεγάλο επιχείρημα υπέρ μια συνολικής λύσης για την Ελλάδα είναι ότι οι αριθμοί, λόγω των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, δείχνουν σταθεροποίηση του χρέους στα 320 δισ. ευρώ εδώ και τέσσερα χρόνια. Και ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί να κάνει χρήση του συνολικού πακέτου βοήθειας. Aπό το τρίτο πακέτο των 86 δισ. ευρώ έχουν εκταμιευθεί από τον ESM μόλις 31,7 δισ. ευρώ.
Εν όψει της συνεδρίασης του Eurogroup η φράση-κλειδί για την άρση του αδιεξόδου είναι η «καταρχήν συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα». Τη συμβιβαστική αυτή λύση παρουσίασε «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή και την επιβεβαίωσε η Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στη γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt», στο φύλλο της Τρίτης, λέγοντας:
«Αν οι πιστωτές δεν είναι ακόμα στο στάδιο που μπορούν να συμφωνήσουν και να σεβαστούν τις εκτιμήσεις μας, αν χρειάζονται περισσότερο χρόνο ώστε να φθάσουν εκεί, μπορούμε να το αναγνωρίσουμε και να τους δώσουμε περισσότερο χρόνο. Μπορεί επομένως να υπάρξει ένα πρόγραμμα στο οποίο η εκταμίευση λαμβάνει χώρα μόνο όταν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους έχουν ξεκαθαριστεί πλήρως».
Με αυτήν τη λύση και όπως προβλέπει το καταστατικό του, το ΔΝΤ θα έχει χρονικό περιθώριο τριών μηνών να περιμένει τι θα αποφασίσουν οι Ευρωπαίοι και στη συνέχεια να δει τι θα κάνει με την Ελλάδα. Και αν πάλι σε αυτό το διάστημα δεν έχει κλείσει το ζήτημα, το συμβούλιο έχει το δικαίωμα να αποφασίσει μια νέα παράταση.
Η δεύτερη επιλογή
Μετά την κυρία Λαγκάρντ, η οποία θα παρίσταται στη συνεδρίαση του Eurogroup, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις είπε ότι η «καταρχήν συμφωνία με την Ελλάδα για ένα πρόγραμμα με εκταμίευση, όμως, χρημάτων μόνο όταν υπάρξει συμφωνία για το χρέος» είναι η δεύτερη καλύτερη επιλογή για το Ταμείο προκειμένου να αρθεί το αδιέξοδο.
Πάντως τόνισε ότι το Ταμείο προτιμά καθαρή λύση στο Eurogroup και για αυτό εργάζεται, επιβεβαιώνοντας την παρουσία Λαγκάρντ στη συνεδρίαση.
«Χρειαζόμαστε διαβεβαιώσεις πως τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους είναι επαρκή. Οι συζητήσεις για το χρέος προοδεύουν, οι διαφορές γεφυρώνονται αλλά δεν είμαστε ακόμη εκεί. Ελπίζουμε αυτό να συμβεί στο Λουξεμβούργο στις 15 Ιουνίου» είπε.
Το αισιόδοξο σενάριο της «καλής διατύπωσης»
Η μοναδική περίπτωση να επιταχυνθούν οι εξελίξεις και να υπάρξει «λύση» είναι το Eurogroup να λάβει μια πολιτική απόφαση τέτοια που να επιτρέπει στην ΕΚΤ την ένταξη της Ελλάδας στο QE.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ενημερώνοντας τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για την πορεία των διαπραγματεύσεων αναφορικά με το χρέος, υποστήριξε πως η κυβέρνηση «παλεύει» για μια καλή λεκτική διατύπωση που θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Και αυτό μπορεί να γίνει καθώς όλοι έχουν συμφωνήσει ότι η λύση για το χρέος περνά από την επιμήκυνση της διάρκειας των δανείων της ευρωπαϊκής βοήθειας από 15 ως 17 χρόνια και τη ρύθμιση των τόκων του δανείου του δεύτερου μνημονίου. Διαφωνούν όμως ως προς τον χρόνο ανακοίνωσης των μέτρων ελάφρυνσης. Το ερώτημα είναι πώς θα αντιδράσει η ΕΚΤ. Το πιθανότερο σενάριο είναι να μην κάνει τίποτε τον Ιούλιο και να μεταθέσει τον χρόνο αποφάσεων πιθανότατα για το φθινόπωρο.
Παράλληλα από την ευρωπαϊκή πλευρά, και συγκεκριμένα τον ESM, συνεχίζεται η προσπάθεια σταθεροποίησης του κόστους δανεισμού της Ελλάδας στο πλαίσιο των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους. Την περασμένη εβδομάδα αυξήθηκε κατά 9 δισ. ευρώ (από τα 40 στα 49 δισ. ευρώ) το όριο ανταλλαγής ομολόγων από το δάνειο που πήρε η Ελλάδα από το EFSF. Το μεγάλο ανοιχτό ζήτημα είναι πώς η Ελλάδα θα πληρώσει τους τόκους του δανείου των 130 δισ. ευρώ από τον ESM που πήρε μετά το PSI το 2012 καθώς τότε μας δόθηκε δεκαετής περίοδος χάριτος.
Από το 2021 και μέχρι το 2027 υπάρχει αύξηση πληρωμών τόκων. Εως και το 2020 οι τόκοι ετησίως κινούνται στα 6,5 δισ. ευρώ, το 2021 αυξάνονται σε 11 δισ. ευρώ, το 2022 εκτινάσσονται σε 24,5 δισ. ευρώ, το 2023 είναι 17, 6 δισ. ευρώ και το 2024 είναι 13,6 δισ. ευρώ. Και αυτό πρέπει να επιλυθεί.
ΒΗΜΑ