Μπορεί οι τέσσερις υποψήφιοι αρχηγοί της ΝΔ να διαφωνούν στα περισσότερα –με τελευταίο κρούσμα την ημερομηνία για τη συνδιάσκεψη που τελικά ματαιώθηκε- ωστόσο κάποιες από τις πτυχές της εφαρμοζόμενης πολιτικής της συγκυβέρνησης έχουν καταφέρει να τους ενώσουν. Χαρακτηριστική είναι η ρητορική που χρησιμοποιούν στις προεκλογικές τοποθετήσεις τους για την υπερφορολόγηση της ελληνικής κοινωνίας και που χρησιμοποιήθηκε ως βασικό επιχείρημα από τη ΝΔ για την καταψήφιση των προαπαιτούμενων μέτρων στη Βουλή.
Είναι μία από τις λεγόμενες «κόκκινες γραμμές» με τις οποίες εμφανίζονται στο δρόμο προς τις κάλπες της άλλης Κυριακής, οι Βαγγέλης Μητσοτάκης, Απόστολος Τζιτζικώστας, Κυριάκος Μητσοτάκης και Άδωνις Γεωργιάδης.
Μάλιστα φροντίζουν σε κάθε ευκαιρία, με στόχο και το εσωκομματικό τους ακροατήριο, να στείλουν τα μηνύματά τους σε Ελλάδα και εξωτερικό και δη τους δανειστές, με τους οποίους πάντως ο νέος αρχηγός θα κληθεί άμεσα να συνεργαστεί.
Βέβαια, απόλυτα σαφείς αντιπροτάσεις ακόμα δεν έχουν γίνει και οι υποψήφιοι πρόεδροι της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς ώρας περιορίζονται σε γενικόλογες τοποθετήσεις, οι οποίες τις επόμενες μέρες και μέχρι την 22α Νοεμβρίου αναμένεται να γίνουν πιο συγκεκριμένες.
«Αριστερά νεοφιλελεύθερα μέτρα»
«Ως Πρόεδρος της ΝΔ δεν πρόκειται να ψηφίσω νέα φορολογικά μέτρα. Το αντίθετο θα εφαρμόσω πολιτικές που θα απαλύνουν τα αριστερά νεοφιλελεύθερα μέτρα», δήλωσε χθες από τη Λάρισα ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο οποίος από την εκλογική ήττα του Σεπτεμβρίου και μετά έχει σκληρύνει τη στάση του απέναντι στην κυβέρνηση κυρίως σε θέματα οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμά πως θα έχουν «καταστροφικό αποτέλεσμα» ενδεχόμενες νέες έκτακτες εισφορές σε μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίνει στα ζητήματα των αγροτών και στον ΦΠΑ στην εκπαίδευση.
Από τη Χίο που βρέθηκε πριν από τρεις μέρες, ο προσωρινός πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε και στα εθνικά μας θέματα, τα οποία, όπως είπε, «δεν παζαρεύονται. Αποτελούν κόκκινη γραμμή για μας. Και εκπτώσεις δεν πρόκειται να γίνουν». Και αυτό, πρώτα απ’ όλα, υποστηρίζει, «πρέπει να το καταλάβουν και οι ξένοι. Και να το πει έτσι ο πρωθυπουργός σε όποιον συνομιλητή έχει».
«Ρεαλιστική αντιπρόταση»
«Περάσαμε πολλά αυτά τα 6-7 χρόνια. Κανείς άλλος λαός δεν θυσίασε τόσα πολλά σε τόσο σύντομο χρόνο για να συμβάλλει στη διάσωση της χώρας του», δηλώνει ο Απόστολος Τζιτζικώστας ο οποίος χαρακτηρίζει τις απαιτήσεις των δανειστών «σκληρές και συνεχείς και σε πολλά θέματα αναποτελεσματικές».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως λέει, είναι η υπερφορολόγηση, «που συντρίβει οικογένειες και επιχειρήσεις».
Αλλά μια σοβαρή κυβέρνηση, επισημαίνει ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, «ιεραρχεί προτεραιότητες, αξιολογεί δεδομένα και προθέσεις και εκπονεί το δικό της εθνικό σχέδιο που όχι δεν θα είναι «παράλληλο», θα είναι μια απόλυτα συμβατή και ρεαλιστική αντιπρόταση.
Δεν υπάρχει σε αυτή τη διαπραγμάτευση απαίτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί με «όχι», φτάνει μαζί με την άρνηση να βάζεις στο τραπέζι τη δική σου ρεαλιστική εθνική πρόταση», τονίζει. Η χώρα, υποστηρίζει με νόημα, έχει ακόμη μπροστά της αρκετά κρίσιμες και σκληρές μάχες, «και πραγματικά αξίζει να τολμήσουμε», ενώ κι αυτός βάζει υψηλά στην ατζέντα και τα εθνικά μας θέματα.
«Αλλαγή προτεραιοτήτων»
Την πεποίθησή του ότι «αν η Ελλάδα αναλάμβανε τη μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία των κινήσεων, οι δανειστές θα προσαρμόζονταν», διατυπώνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και φέρει ως παράδειγμα τα πεπραγμένα του ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης: « Όπου έκρινα ότι θα μπορούσε να βλαφτεί η χώρα μου από την εφαρμογή μιας προτεινόμενης πολιτικής, έλεγα «όχι». Στις διαπραγματεύσεις μου με την Τρόικα καταφέραμε να τους αλλάξουμε τις προτεραιότητες και τελικά την ατζέντα. Καταφέραμε να στρέψουμε το σχεδιασμό από ποσοτικό (απολύσεις) σε ποιοτικό (αποτελεσματικό κράτος).
Το 2014 συστήσαμε ένα διετές πρόγραμμα δράσης για τη διοικητική μεταρρύθμιση και ηλεκτρονική διακυβέρνηση της χώρας το οποίο οι δανειστές μας αποδέχτηκαν. Και βέβαια έκαναν πίσω σε πολλά από όσα εκείνοι είχαν προτείνει», σημειώνει. Αναφέρει δε το παράδειγμαάλλων χωρών που είχαν μνημόνιο και κατάφεραν να βγουν από αυτό, όπως η Κύπρος.
«Δίχως να αυξήσουν κανένα φόρο, με νοικοκύρεμα του κράτους και εξορθολογισμό των δαπανών τα κατάφεραν. Με τους ίδιους θεσμούς – δανειστές είχαν να κάνουν. Απλά οι Κύπριοι κατάλαβαν ότι το πρόγραμμα διάσωσης που είχαν υπογράψει ήταν για το καλό τους, το ιδιοποιήθηκαν και το εφάρμοσαν με συνέπεια», τονίζει.
«Εθνική κυριαρχία»
Ο Άδωνις Γεωργιάδης χαρακτηρίζει ως κόκκινη γραμμή του «οτιδήποτε πλήττει ευθέως την εθνική κυριαρχία, μπορεί να βλάψει τα εθνικά συμφέροντα της χώρας και μεγαλώνει τον πόνο των αδύναμων στρωμάτων της κοινωνίας».
Προτείνει ένα φορολογικό σύστημα με αναπτυξιακό προσανατολισμό, που αντιμετωπίζει ουσιαστικά και ριζικά τη φοροδιαφυγή και μειώνει τα βάρη για τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Το πρόγραμμα που επέβαλαν οι θεσμοί και υπέγραψε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ (αλλά ψήφισε και η ΝΔ), σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη «δεν βγαίνει γιατί δεν δίνει κανένα περιθώριο στην ιδιωτική οικονομία να αναπνεύσει. Και αν δεν συμβεί αυτό, δεν πρόκειται να υπάρξει αύξηση του ΑΕΠ για να βγούμε απ’ τη μιζέρια».
Ταυτόχρονα, παρά την επιθυμία αρκετών –κυρίως στο εξωτερικό- για σχηματισμό μεγάλου κυβερνητικού σχηματισμού, αρνείται μετ’ επιτάσεως τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ: «Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να συγκυβερνήσω με ανθρώπους που εμπλέκονται με την τρομοκρατία», δήλωσε πρόσφατα.
euro2day.gr