Ανθεκτικότητα παρά τις προκλήσεις στις οποίες καλείται να αντεπεξέλθει σε πολλαπλά επίπεδα, με κυριότερη τη γεωπολιτική αβεβαιότητα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, επιδεικνύει ο ευρωπαϊκός τουρισμός, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ταξιδιών (European Travel Commission-ETC) να εκτιμά στην τελευταία έκθεσή της ότι o κλάδος θα συνεχίσει να ανακάμπτει το 2022, αν και με βραδύτερο ρυθμό απ’ ό,τι αρχικά αναμενόταν.
Συγκεκριμένα, το 2022 οι διεθνείς αφίξεις τουριστών στην Ευρώπη προβλέπεται να είναι 30% μειωμένες σε σχέση με το 2019, με τα εγχώρια ταξίδια και τα ταξίδια μικρών αποστάσεων να είναι εκείνα που ουσιαστικά σώζουν την παρτίδα. Τα ταξίδια εσωτερικού αναμένεται να ανακάμψουν πλήρως το 2022, ενώ τα διεθνή ταξίδια δεν αναμένεται να ξεπεράσουν τα επίπεδα του 2019 έως το 2025.
Παρά τα αρνητικά πρόσημα, τα στοιχεία για το α’ τρίμηνο του έτους καταδεικνύουν πτώση 43% σε επίπεδο αφίξεων σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019, ποσοστό βελτιωμένο συγκριτικά με τη μείωση 60% που παρατηρήθηκε το προηγούμενο τρίμηνο. Την πιο γρήγορη επαναφορά με βάση τα στοιχεία που ήταν διαθέσιμα μέχρι τον Φεβρουάριο κατέγραψαν η Σερβία (-11%) και η Τουρκία (-12%), ενώ με ταχείς ρυθμούς φαίνεται ότι ανακάμπτουν, με βάση τα στοιχεία Φεβρουαρίου-Μαρτίου, η Βουλγαρία (-18%), η Αυστρία (-33%), η Ισπανία (-34%), το Μονακό (-34%) και η Κροατία (-37%).
Μάλιστα, όπως αποτυπώνεται στη σχετική έκθεση, η πανδημία υποχωρεί σταδιακά ως πρωταρχικός παράγοντας που επηρεάζει τα ταξιδιωτικά σχέδια των καταναλωτών, οι οποίοι πλέον εμφανίζονται λιγότερο διστακτικοί να επισκεφθούν την Ευρώπη. Οι ΗΠΑ παραμένουν σταθερά μεταξύ των βασικών πηγών εισερχόμενου τουρισμού για τη Γηραιά ήπειρο, με τον ετήσιο μέσο όρο ανάπτυξης από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη να αναμένεται να διαμορφωθεί στο 33,6% την πενταετία 2021-2026 και την ταχύτερη αύξηση να παρατηρείται στη Βόρεια Ευρώπη (41,5%). Εκτιμάται, δε, ότι τα υπερατλαντικά ταξίδια μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης θα είναι ένας από τους βασικούς μοχλούς της ανάκαμψης του ευρωπαϊκού ταξιδιωτικού τομέα για το 2022.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Την ίδια στιγμή, ο πόλεμος που μαίνεται στην Ουκρανία φαίνεται ότι θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των εξερχόμενων ταξιδιών τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Ουκρανία, με τις γειτονικές χώρες και εκείνες που εξαρτώνται περισσότερο από τις δύο χώρες ως πηγές τουριστών να επηρεάζονται περισσότερο βραχυπρόθεσμα ως προς τις τουριστικές επιδόσεις τους.
Οι χώρες που θα πληγούν περισσότερο από τη συνεχιζόμενη σύγκρουση είναι η Κύπρος, το Μαυροβούνιο, η Λετονία, η Φινλανδία, η Εσθονία και η Λιθουανία, κράτη για τα οποία οι Ρώσοι αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 10% των συνολικών εισερχόμενων ταξιδιών το 2019. Βέβαια, με δεδομένο ότι οι Ρώσοι τουρίστες είναι υψηλού εισοδηματικού προφίλ, το πλήγμα θα γίνει περισσότερο αισθητό σε επίπεδο τουριστικών δαπανών σε αυτούς τους προορισμούς. Το 2019, οι δαπάνες από τη Ρωσία αποτέλεσαν το 34% των συνολικών δαπανών στο Μαυροβούνιο, στο 25% στην Κύπρο και στο 16% στη Λετονία, με αποτέλεσμα να μην αναμένεται άμεση ανάκαμψη για τις χώρες με υψηλή εξάρτηση από τον ρωσικό τουρισμό.
Εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις σε επίπεδο αφίξεων και εισπράξεων, ο πόλεμος προκαλεί μία πληθώρα προβλημάτων στον ευρωπαϊκό ταξιδιωτικό τομέα. Οι ανατιμήσεις στα καύσιμα προκαλούν αυξήσεις στις τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων φέτος. Ανασταλτικά αναμένεται να λειτουργήσει και το υψηλό κόστος ειδών πρώτης ανάγκης, με αιχμή τα τρόφιμα, ενώ στα μείον της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης περιλαμβάνεται και το κλείσιμο του εναέριου χώρου της Ρωσίας, της Ουκρανίας, της Μολδαβίας και της Λευκορωσίας για τους περισσότερους αερομεταφορείς της Δυτικής Ευρώπης, γεγονός που θα επηρεάσει την αεροπορική σύνδεση Ευρώπης-Ασίας.