Συνέντευξη στη
Μαίρη Φώτη
Ο Νίκος Αργύρης στα 15 του χρόνια, με ένα καρβέλι ψωμί στα χέρια και τις μπότες του πατέρα του που τις πήρε στα κρυφά, δραπέτευσε από την Αλβανία για να έρθει στην Ελλάδα στην «πατρίδα» του, κι ας έπεφταν γύρω του οι σφαίρες βροχή.
Υπερήφανος Βορειοηπειρώτης, μιλά σήμερα στην «δ» για το δράμα των Ελλήνων στην Αλβανία, για την απόφασή του να φύγει νύχτα από το χωριό του, την Φράστανη και για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην περιοχή μετά την δολοφονία Κατσίφα. Ο Νίκος, που στην Αλβανία ήταν ο «Έλληνας» και στην Ελλάδα ο «Αλβανός» μιλά για την ιστορία της ζωής του και σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης, τα μάτια του δεν στέγνωσαν. «Είναι ύβρις να αποκαλείς τον Βορειοηπειρώτη Αλβανό» λέει και τα δάκρυα τρέχουν ποτάμι για τα πάτρια εδάφη που χάνονται και για τον ανελεή πόλεμο που δέχονται οι Έλληνες από το αλβανικό κράτος την ώρα που –όπως λέει – η ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα για να τους προστατέψει.
• Νίκο, ας ξεκινήσουμε από το πώς βρέθηκες στη Ρόδο.
Στη Ρόδο βρέθηκα στην ηλικία των 15 ετών, προερχόμενος από τη Βόρειο Ήπειρο και συγκεκριμένα από την επαρχία της Δρόπολης, από το Αργυρόκαστρο.
• Πώς ένα παιδί 15 ετών βρίσκεται στη Ρόδο από τη Δρόπολη;
Η κατάσταση εκεί ήταν έκρυθμη. Μιλάμε για την περίοδο αμέσως μετά τον θάνατο του δικτάτορα Εμβέρ Χοτζα στην Αλβανία και μέχρι το 1990 που έπεσε το τοίχος του Βερολίνου και όλο το ανατολικό μπλοκ. Οι Έλληνες εκεί ξεπερνούσαν τους 180.000 στη Δρόπολη, στη Χειμάρρα, στα χωριά των Αγίων Σαράντα και σε άλλα χωριά. Ο τόπος τότε έβραζε… Οι Έλληνες ήθελαν να ενωθούν με την Ελλάδα. Επέλεγαν να μην παντρευτούν για να φύγουν από εκεί. Μεγάλη φτώχεια… Κάθε Σάββατο έπαιρνες με το κουπόνι 100 γρ κρέας και ένα ψωμί.
• Άρα τότε αποφασίζεις να φύγεις;
Ναι. Μαζί με άλλα 5-6 άτομα Έλληνες, ξαδέλφια και χωριανούς, ξεκινήσαμε από το βουνό Μοργκάνα, περάσαμε από τη Βόδριστα και από το ηρωικό χωριό Βουλιαράτες και από ένα ύψωμα γύρω στα 800 – 1000 μέτρα που δεν υπήρχαν φύλακες και συρματοπλέγματα, διότι πρέπει να ξέρετε ότι οι φύλακες έριχναν στο ψαχνό. Σκότωναν. Έχουν σκοτώσει πάρα πολλούς από τους Αγίους Σαράντα… Από τη Δρόπολη, έναν δικό μας χωριανό, τον Οδυσσέα Κόκολη, τον Γενάρη του 1983 η αλβανική αστυνομία τον εκτέλεσε γιατί ήθελε να φύγει στην Ελλάδα. Το παλικάρι αυτό, μπερδεύτηκε, κρατούσε ζάχαρη και σταφίδες στα χέρια για να κρατηθεί επειδή περνούσε μέσα από τα χιόνια… Είχε ήδη μπει στο ελληνικό έδαφος, και τότε είδε ένα φως και κατευθύνθηκε προς τα εκεί νομίζοντας ότι είναι κάποιο ελληνικό χωριό, όμως ήταν το αλβανικό φυλάκιο… Τον γάζωσαν. Η αλβανική αστυνομία, έδεσε το πτώμα του πίσω από ένα τρακτέρ και τον έσυρε στα χωριά της ελληνικής μειονότητας στη Δρόπολη για παραδειγματισμό και τρομοκρατία…
• Εσύ το είδες αυτό;
Ναι. Η εικόνα δεν φεύγει από το μυαλό μου ακόμα και σήμερα, μετά από 35 χρόνια.
• Και παρ΄όλα αυτά παίρνεις την απόφαση να φύγεις…
Ναι. Εκείνη την ημέρα είχαμε και μια κοπέλα μαζί που ήταν έγκυος στον 5ο μήνα. Εγώ έφυγα κρυφά από τους γονείς μου. Εμένα η μάνα μου έμαθε ότι έφυγα, όταν κατέβηκε στον φούρνο για να πάρει ψωμί και της είπε ο φούρναρης «ο γιος σου έφυγε»…
• Γιατί της το έκανες αυτό; Για να μην στενοχωρηθεί;
Μα δεν μπορούσες να πεις σε κανέναν ότι έφευγες… Κάθε μέρα πέφτανε 10.000 σφαίρες για εκφοβισμό.
• Εσύ 15 χρονών, ξεκινώντας από τη Δρόπολη για να φτάσεις στην Ελλάδα, τι σκεφτόσουν;
Ότι ερχόμουν στην πατρίδα μου…
• Μετά από πόσες ώρες φτάσατε στην Ελλάδα;
Μετά από πέντε ώρες περίπου μέσα στο χιόνι, φτάσαμε στο χωριό Τσαμαντά. Οι Έλληνες εκεί μας άνοιξαν την αγκαλιά τους, γιατί είναι κοντά στα σύνορα και ήξεραν την κατάσταση… Όχι όπως πήγαμε στη Λάρισα, στην Αθήνα και μας ρωτούσαν πού μάθαμε εμείς οι «Αλβανοί» να μιλάμε ελληνικά… Δεν ήξεραν ότι όλη η Βόρεια Ήπειρος μιλούσε ελληνικά. Πλήρης άγνοια με ευθύνη του ελληνικού κράτους…
• Φεύγοντας από εκεί τι πήρες μαζί σου;
Τίποτα. Ένα καρβέλι ψωμί από τον φούρνο και τις μπότες του πατέρα μου για να περάσω μέσα από τα χιόνια που μας έφταναν μέχρι το στήθος…
• Πότε επικοινώνησες με τους γονείς σου;
Μετά από τρεις μήνες. Τότε είχε μόνο ένα στρατιωτικό τηλέφωνο στο χωριό και σε φώναζαν όταν κάποιος σε καλούσε, και εννοείται ότι παρακολουθούσαν τις συνομιλίες…
• Ησασταν μεγάλη οικογένεια;
Είμαστε επτά παιδιά. Τον πατέρα μου τον έχασα πρόπερσι, σε ηλικία 85 ετών. Πολύ τυραννισμένος… Η μάνα μου ζει, είναι στο χωριό στη Φράστανη, στην κάτω Δρόπολη.
• Η μαμά έμεινε πίσω;
Ναι. Πάρα πολλοί άνθρωποι επέλεξαν να μείνουν πίσω παρά το κλίμα της τρομοκρατίας, διότι κάποιος έπρεπε να φυλάει τα πάτρια εδάφη…
• Φύγατε όλα τα παιδιά;
Ναι. Στην αρχή φύγαμε όλοι. Μεγάλος πόνος για μια μάνα και έναν πατέρα να βλέπουν τα παιδιά τους να φεύγουν… Ο ένας αδελφός επέστρεψε πριν από μερικά χρόνια με τη σύζυγο και τα τέσσερα παιδιά του και καλλιεργεί εκεί στο χωριό τα κτήματά μας και έχει και ζώα. Προσπαθεί να επιβιώσει μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον μετά τη δολοφονία του Κωνσταντίνου Κατσίφα.
• Πώς είναι σήμερα τα πράγματα εκεί μετά από αυτό το περιστατικό; Τι σου λένε οι δικοί σου;
Ο κόσμος εκεί φοβάται, ήταν πάντα δύσκολα τα πράγματα για τους Έλληνες που ζουν στην Βόρειο Ήπειρο, όμως μετά την δολοφονία έγιναν ακόμα χειρότερα. Μπορώ να πω ότι το σημερινό καθεστώς είναι χειρότερο και από του Χότζα, διότι τώρα ανοίγουν τα σπίτια, κόβουν την ηλεκτροδότηση… Δέχονται μεγάλο ρατσισμό οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου από τους Αλβανούς, παρότι συμβιώσαμε τόσα χρόνια.
Αυτή την περίοδο το καθεστώς έχει φανατίσει τον κόσμο και τους στρέφει εναντίον των Ελλήνων. Πριν από μερικά χρόνια στη Χειμάρρα, Αλβανοί σκότωσαν τον Αριστοτέλη Γκούμα επειδή μιλούσε ελληνικά, διότι τους έχουν ποτίσει με ακραίο φανατισμό. Εκείνη την ημέρα ο Αριστοτέλης μιλούσε με την παρέα του στα ελληνικά. Τότε τον πλησίασαν με άγριες διαθέσεις και με πιστόλια επτά Αλβανοί. Με την επέμβαση κι άλλων Ελλήνων Χειμαρριωτών ο καβγάς αποφεύχθηκε. Όμως οι ίδιοι άνθρωποι τον ακολούθησαν ενώ πήγαινε προς το σπίτι του στην Άνω Χειμάρρα· λίγο πριν φθάσει, σε μια γέφυρα, εμβόλισαν τη μοτοσικλέτα του. Ο Αριστοτέλης έπεσε και εκείνοι πέρασαν από πάνω του με το αυτοκίνητό τους. Για να είναι σίγουροι ότι τον τελείωσαν, έκαναν όπισθεν και πέρασαν και δεύτερη φορά από πάνω του. Στη Χειμάρρα σήμερα, έχουν γκρεμίσει όλες τις περιουσίες και τα κτίσματα των Ελλήνων παρόλο που ο πρωθυπουργός τους Έντι Ράμα κατάγεται από την Χειμάρρα και έχει ελληνικές ρίζες… Αυτό είναι μεγάλο αίσχος που πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να το διορθώσει πάση θυσία για να μην χαθούν αυτά τα εδάφη, αυτές οι πατρίδες για τις οποίες χύθηκε… άπειρο αίμα. Εμείς οι Βορειοηπειρώτες έχουμε μεγάλη αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα μας όπως και οι πρόγονοί μας, ο Σίνας, ο Αρσάκης, ο Αβέρωφ, ο Τοσίτσας που έδωσαν και την περιουσία τους για το ελληνικό κράτος παρόλο που το ελληνικό κράτος τότε ήταν πουλημένο όπως είναι και σήμερα.
• Εσύ πηγαίνεις συχνά στη Δρόπολη;
Πηγαίνω όσο πιο συχνά μπορώ και όποτε τα καταφέρνω πηγαίνω και δύο και τρεις φορές τον χρόνο. Έκανα πολλά χρόνια για να πάω, λόγω του φόβου που υπήρχε.
• Επειδή είχατε φύγει;
Και επειδή είχαμε φύγει. Ήταν ο αδελφός μου εδώ στην Ελλάδα έναν χρόνο πριν από εμάς, είχε περάσει κρυφά νύχτα τα σύνορα κι εμείς πίσω στο χωριό ήμασταν έντρομοι… Είχαμε έτοιμες τις βαλίτσες μας και περιμέναμε πότε θα μας χτυπήσουν την πόρτα για να μας στείλουν εξορία… Όποιος δραπέτευε από τη χώρα, η οικογένειά του που έμενε πίσω υπέφερε τα πάνδεινα, φυλακίσεις, καταναγκαστική εργασία… Μέχρι που τους πήγαιναν σε ορυχεία, χίλια μέτρα κάτω για να βγάζουν πετροκάρβουνο και το μόνο που τους έδιναν ήταν ένα ποτήρι γάλα την ημέρα και οι περισσότεροι πέθαιναν εκεί…
Όλα αυτά εντάσσονταν στην προσπάθεια αφανισμού των Ελλήνων που ξεκίνησε ο Χότζα το 1945 και από το 1967 που επιχείρησαν να εξαφανίσουν με κάθε θυσία, την θρησκεία… Έκαψαν εκκλησίες, φυλάκισαν ιερείς και ακόμα και τότε η Ελλάδα δεν υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των Ελλήνων εκεί. Το χειρότερο που έκαναν ήταν ότι δεν εφοδίασαν τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου με διπλή υπηκοότητα εξαρχής… Διότι έτσι θα μπορούσαν να γυρίσουν πίσω στα μέρη τους να ζήσουν, φυλάσσοντας όλα αυτά τα μέρη της Βορείου Ηπείρου, που είναι θέμα χρόνου να χαθούν… Αν η Ελλάδα ως κράτος δεν κάνει κάτι να βοηθήσει τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, θα έχουμε πολύ μεγάλο πρόβλημα εκεί. Ο κόσμος φοβάται… Τους έχουν όλους φακελωμένους, όλους μας έχουν φακελωμένους. Αυτό φάνηκε και όταν πήγαν Έλληνες στην κηδεία του Κατσίφα, ήξεραν τα πάντα για όλους τους.
• Νίκο, ένα παιδί 15 χρονών, ερχόμενο στην Ελλάδα τι κάνει, πού πάει;
Εξαρχής πήγα στον αδελφό μου που ήταν στη Λάρισα και με βοήθησε να ορθοποδήσω. Το καλοκαίρι του ’90 ήρθα στη Ρόδο που είχαμε έναν μακρινό συγγενή και έκτοτε είμαι εδώ.
• Και πώς ξεκινάς, πώς στρώνεις τη ζωή σου;
Δούλεψα πάρα πολύ σκληρά… Το μόνο πρόβλημα που αντιμετώπισα είναι ότι δεν γνώριζαν οι Ροδίτες, οι Έλληνες γενικά, ότι στη Βόρειο Ήπειρο έχει Έλληνες και μας θεωρούσαν Αλβανούς… Ακόμα και σήμερα συμβαίνει αυτό. Όταν λες σε κάποιους ότι είσαι από την Βόρειο Ήπειρο, λένε «α, είσαι Αλβανός δηλαδή». Και αυτό είναι ύβρις για εμάς… Είναι σαν να αποκαλείς Τούρκο έναν Κύπριο. Εμείς επιλέξαμε να ζήσουμε εδώ σε αυτόν τον τόπο, και όποιος επιλέγει έναν τόπο για να ζήσει, έχει έναν λόγο παραπάνω για να τον αγαπάει.
• Στην Αλβανία λοιπόν ήσουν ο Έλληνας και στην Ελλάδα ο Αλβανός;
Ναι… Λόγω της στρεβλής αντίληψης που υπάρχει για εμάς. Η ελληνική κυβέρνηση δεν φρόντισε να ενημερώσει τον κόσμο στην Ελλάδα, ο οποίος δεν φταίει, ότι κι εκεί υπάρχουν Έλληνες πατριώτες. Η Βόρεια Ήπειρος παραχωρήθηκε από τις μεγάλες δυνάμεις μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο στην Αλβανία με 98% αμιγώς ελληνικό πληθυσμό. Υπάρχουν οικογένειες που μοιράστηκαν στα δύο όταν μπήκαν τα σύνορα. Σε μια περίπτωση έμεινε η μάνα στην Ελλάδα που είχε πάει επίσκεψη σε ένα συγγενικό σπίτι και ο γιος στην Αλβανία και του περνούσε κάθε μέρα φαγητό μέσα από το συρματόπλεγμα. Για να επιστρέψω στο ερώτημά σου, αυτό το κλίμα, αυτή τη «ρετσινιά» εις βάρος μας την καλλιέργησαν και οι Αλβανοί πολλοί από τους οποίους ψευδώς δήλωναν Βορειοηπειρώτες για να καταφέρουν να πάρουν χαρτιά… Κι εκεί έγινε η σύγχυση και την πληρώσαμε εμείς. Τότε το ελληνικό κράτος, ζήτησε από τους Βορειοηπειρώτες 500.000 δρχ (!) για να πάρουν ελληνική ταυτότητα. Μας ζήτησαν να αγοράσουμε την ελληνικότητά μας! Καταλαβαίνετε ότι οι πιο πολλοί Βορειοηπειρώτες, ακόμα κι εκείνοι που είχαν χρήματα, δεν πήγαν καν να καταθέσουν τα χαρτιά τους γιατί είναι ντροπή να σε καλούν να αγοράσεις αυτό που είσαι! Κι εμείς μείναμε με την «ρετσινιά» μέσα στην ίδια μας την πατρίδα… Ξέρετε τι λένε; Ότι όποιος δεν έχει ρίζες δεν έχει και μέλλον. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
• Εσένα πού είναι οι ρίζες σου;
Εμένα οι ρίζες μου είναι στη Δρόπολη, στη Φράστανη… Εκεί που χτυπούσε για χιλιετίες η καρδιά του ελληνισμού. Εκεί δόθηκαν οι μεγάλοι αγώνες του ελληνισμού και έχουμε και 11.000 ανθόσπαρτους Έλληνες «στρατιώτες», στην ελληνοαλβανική μεθόριο.
• Έχεις πάει μαζί με τα παιδιά σου στο χωριό;
Δεν έχουμε πάει ακόμα… Τώρα πια είναι σε ηλικία που πρέπει να πάνε.
• Σήμερα που είσαι στη Ρόδο, έχεις δημιουργήσει τη δική σου οικογένεια, σκέφτεσαι εκείνο το δρομολόγιο που έκανες με τα πόδια για φτάσεις στην πατρίδα;
Κάθε μέρα…