Ακόμα πιο πιθανή φαντάζει η ελληνική έξοδος απο την Ευρωζώνη, μετά την “ανόητη” άρνηση της Αθήνας να δεχθεί την παράταση του προγράμματος που λήγει στο τέλος του μήνα, υποστηρίζει σε σημερινό άρθρο του ο βρετανικός Economist, τονίζοντας ωστόσο, ότι υπάρχει περιθώριο συμφωνίας “με γενναιόδωρους όρους”, υπό την προϋπόθεση ότι ο κ. Τσίπρας θα αλλάξει στάση.
Οπως αναφέρεται στο δημοσίευμα του Economist, “όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές στην Ελλάδα τον περασμένο μήνα, η ελπίδα ήταν ότι ο νέος πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, θα τροποποιούσε τα αιτήματά του με στόχο να συμβιβαστεί με τους δανειστές της χώρας. Κι εκείνος, όπως και η πλειοψηφία των Ελλήνων, θέλουν να παραμείνουν στο κοινό νόμισμα. Αλλά ακόμα και την ώρα που ετοιμαζόταν να συναντήσει τους ευρωπαίους ηγέτες για πρώτη φορά αυτή τη βδομάδα, ο κ. Τσίπρας έκανε την ελληνική έξοδο απο το ευρώ να φαντάζει ακόμα πιό πιθανή.
Ο κ. Τσίπρας έχει προβάλει ορισμένα καλά επιχειρήματα εναντίον της λιτότητας που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα. Εχει σωστές ιδέες για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και το “ξεβόλεμα” της επιχειρηματικής ελίτ της χώρας. Οι υπουργοί του μιλούν για τη διατήρηση του 70% των μεταρρυθμίσεων της προηγούμενης κυβέρνησης. Αλλά οι πρώτες κινήσεις του κ. Τσίπρα περιέλαβαν υποσχέσεις για αύξηση του κατώτατου μισθού στα επίπεδα πριν την κρίση, ανατροπή των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, επαναφορά των αυξήσεων στις συντάξεις, επαναπροσλήψεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και τερματισμό ιδιωτικοποιήσεων. Ολα αυτά όχι απλώς παραβιάζουν τους όρους του ελληνικού προγράμματος αλλά καταστρέφουν τις οικονομικές προοπτικές της χώρας.
Η αλλαγή πορείας την στιγμή που η ελληνική οικονομία δείχνει επιτέλους σημεία ανάπτυξης και η ανεργία υποχωρεί, είναι ανώμαλη. Η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερες και όχι λιγότερες μεταρρυθμίσεις. Παρά την πρόοδο στην ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας, οι εξαγωγές παραμένουν αδύναμες. Σε ο,τι αφορά δε το επιχειρηματικό κλίμα, η Ελλάδα βρίσκεται πίσω και απο την Βουλγαρία, την πιό φτωχή χώρα της Ευρώπης, σε τομείς όπως η εφαρμογή σομβολαίων, η καταγραφή της φτώχειας και η παροχή πίστωσης.
Η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ απαιτεί συμβιβασμούς. Οι πιστωτές της χώρας πρέπει να αποφασίσουν τι θα ανταλλάξουν και πότε. Ο κ. Τσίπρας αρνείται ανοήτως την παράταση του προγράμματος που λήγει στο τέλος του μήνα, μιλώντας αντιθέτως για ένα δάνειο-γέφυρα, το οποίο θα εξασφαλίσει χρόνο για διαπραγματεύσεις χωρίς την εποπτεία της μισητής τρόικας της Ευρωπαικής Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Για την απομάκρυση της ΕΚΤ υπάρχει βάση, καθώς πολιτικοποιείται με την ανάμιξή της στον τρόικα. Αλλά ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να περιμένει επιπλέον δάνεια χωρίς όρους, όπως απέδειξε η αδυναμία συμφωνίας στο Eurogroup. Αντιθέτως, ο κ. Τσίπρας χρειάζεται άμεση παράταση του προγράμματος και διαπραγματεύσεις στη συνέχεια.
Σε αυτές τις διαπραγματεύσεις υπάρχει περιθώριο συμφωνίας. Το συνολικό χρέος της Ελλάδας βρίσκεται στο μη βιώσιμο 175% του ΑΕΠ (+109% απο την εποχή πριν την κρίση). Ο κ. Τσίπρας εγκατέλειψε το αίτημα για άμεση διαγραφή του χρέους. Η διάρκεια και το επιτόκιο του χρέους, τα δύο τρίτα του οποίου χρωστούνται σε επίσημους ευρωπαϊκούς πιστωτές, είναι τόσο γενναιόδωρα που η Ελλάδα πληρώνει λιγότερα απο την Πορτογαλία και την Ιταλία. Αυτοί οι όροι μπορούν να γίνουν ακόμα πιο γενναιόδωροι. Και οι πιστωτές πρέπει να είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν μία παραλλαγή της πρωτοβουλίας του ΔΝΤ για τις χώρες της Αφρικής: μία υπόσχεση σταδιακής διαγραφής του χρέους, υπό την προϋπόθεση συγκεκριμένης προόδου στις μεταρρυθμίσεις.
Αυτό είναι και το απλό μήνυμα που μπορούν να δώσουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες στον κ. Τσίπρα. Θα διαπραγματευτούν αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση της παράτασης του προγράμματος. Θα τον βοηθήσουν με το χρέος και τον προϋπολογισμό αλλά μονον εφ’ όσον είναι έτοιμος να κάνει την ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική. Οταν ένας αθλητής επιμένει να τρέχει ανάποδα, ακόμα και ο πιό υπομονετικός προπονητής δεν μπορεί να τον βοηθήσει.”
ΑΠΕ-ΜΠΕ