Απογοητευτικά για την Ελλάδα είναι τα ευρήματα της έρευνας της Nielsen για την καταναλωτική εμπιστοσύνη σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Όπως προκύπτει από την έρευνα η Ελλάδα δεν καταφέρνει να ακολουθήσει την παγκόσμια τάση βελτίωσης της παγκόσμιος αισιοδοξίας των καταναλωτών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα Consumer Confidence της Nielsen για το δεύτερο τρίμηνο του 2017, ο παγκόσμιος δείκτης αισιοδοξίας των καταναλωτών ανέρχεται στις 104 μονάδες, αυξημένος κατά τρεις μονάδες σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2016. Αναλυτικότερα, σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2016, η Βόρεια Αμερική (117 έναντι 120) παρά τη μείωση του δείκτη κατά τρεις μονάδες, συνεχίζει να αποτελεί τη γεωγραφική περιοχή με τον υψηλότερο δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Στις Ασιατικές χώρες του Ειρηνικού και την Ωκεανία (114 έναντι 111) ο δείκτης αυξήθηκε κατά τρεις μονάδες ενώ στη Λατινική Αμερική αυξήθηκε κατά μία μονάδα στις 85. Η μεγαλύτερη αύξηση του δείκτη σημειώθηκε στις χώρες της Μέσης Ανατολής και στην Αφρική (88 έναντι 83).
Ειδικότερα για την Ευρώπη (85), ο δείκτης συνεχίζει την ανοδική του πορεία για ένατο συνεχές τρίμηνο. Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, ο δείκτης αυξήθηκε σε 22 από τις 33 χώρες, ενώ έμεινε σταθερός σε τέσσερις από αυτές.
Στην Ελλάδα (52) ο δείκτης αισιοδοξίας παρέμεινε στα ίδια χαμηλά επίπεδα μειωμένος κατά μία μονάδα. Αναλυτικότερα για την Ελλάδα, το 85% των ερωτώμενων πιστεύουν ότι η χώρα θα συνεχίσει να βρίσκεται σε οικονομική ύφεση και την επόμενη χρονιά, το οποίο ποσοστό σημειώνεται πως είναι το υψηλότερο ανάμεσα στις 63 χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα της Nielsen ανά τον κόσμο.
Μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταλαμβάνει την πρώτη θέση αναφορικά με την εργασιακή ανασφάλεια – 4 στους 10 Έλληνες ανησυχούν για την εργασία τους, ενώ ακολουθούν οι ανησυχίες για την οικονομία (35%) και τα χρέη /οφειλές του νοικοκυριού (24%), ανησυχίες που ξεχωρίζουν σταθερά οι Έλληνες τα τελευταία 4 χρόνια.
Τέλος, 8 στους 10 Έλληνες προσπαθούν σε σταθερή βάση να περικόψουν τα έξοδα του νοικοκυριού τους, σημαντικά μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, εάν συγκριθεί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (56%). Ειδικότερα, οι κύριες ενέργειες των Ελλήνων για περικοπή των εξόδων, συνεχίζουν να εντοπίζονται στην μείωση των δαπανών μέσω της αγοράς φθηνότερων ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων (68%), των περικοπών στα έξοδα για διασκέδαση εκτός σπιτιού (66%), και στα έξοδα για ρουχισμό (63%).
capital.gr