Η Σύμη γεωπολιτικά βρίσκεται στο κεντρικότερο μέρος του κόσμου. Ότι βλέπουμε γύρω μας ανέκαθεν δεν είναι τυχαία. Ο συνημμένος χάρτης απεικονίζει τον σημερινό κυκλοφοριακό φόρτο των πλοίων στην Μεσόγειο. Παρόλο που άλλαξαν οι συνθήκες ναυσιπλοΐας, ε το συνωστισμός γύρω από αυτήν την περιοχή είναι ο ίδιος. Αυτός ο συνωστισμός έκανε τη Ρόδο θαλασσοκράτειρα. Όταν η Ρόδος έπεφτε σε χέρια κατακτητών τότε η Σύμη ανελάμβανε το ρόλο της.
Αυτό υπογραμμίζει σε άρθρο του ο κ. Νίκος Φαρμακίδης πολιτικός μηχανικός . Αναλυτικά:
Η Σύμη λοιπόν ήταν ανέκαθεν ο άλλος εαυτός της Ρόδου από όλες τις απόψεις. Δεν πρέπει να μας παρασύρει το μέγεθος των νησιών, γιατί και ως Ρόδος μιλάμε μόνο για την πόλη και όχι για το νησί. Έτσι, εντρυφώντας στα αρχεία της Σύμης βλέπουμε την εικόνα μιας πολιτείας που ήταν ακριβές αντίγραφο της Ρόδου του δεύτερου αιώνα πριν τον Χριστό, όπως το διαβάζουμε στην ιστορία της. Παραρτήματα αυτού του συστήματος ήταν το Καστελόριζο και η Χάλκη.
Η Σύμη, έχοντας αποφύγει τις ξενικές παρεμβάσεις, έμεινε ένας οικισμός μοναδικός στον Ελληνικό χώρο. Η μίμηση του Ιπποδάμιου συστήματος της Ρόδου την έχει καταστήσει μοναδικό οικισμό στον ελληνικό χώρο. Ο Ιππόδαμος, σε αντίθεση με το ότι επικράτησε γι’ αυτόν, πίστευε πως η πόλις δεν είναι σπίτια και δρόμοι, αλλά τρόπος ζωής: κοινωνία (βλέπε Στράβωνα). Οι Έλληνες άλλωστε είχαν ως βάση της φιλοσοφίας τους την εύρεση της «α-λήθειας» δηλαδή του αθάνατου. Πίστευαν ότι το «πως» είναι αληθινό, ενώ το «κάτι» είναι εφήμερο. Η «πόλις», ή «κοινωνία», η σχέση των ανθρώπων είναι το αθάνατο ενώ όλα τα άλλα φθείρονται δεν είναι «αληθινά». Η Σύμη είναι το παράδειγμα πως από την φιλοσοφία οδηγούμαστε στην καθημερινότητα του ανθρώπου, όπως αναλυτικά το περιγράφω στο βιβλίο που μόλις εκδόθηκε.
Αγναντεύοντας τον Οικισμό της Σύμης από ψηλά, βλέπουμε ωραία διατεταγμένα τα κτίριά της που είναι όλα σχεδόν ιδίου μεγέθους. Οι κάτοικοί της έχοντας ως γνώμονα το ελληνικό δίκαιο, όπως μας το κατέγραψε ο Αρμενόπουλος, έκτιζαν μετά από συναίνεση των γειτόνων τους. Ούτε ένας τοίχος δεν κτίζονταν αν δεν συμφωνούσαν οι γείτονες. Έτσι έφτιαξαν ένα Οικισμό με πλήρη κοινωνική συναίνεση, άρα αληθινό και αιώνιο. Επιπλέον, επειδή η προκρούστεια λογική είχε πεθάνει στη Ελλάδα από την εποχή του μύθου (Θησέας). Έτσι οι Συμιακοί σχεδίαζαν τα σπίτια τους «κατά φύσιν». Όπως οι άνθρωποι, τα ζώα ή τα δένδρα είναι όμοια, αλλά τα χαρακτηριστικά τους τα κάνουν να ξεχωρίζουν, έτσι και οι οικισμός αποτελείται από σπίτια που δεν είναι αντίγραφα το ένα του άλλου. Ενταγμένα στη λογική της ευμετρίας, είναι ένα σύνολο που σου χαρίζει γαλήνη. Τα ψηλά κτίρια, οι συμμετρίες και οι επαναλήψεις οδηγούν σε αγχωτικά περιβάλλοντα. Η προκρούστεια λογική του Βιτρούβιου, με τα επαναλαμβανόμενα αρχιτεκτονικά στοιχεία, δεν θα μπορούσε να είναι ελληνική! Τις λογικές αυτές ο Νίτσε τις χαρακτηρίζει καρικατούρες του ελληνικού πολιτισμού (βλέπε Γέννηση της Τραγωδίας). Άλλωστε οι λογικές αυτές δεν είναι φιλικές στον άνθρωπο, απλά προσπαθούν να επιβληθούν, κάτι που είναι ξένο για τον Έλληνα. Όλες οι τέχνες στην Ελλάδα δημιουργούσαν σχέσεις αγάπης προς τον άνθρωπο. Είναι «αγάλματα» δηλαδή αγαλλιάζουν τον παρατηρητή. Ελπίζω κάποτε οι αρμόδιες Υπηρεσίες να καταλάβουν τα λάθη της και να σταματήσουν να αλλοιώνουν την πολεοδομία και την αρχιτεκτονική του οικισμού.
Ο Οικισμός δεν έχει ένα κεντρικό σύστημα, γιατί αποτελείται από κύτταρα, που σήμερα τα λέμε Ενορίες. Κάθε Ενορία έχει ως κέντρο το Πλατύ του Ναού, που είναι η «Αγορά» των Ελλήνων. Εδώ διαδραματίζονται όλα τα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα, αλλά ακόμη και η συλλογική διασκέδαση. Ενορία θα πει «εντός των ορίων μιας περιοχής»: ενός κυττάρου της κοινωνίας. Στο Πλατύ του ναού μαζεύονταν οι ενορίτες για να αποφασίσουν για όλα τα θέματά τους. Τα θέματα της πόλης συνολικά αποφασίζονταν στις γενικές συνελεύσεις στο Πλατύ του Μητροπολιτικού Ναού. Έτσι οι γενικές συνελεύσεις γίνονταν παλιά στην Μεγάλη Παναγία του Κάστρου και αργότερα στον Αη Γιάννη του Γιαλού. Ο Ναός είναι εκκλησία! Το σύνολο της πολιτείας ονομάζονταν «Κοινό» και το εκπροσωπούσαν οι δύο Πρωτόγεροι. Ο πρώτος διαχειρίζονταν τα διοικητικά και οικονομικά και ο δεύτερος προετοίμαζε τις Γενικές Συνελεύσεις και διατηρούσε τα κατάστιχα, λέγονταν και γραμματέας. Το «Κοινό» ήταν η προστάτιδα δύναμη του πολίτη, του κατοίκου του νησιού. Όλα αυτά συνέβαινα μέχρι τον 20ο αιώνα.
Ψήφιζαν μόνο οι «Συντελεστές», δηλαδή όσοι πλήρωναν φόρους και ήταν καταγραμμένοι στη «Μάνα» του Κοινού, στο κατάστιχο πληρωμής των φόρων. Κάθε Ενορία εκπροσωπούνταν στη Διοίκηση από ένα Σύμβουλο. Τίποτα δεν μπορούσε να γίνει αν δεν το αποφάσιζε η γενική Συνέλευση. Ο Πρωτόγερος απλά εκτελούσε τις αποφάσεις της. «Εμείς όλοι, μικροί και μεγάλοι, οι κάτοικοι της Σύμης αποφασίζουμε ομόφωνα».
Η Σύμη όπως είπαμε βρίσκονταν στο γεωπολιτικό κέντρο του κόσμου, είχε στα χέρια της υψηλής τεχνολογία πλοία και έπαιζε σημαντικό ρόλο στο παγκόσμιο εμπόριο. Η Σύμη δεν αλώθηκε ποτέ. Οι εκάστοτε κατακτητές της Ρόδου, έχοντας την εμπειρία του Δημητρίου του πολιορκητή και γνωρίζοντας ότι οι Συμιακοί με τα «ιπτάμενα πλοία» τους, όπως τα περιγράφουν οι χρονογράφοι του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή, που κυριαρχούσαν στην Μεσόγειο, δεν θα τους άφηναν να κάνουν κανένα βήμα αναγκάζονταν να πάρουν την Σύμη με το μέρος τους. Η εμπειρία του Μωάμεθ του Β’ το 1467, οδήγησε τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή να υπογράψει Χάτ-ι Χουμαγιούν για τη Σύμη, ώστε να μένει ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία με ατέλειες και μεγάλα προνόμια ως προς την Αυτοκρατορία. Ουσιαστικά είχε γίνει ένας μοναδικός φορολογικός παράδεισος. Η ελευθερία αυτή της Σύμης ήταν προαιώνια, «κατ’ έθιμον» για τους κατακτητές (αντέτι).
Οι Ευρωπαίοι λόγω των διομολογήσεων, δηλαδή των δυνατότητων που είχαν οι πολίτες τους μέσα στην Αυτοκρατορία, δημιούργησαν στην Σύμη προξενικές αρχές. Η Σύμη στις αρχές του 19ου αιώνα είχε 10 προξενεία και αργότερα έφτασε τα 20. Οι σχέσεις λοιπόν των Συμιακών με τα κέντρα εξουσίας της Ευρώπης ήταν πολύ στενές και αμφίδρομες. Όμως η διαχείριση αυτού του καθεστώτος είχε ανάγκη από πολύ μορφωμένο προσωπικό στη Διοίκηση. Έτσι η Σύμη, πρώτη στον Ελληνικό χώρο, δημιούργησε Ακαδημία το 1765, δηλαδή πανεπιστήμιο. Σε αυτό μορφώνονταν σε πολύ υψηλό επίπεδο η τάξη των διοικούντων. Η Σχολή αυτή, της Αγίας Μαρίνας, εξέθρεψε και την ιδεολογία που θα οδηγήσει στις 16.8.2812 στην κήρυξη Επανάστασης κατά των Οθωμανών. Η Επανάσταση όμως οδήγησε τελικά τη Σύμη στο να χάσει την υπόστασή της ως ελεύθερου κράτους. Τότε ξεκίνησαν οι περιπέτειες. Το πολιτικό προσωπικό του νησιού όμως κατάφερε να τις δαμάσει και να επαναφέρει τελικά την ευδαιμονία. Έτσι έφτασε η πολιτεία αυτή να ζήσει σχεδόν ανέπαφη μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.