Με άνοδο σε σύγκριση με τον Νοέμβριο έκλεισε τον Δεκέμβριο ο πληθωρισμός, καθώς διαμορφώθηκε σε 3,5%, από 3% ένα μήνα πριν.
Αν και ο δείκτης τιμών καταναλωτή διαμορφώνεται ήδη από τον Απρίλιο του 2023 σε επίπεδα κάτω του 4%, η εξέλιξη αυτή δεν προκαλεί αισιοδοξία. Και αυτό διότι ο πληθωρισμός των τροφίμων παραμένει σε υψηλά επίπεδα και κατέγραψε έστω και οριακή αύξηση σε μηνιαία βάση, ενώ την ίδια ώρα οι εξελίξεις στην Ερυθρά Θάλασσα προκαλούν βάσιμες ανησυχίες για νέα αναζωπύρωση του πληθωρισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το νέο πολεμικό μέτωπο στη Μέση Ανατολή έχει ήδη εκτοξεύσει στα ύψη τα ναύλα για τη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων από την Ασία στη Βόρεια Ευρώπη, ενώ σε τροχιά ανόδου βρίσκεται και η διεθνής τιμή του πετρελαίου. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι μέσα στην εβδομάδα η κυβέρνηση προχώρησε σε νέα δέσμη μέτρων με στόχο τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων, διατηρώντας παράλληλα σε ισχύ και τα μέτρα που είχαν ληφθεί έως τώρα, όπως είναι για παράδειγμα το «καλάθι του νοικοκυριού» και το πλαφόν στο περιθώριο μεικτού κέρδους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή, ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε τον Δεκέμβριο σε ετήσια βάση κατά 3,5%, ενώ αύξηση σημειώθηκε και σε μηνιαία βάση, κατά 0,1%. Οι συνεχιζόμενες αυξήσεις τιμών στα τρόφιμα, νωπά και συσκευασμένα, είναι αυτές που κυρίως εμποδίζουν μια ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και ευθύνονται και για τα «σκαμπανεβάσματα» που καταγράφηκαν μέσα στη χρονιά και συγκεκριμένα τον Ιούλιο, τον Αύγουστο, τον Οκτώβριο, με τελευταίο «κρούσμα» τη μεταβολή του δείκτη τον Δεκέμβριο.
Οι αυξήσεις τιμών στα τρόφιμα είναι αυτές που κυρίως εμποδίζουν μια ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.
Εάν το 2022 ήταν το φυσικό αέριο και το ηλεκτρικό ρεύμα τα αγαθά στα οποία παρατηρούνταν οι υψηλότερες αυξήσεις τιμών, πλέον τα σκήπτρα κρατά το ελαιόλαδο, με την τιμή του να είναι υψηλότερη κατά 58,5%. Κατά 15% είναι αυξημένες οι τιμές στα φρούτα, κατά 14% στα λαχανικά, κατά 12,6% στην κατηγορία «νερό – αναψυκτικά – χυμοί», με τις ανατιμήσεις να αφορούν κυρίως τους χυμούς, κατά 8,4% στα ψάρια, κατά 6,5% στα κρέατα, κατά 7,7% στα ζαχαρώδη, κατά 3,8% στα γαλακτοκομικά και αυγά. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι οι τιμές σε βασικά τρόφιμα έχουν αυξηθεί και σε μηνιαία βάση, με το ελαιόλαδο να πωλείται ακριβότερα τον Δεκέμβριο σε σύγκριση με τον Νοέμβριο κατά 4,7%, τα νωπά λαχανικά κατά 5,7%, τα ψάρια κατά 2,2%. Συνολικά ο δείκτης τιμών καταναλωτή στην ομάδα «διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» κατέγραψε μηνιαία αύξηση 0,3%. Σε ορισμένα από τα παραπάνω προϊόντα, με πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα το ελαιόλαδο και τους χυμούς, είναι βέβαιο ότι θα καταγραφούν νέες ανατιμήσεις και στα στοιχεία του Ιανουαρίου, δεδομένου ότι ήδη οι προμηθευτές έχουν στείλει τους σχετικούς τιμοκαταλόγους στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν συνέχιση των ανατιμήσεων και σε μια σειρά άλλων αγαθών και υπηρεσιών, όπως τα ξενοδοχεία και η εστίαση (5,9% σε ετήσια βάση και 0,7% σε μηνιαία), στις υπηρεσίες υγείας και στα φαρμακευτικά προϊόντα (5,5% σε ετήσια βάση), στην εκπαίδευση (3,8%), στα είδη ένδυσης και υπόδησης (2,8% σε ετήσια βάση), στα διαρκή αγαθά – είδη νοικοκυριού (1,9%).
Αν και οι τιμές των καυσίμων –βενζίνης και πετρελαίου κίνησης– βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον περυσινό χειμώνα, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο αύξησής τους λόγω της εύφλεκτης κατάστασης στη Μέση Ανατολή. Η επίθεση βρετανικών και αμερικανικών δυνάμεων σε στρατιωτικούς στόχους των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη είχε ως συνέπεια χθες οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, τόσο του Brent όσο και του αμερικανικού αργού, να αυξηθούν κατά 3%.
Την ίδια ώρα, βέβαιες θεωρούνται οι ανατιμήσεις σε σειρά προϊόντων, καθώς η απόφαση των ναυτιλιακών κολοσσών να εκτρέπουν τα πλοία μεταφοράς από τη Διώρυγα του Σουέζ στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στη Νότια Αφρική έχει προκαλέσει κατακόρυφη αύξηση των ναύλων. Σύμφωνα με έκθεση της S&P Global Market Intelligence, η χρέωση για τη μεταφορά ενός κοντέινερ 40 ποδιών από τη Βόρεια Ασία στην Ευρώπη έχει αυξηθεί κατά 600% σε σχέση με τη χρέωση που υπήρχε όταν ξέσπασε ο πόλεμος Ισραήλ – Χαμάς τον περασμένο Οκτώβριο, φτάνοντας τις 6.000 δολάρια.
Στην εγχώρια αγορά ήδη φτάνουν με καθυστέρηση κάποια εμπορεύματα, ενώ, όπως εκτιμούν στελέχη των επιχειρήσεων που εισάγουν μεγάλο όγκο προϊόντων από την Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες, οι επιπτώσεις από τη νέα αυτή διαταραχή στις μεταφορές θα γίνουν πολύ πιο ορατές έπειτα από 15 ημέρες.
Πηγή kathimerini.gr