Ο χρυσός ως εμπόρευμα βρίσκεται στη χαμηλότερη δυνατή θέση, με τις πωλήσεις του να σημειώνουν αλλεπάλληλα αρνητικά ρεκόρ. Η Ρόδος, ως μια από τις πιο ισχυρές περιοχές της Ελλάδας στο εμπόριο χρυσών κοσμημάτων, φέτος κλυδωνίστηκε ολόκληρη από την αδιαφορία με την οποία αντιμετώπισαν οι τουρίστες τα προσφερόμενα εμπορεύματα.
Το τέλος της τουριστικής περιόδου άφησε μια έντονα πικρή γεύση στη συντριπτική πλειοψηφία των χρυσοχόων της Ρόδου. Οι εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που βρέθηκαν για παραθερισμό στο νησί στάθηκαν παγερά αδιάφοροι μπροστά στις βιτρίνες των κοσμηματοπωλείων. «Είμαι χρυσοχόος από το 1973 και τέτοια κατάσταση δεν την έχω δει ποτέ μου», δήλωσε προς τη “δημοκρατική” ο χρυσοχόος Αντώνης Πρελορέντζος. «Εφτασα πια να είμαι συνταξιούχος και να παρατηρώ το εμπόριο, διότι αυτό έκανα όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην αγορά του νησιού είναι πρωτοφανές. Υπάρχουν χρυσοχοεία στη Ρόδο με εμπορεύματα που δεν μπορεί να το φανταστεί ο ανθρώπινος νους κι όμως αυτά τα μαγαζιά όλο το καλοκαίρι δεν δούλεψαν».
Σύμφωνα με τους χρυσοχόους της Ρόδου, οι πελάτες που τελικώς έκαναν αγορές ήταν εκείνοι που προερχόντουσαν από τα σκάφη αναψυχής. Εκείνοι που έφτασαν στο νησί με θαλαμηγούς και αν σε κάποια βιτρίνα εντόπιζαν κάτι που τους αρέσει, τότε το αγόραζαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Βέβαια, όπως περιεγράφη προς τη “δημοκρατική”, «οι πελάτες αυτής της κατηγορίας έχουν τα πάντα. Σε κοσμήματα έχουν αγοράσει τα πάντα και τελικά είναι δύσκολο να βρουν κάτι που πραγματικά να τους κινήσει το ενδιαφέρον».
Ολοι οι υπόλοιποι τουρίστες, εκείνοι που διέμεναν σε ξενοδοχεία, αλλά ακόμα και οι πελάτες των κρουαζιερόπλοιων, αδιαφόρησαν πλήρως για το χρυσό κόσμημα της Ρόδου. Μάλιστα, αποτελεί φαινόμενο των τελευταίων τριών ετών να αδιαφορούν οι επιβάτες των κρουαζιερόπλοιων για ροδίτικα κοσμήματα. Οι επαγγελματίες της αγοράς το αποδίδουν τόσο στη διεθνή οικονομική κρίση, όσο και στο γεγονός ότι η κρουαζιέρα έπαψε να είναι ακριβή κι έτσι έδωσε την ευκαιρία και στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα να κάνουν ένα ονειρικό ταξίδι με μια πλωτή πολιτεία.
«Ο χρυσός έκανε έναν κύκλο. Βρέθηκε στο απόγειο του στις δεκαετίες του ’70, του ’80 και του ’90. Οσοι είχαν μυαλό τότε μπόρεσαν και έκαναν περιουσίες. Εκμεταλλεύτηκαν τη φθηνή δραχμή, τη δύναμη του δολαρίου, τους οικονομικά άνετους τουρίστες, το φθηνό χρυσό σε σύγκριση με άλλες χώρες του κόσμου και έτσι δούλεψαν καλά», περιέγραψε ο κ. Πρελορέντζος. «Όλα αυτά τώρα έχουν αλλάξει και η επίπτωση έχει χτυπήσει πρώτα τα χρυσοχοεία».
Σε ερώτηση εάν η κατάσταση αυτή θα ανατραπεί ο κ. Πρελορέντζος εξέφρασε την εκτίμηση ότι «ίσως μετά από τρία ή πέντε χρόνια τα πράγματα να αλλάξουν. Όλα αλλάζουν σήμερα και οι αλλαγές είναι τόσο μεγάλες που εμείς είμαστε πολύ μικροί για να τις αντιληφθούμε. Μπορεί η αγορά να βελτιωθεί, μπορεί όμως και όχι. Είναι ακόμα πολύ δύσκολο να πούμε, γιατί δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το Αύριο».
Οι Ελληνες αγοραστές επίσης έχουν αρχίσει να αποστρέφονται το χρυσό κόσμημα. Οι αγορές στις οποίες προχωρούν είναι εκείνες που αφορούν στην κάλυψη κάποιων υποχρεώσεων που επιβάλλει η παράδοση. Χρυσές βέρες για γάμους, κάποιο κόσμημα για τη βάπτιση ενός βρέφους και τίποτε άλλο.
Στη διαμόρφωση του συγκεκριμένου κλίματος συνέβαλε καθοριστικά η οικονομική κρίση της χώρας. Δεν είναι μόνο η έλλειψη χρήματος που δεν επιτρέπει την αγορά χρυσών κοσμημάτων. Εκείνο που έχει καταρρακώσει τον κλάδο ολόκληρο είναι τα εκατοντάδες ενεχυροδανειστήρια, που λειτουργούν και ως κέντρα αγοράς χρυσών κοσμημάτων. Σε αυτά έχουν καταφύγει εκατομμύρια Ελληνες προκειμένου να εκποιήσουν ό,τι έχουν και δεν έχουν και να καλύψουν τις ανάγκες επιβίωσης. Στα κέντρα – καταστήματα αυτά, όπως ξανάγραψε η “δημοκρατική”, η αγορά του χρυσού γίνεται με γνώμονα το βάρος του κι όχι την αξία του ως κόσμημα. Ετσι, όσοι βρέθηκαν στη θέση να κάνουν τέτοιου είδους συναλλαγές, βρέθηκαν ενώπιον της δυσάρεστης έκπληξης να πρέπει να εισπράξουν μόλις μερικές δεκάδες ευρώ, για κοσμήματα που αγόρασαν έναντι εκατοντάδων ευρώ.
Εχει υπολογιστεί ότι ο κάθε ένας που εκποίησε χρυσά κοσμήματα, εισέπραξε περίπου το 1/3 ή ακόμα και το 1/4 των χρημάτων που αρχικώς είχε διαθέσει για την αγορά των κοσμημάτων αυτών. Από μόνη της η τεράστια αυτή διαφορά στις τιμές (που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες) έχει προκαλέσει καχυποψία και διαμόρφωσε αρνητικό κλίμα και για τους ίδιους τους χρυσοχόους.
Ιδια εικόνα
και για το ασήμι
Το ασήμι ως εμπόρευμα έχει γνωρίσει μεγάλη άνθιση. Ακόμα και μέχρι το έτος 2013, το ασήμι αποτελούσε ένα εμπόρευμα εγγύηση για τον Ρόδιο έμπορο, καθώς η αδιαμφισβήτητή αξία του, σε συνάρτηση με το χαμηλό του κόστος (έναντι του χρυσού), διαμόρφωναν τις καλύτερες προϋποθέσεις στην αγορά.
Ακόμα κι αυτό στη φετινή σεζόν φαίνεται πως άλλαξε. Το ασήμι ως εμπόρευμα, ακόμα και ως περίτεχνο κόσμημα, δεν κινήθηκε, όπως τα προηγούμενα χρόνια. Οι έμποροι του είδους αποδίδουν το φαινόμενο κυρίως στην οικονομική αδυναμία των τουριστών, αλλά και στη μεγάλη μείωση του θαλάσσιου τουρισμού. Ο περιορισμός στις προσεγγίσεις των κρουαζιερόπλοιων συνέβαλε τα μέγιστα ώστε ο συγκεκριμένος κλάδος να πληγεί βαρύτατα.
Οι προοπτικές
Η φετινή τουριστική σεζόν έχει πια τελειώσει οριστικά. Απαντες προχωρούν σε οικονομικό απολογισμό και προσπαθούν τώρα πια να κανονίσουν την τακτοποίηση όλων των εκκρεμοτήτων που έμειναν από το καλοκαίρι.
Το δύσκολο, ωστόσο είναι ο προγραμματισμός για την επόμενη τουριστική περίοδο. Τα δεδομένα, όπως αρχίζουν να διαμορφώνονται, έχουν ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με εκείνα που υπήρχαν στο τέλος της σεζόν του 2013. Υπήρχαν δηλαδή μηνύματα για μια σεζόν γεμάτη κόσμο και ο προγραμματισμός της κρουαζιέρας παρουσίαζε σημαντική μείωση. Οι τότε εκτιμήσεις έγιναν πραγματικότητα στο 2014. Και η κρουαζιέρα βούλιαξε, όπως και το νησί βούλιαξε από κόσμο. Όμως τα καταστήματα (κυρίως τα χρυσοχοεία) δεν δούλεψαν.
Ετσι, επειδή υπάρχει το προηγούμενο, οι χρυσοχόοι και εν γένει οι έμποροι είναι εξαιρετικά προβληματισμένοι. Εάν τελικά τα οικονομικά αποτελέσματα του 2015 είναι όμοια με εκείνα του 2014, τότε τα προβλήματα που θα προκύψουν για τεράστιο αριθμό εμπόρων θα είναι απίστευτης σφοδρότητας.