Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει προειδοποιήσει ότι το σοκ για την παγκόσμια οικονομία εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού θα είναι μεγαλύτερο από τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του ’30. Αυτό το σοκ, σε συνδυασμό με τη δραματική μείωση στις τιμές πρώτων υλών, γονατίζει ήδη τις ευάλωτες οικονομίες, έχοντας στείλει ήδη στην «αγκαλιά» του ΔΝΤ περίπου τις μισές χώρες ανά τον κόσμο.
Σε κάθε γωνιά του πλανήτη οι κυβερνήσεις επιβάλλουν άνευ προηγουμένου περιοριστικά μέτρα, ώστε να αποτρέψουν την εξάπλωση του ιού, κλείνοντας τα σύνορα, απαγορεύοντας κοινωνικές συναθροίσεις και βάζοντας προσωρινό «λουκέτο» σε εργοστάσια και επιχειρήσεις λιανικής.
Οι αδύναμες οικονομίες κυρίως σε Μέση Ανατολή, Ασία και Αφρική «λυγίζουν» υπό το βάρος του lockdown. Η δραματική υποχώρηση στις τιμές εμπορευμάτων και πετρελαίου –γεγονός που «μεταφράζεται» σε μειωμένα έσοδα από εξαγωγές πρώτων υλών- προσθέτει ακόμη μια αρνητική συνιστώσα σε μια ήδη πολύ δύσκολη εξίσωση.
Για αρκετές χώρες δεν υπάρχει άλλη επιλογή, παρά μόνο το να ζητήσουν οικονομική βοήθεια από το ΔΝΤ. Έως και τις 9 Απριλίου, περισσότερα από 90 κράτη έχουν υποβάλει επισήμως αίτημα ή έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για χρηματοδότηση από το ΔΝΤ, αριθμός που ισοδυναμεί σχεδόν με το ήμισυ των χωρών του κόσμου. Σχεδόν το 60% αφορά χώρες χαμηλού εισοδήματος και 40% αναδυόμενες αγορές, σύμφωνα με τα στοιχεία του ίδιου του ΔΝΤ.
Το χτύπημα για τις αναδυόμενες είναι ιδιαίτερα ισχυρό, καθώς οι ανησυχίες για παγκόσμια ύφεση προκαλούν αναταράξεις στις διεθνείς αγορές και στροφή των επενδυτών μακριά από το ρίσκο, πυροδοτώντας μαζικές εκροές κεφαλαίων από νομίσματα και μετοχές αναδυομένων οικονομιών. Από τον Ιανουάριο, περίπου 96 δισ. δολάρια έκαναν «φτερά» από τις αναδυόμενες, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου(IIF), ποσό τριπλάσιο σε σύγκριση με τις εκροές 26 δισ. δολαρίων στη διάρκεια της πιστωτικής κρίσης του 2008.
Το ΔΝΤ έχει διπλασιάσει το μέγεθος των διαθέσιμων πιστωτικών διευκολύνσεων από τα 50 στα 100 δισ. δολάρια, είχε τονίσει πρόσφατα η γενική διευθύντρια του Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα. Και ήδη τα αιτήματα για οικονομική βοήθεια υπολογίζονται στα 20 δισ. δολάρια. Το χρήμα έχει ήδη αρχίσει να ρέει -120 εκατ. δολάρια προς το Κιργιστάν, 166 εκατ. δολάρια προς Μαδαγασκάρη, 109 εκατ. δολάρια προς Ρουάντα, 143 εκατ. δολάρια προς την Ονδούρα, 115 εκατ. δολάρια προς Τσαντ.
Με βάση τις έως τώρα εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η ζήτηση για έκτακτη χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση της κρίσης λόγω Covid-19 υπολογίζεται στα 100 δισ. δολάρια. Ο συγκεκριμένος όμως αριθμός δεν αποτελεί ασφαλή πρόβλεψη, με το ΔΝΤ να αναμένει σημαντική αύξηση της ζήτησης για δάνεια ή κάποιας μορφής χρηματοδότηση τους επόμενους μήνες.
Η κ. Γκεοργκίεβα έχει επανειλημμένως τονίσει ότι το Ταμείο διαθέτει επαρκείς πόρους, με δανειοδοτική ικανότητα που μπορεί να φθάσει έως και το 1 τρισ. δολάρια για τη στήριξη των χωρών-μελών στις προσπάθειες αντιμετώπισης των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων από την εξάπλωση του Covid-19. Έως τώρα, έχει διαθέσει το ένα-πέμπτο του συνολικού ποσού.
Παρά τις προειδοποιήσεις των διεθνών οργανισμών –και του ίδιου του ΔΝΤ- για βαθιά ύφεση, ακόμη δεν υπάρχει κάποια ασφαλής πρόβλεψη για το οικονομικό κόστος των μέτρων και το μέγεθος της ζημιάς. Η προσοχή στρέφεται στις αναθεωρημένες προβλέψεις του ΔΝΤ για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές(World Economic Outlook) που θα δοθούν την Τρίτη, 14 Απριλίου στη δημοσιότητα.
Αυτό που είναι σαφές είναι ότι έχουμε εισέλθει σε ύφεση εξίσου βαθιά ή ακόμη και χειρότερη από την ύφεση του 2009. Το μέγεθος και έκταση της ύφεσης, καθώς και η φύση της μερικής ανάκαμψης που αναμένεται για το 2021 θα εξαρτηθεί από δύο παράγοντες, σημειώνει το ΔΝΤ: Τη συλλογική ικανότητα ανάσχεσης του Covid-19 και τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με τις δράσεις των κεντρικών τραπεζών ώστε να αποφευχθούν προβλήματα ρευστότητας.
Πολλές χώρες έχουν λάβει έκτακτα και άνευ προηγουμένου μέτρα τόσο για τη στήριξη των οικονομιών όσο και το να θέσουν θεμέλια για την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας. Τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης από τις εθνικές αρχές ανά τον κόσμο υπολογίζονται από το ΔΝΤ στα 8 τρισ. δολάρια. Στη «μάχη» κατά του Covid-19 και οι κεντρικές τράπεζες, με χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και ενέσεις ρευστότητας.
Το ΔΝΤ θεωρεί επιτακτική ανάγκη τη στήριξη των αναδυομένων και αναπτυσσομένων χωρών, καθώς είναι περισσότερο ευάλωτες από ό,τι οι ανεπτυγμένες οικονομίες. Γι’ αυτές τις χώρες, το χτύπημα είναι ιδιαίτερα ισχυρό, με έλλειψη ιατρικού εξοπλισμού, αιφνίδια «παράλυση» της παγκόσμιας οικονομίας, μαζικές εκροές κεφαλαίων και απότομη βουτιά στις τιμές των εμπορευμάτων.
naftemporiki.gr