Συνελήφθη την Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024 το πρωί, από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου ένας 48χρονος Ιταλός σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε καταδικαστική απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δωδεκανήσου με συνολική ποινή κάθειρξης 7 ετών και 7 μηνών και χρηματική ποινή 2.000 ευρώ για αρπαγή, επικίνδυνη σωματική βλάβη της οπλοκατοχή.
Τον Ιούνιο του 2024 ο κατηγορούμενος που έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης 11 ετών και ενός μηνός και χρηματική ποινή ύψους 2.000 ευρώ, με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα είχε μειώσει την ποινή του ενώ σε ποινή κάθειρξης 5 ετών μετατρέψιμη προς 10 ευρώ ημερησίως με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, είχε καταδικαστεί στον πρώτο βαθμό για απλή συνέργεια σε διακεκριμένη αρπαγή ο 31χρονος ανιψιός του.
Η έφεση του τελευταίου απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη και διατηρήθηκε η πρωτόδικη καταδίκη του.
Οι κατηγορούμενοι συνελήφθησαν τον Ιούλιο του 2016 από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου, μετά από καταγγελίες για βασανισμό ενός 34χρονου Αλβανού.
Ο 34χρονος ισχυρίστηκε ότι ο 42χρονος Ιταλός είχε δει στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης facebook μια μοτοσυκλέτα που πωλούσε ο κουνιάδος του και ενδιαφέρθηκε για την αγορά της έναντι 4.000 ευρώ.
Υποστήριξε ότι ο κουνιάδος του, του την πώλησε έναντι 3.500 ευρώ το καλοκαίρι του 2015 και ο 42χρονος του έδωσε έναντι της αγοράς το χρηματικό ποσό των 2.500 ευρώ σε μετρητά και του όφειλε ακόμη 1.000 ευρώ.
Επειδή, όπως ισχυρίστηκε, δεν εξόφλησε το τίμημα, ο κουνιάδος του ζήτησε να του επιστραφεί η μοτοσυκλέτα και σε κάποια στιγμή όταν υπέστη βλάβη ο 42χρονος ζήτησε 4.500 ευρώ από τον κουνιάδο του.
Την 24η Ιουλίου 2016, όπως είπε, όταν μετέβη στο κατάστημα οι κατηγορούμενοι τον έπληξαν με μηχάνημα ηλεκτρικής εκκένωσης και εν συνεχεία ο 42χρονος τον χτύπησε με μαχαίρι στο δεξί χέρι και στην πλάτη, στην κοιλιά και στο αριστερό χέρι με τσεκούρι.
Εν συνεχεία, όπως υποστήριξε, τον έσυραν σε μια αποθήκη και τον έδεσαν σε μια καρέκλα, όπου και έμεινε μέχρι την 03.00 ώρα τα ξημερώματα οπότε και διέφυγε εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι ο 31χρονος αποκοιμήθηκε.
Μάλιστα ισχυρίστηκε ότι το τι ακριβώς συνέβη έχει καταγραφεί σε σύστημα ηλεκτρονικής μαγνητοσκόπησης του καταστήματος, το οποίο πράγματι ελέγχθηκε και τον δείχνει μόνο να εξέρχεται του καταστήματος.
Ο Αλβανός, ξεκαθάρισε ότι ο 31χρονος δεν τον χτύπησε αλλά του έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό. Ισχυρίστηκε ότι ενώ εκρατείτο του ζήτησαν να συνομιλήσει με έναν ομοεθνή φίλο του για να του ζητήσει τα χρήματα αλλά και με έναν Ροδίτη εργολάβο.
Στο μεταξύ ο 42χρονος, έδειξε στους αστυνομικούς φωτογραφία που απέστειλε σε μια ομοεθνή του μέσω της εφαρμογής viber από το κινητό του τηλέφωνο στην οποία απεικονίζεται το θύμα δεμένο στο πάτωμα και χτυπημένο.
Σε συνομιλία με την ομοεθνή του αναφέρει ότι πρόκειται για τον Aλβανό που τον έκλεψε.
Ο 42χρονος Ιταλός, πάντως αρνείται τα όσα του αποδίδονται και ισχυρίζεται, ότι γνώρισε τον 34χρονο Αλβανό πριν από ένα χρόνο στη Ρόδο με τον οποίο και έκανε παρέα.
Μία μέρα, ο 34χρονος πήρε κρυφά τα κλειδιά του σπιτιού του, μπήκε μέσα και του έκλεψε 4.500 ευρώ και κάποια κοσμήματα.
Μετά την κλοπή έφυγε για την Αθήνα και ο 42χρονος έχασε τα ίχνη του.
Στη συνέχεια, έμαθε ότι ο Αλβανός επέστρεψε στη Ρόδο και τον κάλεσε στην καφετέριά του στην περιοχή Ζέφυρος για να μιλήσουν. Πάνω στην κουβέντα, σύμφωνα πάντα με όσα φέρεται να δήλωσε ο Ιταλός, άρχισαν να τσακώνονται και ο 34χρονος έπιασε ένα μαχαίρι για να τον τραυματίσει.
Με το μαχαίρι τον χτύπησε πολλές φορές στην πλάτη.
Προσπαθώντας να αμυνθεί ο Ιταλός έπεσε στο πάτωμα μαζί με τον Αλβανό και ακολούθησε πάλη, με αποτέλεσμα να σπάσει ένα ποτήρι και ένα μπουκάλι και οι δύο άνδρες να κυλιούνται πάνω στα γυαλιά.
Εκείνη τη στιγμή θόλωσε το μυαλό του Ιταλού, ο οποίος φέρεται να υποστήριξε ότι με θολωμένο το μυαλό του πήρε ένα καλώδιο και έδεσε τον 34χρονο σε μία καρέκλα, ενώ του έκλεισε το στόμα με μία κοντομάνικη μπλούζα και ένα μαντήλι.
Του ζητούσε να του επιστρέψει τα λεφτά και τα κοσμήματα που του έκλεψε και εκείνος έλεγε ότι δεν έχει τίποτε.
Γύρω στις 20.30 ήλθε στην καφετέρια ο ανιψιός του από τον οποίο ζήτησε να μείνει για να επιτηρεί τον Αλβανό μέχρι να φέρουν τα χρήματα που του υποσχέθηκε.