Η φθινοπωρινή βροχή των Λεοντιδών θα κατακλύσει τον ουρανό το βράδυ της Τρίτης 17 Νοεμβρίου, με τους νυχτερινούς παρατηρητές να έχουν τη δυνατότητα να χαθούν στη μαγεία της. Ο Διονύσης Σιμόπουλος εξηγεί το υπέροχο φαινόμενο.
Από τις αρχές του μήνα, τις πρώτες πρωινές ώρες, μπορεί κανείς να παρατηρήσει την ετήσια επίσκεψη μιας ροής σωματιδίων που σχηματίζουν την «Βροχή των Λεοντιδών», η οποία αναμένεται να φτάσει σ’ έξαρση στις 17 προς 18 Νοεμβρίου όταν 15 περίπου φωτεινά πεφταστέρια θα στολίζουν τον ουρανό κάθε ώρα. Συγχρόνως μπορείτε επίσης να παρατηρήσετε τους δύο λαμπρούς πλανήτες Αφροδίτη και Δία στην ανατολική πλευρά του ουρανού. Παρόλα αυτά να έχετε υπόψη σας ότι ακόμη πιο πλούσια φέτος θα είναι μία άλλη βροχή διαττόντων, οι «Διδυμίδες», που θα εμφανιστεί στον ουρανό το πρώτο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου. Η «βροχή των Λεοντιδών» πήρε την ονομασία της από τα μετέωρα που φαίνονται να προέρχονται από την κατεύθυνση του αστερισμού του Λέοντα. Όπως όλες οι «βροχές διαττόντων» οφείλονται στα σωματίδια σκόνης που αφήνουν πίσω τους οι διάφοροι κομήτες, έτσι και οι «Λεοντίδες» οφείλονται στα σωματίδια του κομήτη Τεμπλ-Τατλ.
Κατά την διέλευσή τους από τη Γη οι κομήτες αφήνουν πίσω τους διάφορα μικρά σωματίδια σκόνης τα οποία είναι σχετικά μαζεμένα σε ομάδες και τέμνουν πολλές φορές την τροχιά της Γης. Όταν η Γη συναντάει μια τέτοια ομάδα σωματιδίων τα έλκει και τότε αυτά εισέρχονται στην ατμόσφαιρά μας με ρυθμό 40 έως 70 αντικειμένων την ώρα. Σε εξαιρετικές όμως περιπτώσεις ο ρυθμός αυτός μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα χίλια μετέωρα την ώρα, οπότε λέμε ότι έχουμε μια «καταιγίδα διαττόντων». Φυσικά από αυτά τα μετέωρα δεν καταφέρνει κανένα να φτάσει στην επιφάνεια της Γης γιατί είναι μικρότερα και από κόκκους άμμου.
Αυτό που συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ότι η Γη μας περιφέρεται στην τροχιά της γύρω από τον Ήλιο με μια ταχύτητα 110.000 χιλιομέτρων την ώρα, οπότε πέφτει ακάθεκτη πάνω στα σύννεφα των σωματιδίων που έχει αφήσει πίσω του ο κομήτης. Τα μικροσκοπικά αυτά σωματίδια με βάρος μικρότερο του ενός γραμμαρίου χτυπάνε τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιράς μας σε ύψος 100 περίπου χιλιομέτρων και αναφλέγονται. Η ανάφλεξη αυτή ιονίζει τα γύρω στρώματα της ατμόσφαιρας σχηματίζοντας έτσι μια φωτεινή σφαίρα 2 έως 3 μέτρων που κινείται με ταχύτητα 30 έως 60 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο. Αυτή τη φωτεινή σφαίρα βλέπουμε από τη Γη και την ονομάζουμε διάττοντα, μετέωρο ή «πεφταστέρι». Κάθε ημέρα που περνάει πάνω από 100 τόνοι λεπτής διαστημικής σκόνης πέφτει πάνω στην επιφάνεια της Γης χωρίς καν να το καταλάβουμε.
Η μεγαλύτερη Καταιγίδα Διαττόντων που παρατηρήθηκε ποτέ ήταν η Καταιγίδα των Λεοντιδών στις 12 προς 13η Νοεμβρίου του 1833 όταν τα μετέωρα έμοιαζαν με πυροτεχνήματα από μία ροή δεκάδων μετεώρων κάθε δευτερόλεπτο που διήρκεσε επί ώρες. Ένας ιστορικός μάλιστα το 1878 την θεώρησε ως ένα από τα 100 πιo σημαντικά γεγονότα των ΗΠΑ. Πολλές ξυλογραφίες έχουν απεικονίσει το γεγονός με μεγάλη επιτυχία. Αρκετοί μάλιστα κοινωνιολόγοι αποδίδουν στο ουράνιο αυτό φαινόμενο την εξάπλωση της θρησκομανίας που επηρέασε τα επόμενα μερικά χρόνια την όλη κοινωνική εξέλιξη και τον σύγχρονο χαρακτήρα των ΗΠΑ.
Το 1799 η βροχή αυτή είχε παρατηρηθεί από τον Πρώσσο επιστήμονα Αλεξάντερ φον Χούμπολτ που βρίσκονταν στην Βενεζουέλα. Σύμφωνα με την περιγραφή του ολόκληρος σχεδόν ο ουρανός καλύφτηκε από φωτεινά μετέωρα που απείχαν μεταξύ τους όσο το διπλάσιο μέγεθος της Πανσελήνου. Σύμφωνα μάλιστα με τις αφηγήσεις των Νοτιοαμερικανών ιθαγενών το ίδιο φαινόμενο είχε παρατηρηθεί και το 1766. Άλλες προηγούμενες αναφορές εντοπίστηκαν το 1863 από τον Χιούμπερτ Νιούτον, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Γέηλ, με ενδείξεις για ιδιαίτερα μεγάλες καταιγίδες διαττόντων τα έτη 902, 934, 967, 1037, 1202, 1366, και 1533 μ.Χ. Η εμφάνιση των Λεοντιδών το 1866 έφτασε τους 5.000 διάττοντες την ώρα ενώ το 1867 ο ρυθμός έπεσε στους 1.000 την ώρα. Αντίθετα το 1899 η βροχή των Λεοντιδών ήταν απογοητευτική, όταν ξαφνικά τον επόμενο χρόνο (15-16 Νοεμβρίου 1900) ο ρυθμός ανέβηκε και πάλι στους 1.000 διάττοντες την ώρα.
Τα επόμενα χρόνια χάθηκαν τα ίχνη του κομήτη Τέμπλ-Τάτλ και θεωρήθηκε ότι είχε μάλλον διαλυθεί μέχρις ότου ανακαλύφτηκε και πάλι το 1965 όταν προσπέρασε τη τροχιά της Γης σε απόσταση λίγο μεγαλύτερη απ’ αυτήν της Σελήνης. Ένα χρόνο αργότερα στις 17 Νοεμβρίου 1966 στις κεντρικές και δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες δεκάδες χιλιάδες διάττοντες στόλισαν και πάλι τον νυχτερινό ουρανό γιά είκοσι τουλάχιστον λεπτά με ρυθμό 200.000 (55 το δευτερόλεπτο) έως 1.000.000 (280 το δευτερόλεπτο) διαττόντων κάθε ώρα. Μία προσεκτική ανάλυση το 1994 υπολόγισε ότι ο πραγματικός ρυθμός δεν υπερέβη τους 15.000 διάττοντες την ώρα (5 το δευτερόλεπτο) οι οποίοι όμως συγκρούονταν με τα ανώτερα στρώματα της γήινης ατμόσφαιρας με ταχύτητα 71 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο 255.000 χιλιόμετρα την ώρα).
iefimerida.gr