Με κάθε λαμπρότητα και την δέουσα επισημότητα αναμένεται να εορταστεί και φέτος, αύριο Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018, η εορτή του νεομάρτυρος, Κωνσταντίνου του Υδραίου που είναι ο πολιούχος της Δ.Κ. Ρόδου.
Η εορτή του νεομάρτυρος, Κωνσταντίνου του Υδραίου, συνδέεται άρρηκτα με την ιστορία και την παράδοση της πόλης της Ρόδου, μέσα στον χρόνο. Η 14η Νοεμβρίου είναι ημέρα πάνδημης σύναξης και θρησκευτικής ευλάβειας των πολιτών της Ρόδου, αφιερωμένη στον ασκεπή, Άγιο της πόλης μας, ως αναγνώριση της ομολογίας της πίστης του και της μαρτυρικής τελείωσής του το 1800 στη Ρόδο.
Μετά από σχετική πρόσκληση του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτη Ρόδου κ. Κύριλλου, τις λειτουργικές τελετές και εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του πολιούχου της Ρόδου, θα λαμπρύνουν με την παρουσία τους ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Σάμου και Ικαρίας κ. Ευσέβιος –ο οποίος θα προεξάρχει της πανηγύρεως- ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας κ. Παΐσιος, ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Κω – Νισύρου κ. Ναθαναήλ, ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Νουβίας κ. Σάββας, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Στρατονικείας κ. Στέφανος, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ολύμπου κ. Κύριλλος ενώ δεν αποκλείεται να παραστεί και ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Γάνου και Χώρας κ. Αμφιλόχιος.
Οι θρησκευτικές εκδηλώσεις ξεκινούν μία ημέρα νωρίτερα, με παράκληση του Αγίου στο παρεκκλήσιο του Δήμου Ρόδου και συνεχίζονται ανήμερα της εορτής, με τον καθιερωμένο Όρθρο και την Πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό Εισοδίων Θεοτόκου στο Νιοχώρι, τη λιτάνευση της εικόνας του Αγίου και των Ιερών Λειψάνων και θα κορυφωθεί με την αρτοκλασία στην είσοδο του Δημαρχείου Ρόδου.
Ο «άστεγος» Πολιούχος!
Υπενθυμίζουμε ότι ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Υδραίος είναι ο μοναδικός πολιούχος στην Ελλάδα που παραμένει «άστεγος»!!!
Είναι ένα ζήτημα που έχει μείνει σε εκκρεμότητα και καμία δημοτική αρχή δεν το έχει επιλύσει με συνέπεια, τα λείψανά του να φυλάσσονται σε άλλο ναό στην Ρόδο.
Αν και έχουν δοθεί επανειλημμένα άπειρες υποσχέσεις και δεσμεύσεις τόσο από τους δημάρχους της Ρόδου όσο και από τους ιεράρχες.
Η ‘στέγαση’ του Πολιούχου παραμένει ένα χρόνιο αίτημα του ροδιακού λαού εδώ και δεκαετίες.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ύδρα ανύδρω νυν ρέει ύδωρ ξένον,
Tων ιαμάτων εκ σορού Kωνσταντίνου
Ὁ Ἅγιος ἔνδοξος Νεομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Κωνσταντῖνος γεννήθηκε γύρω στὰ 1770 στὴν Ὕδρα ἀπὸ πτωχοὺςγονεῖς, τὸν Μιχαὴλ Δημαμᾶ, ὁ ὁποῖος ἦταν ναυτικός, καὶ τὴ Μαρίνα. Ὅταν ἔφθασε στὴν ἡλικία τῶν 18 ἐτῶν, ἄφησε τὴ γενέτειρά του καὶ ἦλθε στὴ Ρόδο γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὰ πρὸς τὸ ζῆν καὶ νὰ βοηθήσει τὴν οἰκογένειά του. Κατ̉ ἀρχὰς ἐργάστηκε στὸν Ταρσανᾶ τοῦ νησιοῦ καὶ κατόπιν στὸ κατάστημα κάποιου Νικολάου Καλόγλου, στὴ συνοικία τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Ἡ συναναστροφή του μὲ τοὺς Τούρκους εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ διωχθεῖ ἀπὸ τὴν ἐργασία του καὶ νὰ προσληφθεῖ στὴν ὑπηρεσία τοῦ Τούρκου διοικητῆ Χασὰν πασᾶ, ὁ ὁποῖος, ἐκτιμώντας τὸν χαρακτῆρά του, κατόρθωσε μὲ διάφορους τρόπους νὰ τὸν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, δίνοντάς του τὸ ὄνομα Χασάν.
Ἐπὶ τρία χρόνια ὁ νεαρὸς Κωνσταντῖνος παρέμεινε στὴν πλάνη τῆς θρησκείας τῶν Ἀγαρηνῶν ἀπολαμβάνοντας μεγάλες τιμὲς ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς. Ὅταν πέρασαν τὰ τρία χρόνια, θέλησε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ὕδρα γιὰ νὰ ἐπισκεφτεῖ τὸ πατρικὸ σπίτι. Ἡ εἴδηση τῆς ἀποστασίας του εἶχε φτάσει στὴν Ὕδρα καὶ ἡ μητέρα του ἔκλαιε ἀπαρηγόρητη γιὰ τὸ κατάντημα τοῦ παιδιοῦ της. Ὅταν ἔφτασε στὴν Ὕδρα, διαπίστωσε ὅτι ὅλοι τὸν ἀποστρέφονταν, ἡ δὲ μητέρα του ἀρνήθηκε νὰ τὸν δεχτεῖ, λέγοντάς του πίσω ἀπὸ τὴν κλειδωμένη πόρτα ὅτι δὲν ἔχει γιὸ μὲ τὸ ὄνομα Χασάν. Ἡ ἄρνηση τῆς μητέρας του τὸν συγκλόνισε καὶ τὸν ἔκανε νὰ συναισθανθεῖ τὸ σφάλμα του. Ἐπέστρεψε μετανοημένος στὴ Ρόδο καὶ βασανιζόμενος ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τῆς συνειδήσεως ἐπισκέφτηκε ἕναν πνευματικό, ποὺ ἀσκήτευε στὶς σπηλιὲς τοῦ Ροδινίου, στὸν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε τὴν πτώση του καὶ τὴν πρόθεσή του νὰ ἐπανορθώσει μὲ τὴν ὁμολογία καὶ τὸ μαρτύριο. Ὁ πνευματικός, φοβούμενος τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του, τὸν ἀπέτρεψε καὶ τὸν συμβούλεψε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ νησὶ καὶ νὰ ζήσει σὲ ἄλλο τόπο, ὅπου δὲν θὰ ἦταν γνωστὴ ἡ προηγούμενη ζωή του καὶ δὲν θὰ ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος νὰ τὸν συλλάβουν οἱ Τοῦρκοι καὶ νὰ τὸν θανατώσουν.
Ὑπακούοντας στοὺς λόγους τοῦ πνευματικοῦ ὁ Κωνσταντῖνος ἀναχώρησε ἀπὸ τὴ Ρόδο καὶ κατέφυγε στὴν Κριμαία, ὅπου παρέμεινε τρία χρόνια. Φεύγοντας ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀναζήτησε ἔμπειρο πνευματικὸ γιὰ τὴν θεραπεία τῆς πληγωμένης ψυχῆς του. Ἐκεῖνος, ὅταν τὸν ἄκουσε, τὸν ὁδήγησε στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Γρηγόριο τὸν Ε’, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ τὸν ἐνουθέτησε κατάλληλα, τὸν ἔστειλε στὸ Ἅγιο Ὄρος γιὰ νὰ στερεωθεῖ στὴν πίστη καὶ νὰ ἀσκηθεῖ στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ καὶ πολιτεία.
Μὲ τὶς εὐχὲς τοῦ Πατριάρχου ἀναχώρησε ὁ μακάριος γιὰ τὸν Ἄθωνα καὶ φτάνοντας ἐκεῖ πῆγε στὴ Μονὴ τῶν Ἰβήρων, ὅπου ἔμεινε πέντε μῆνες διακονώντας στὸ Ἀρχονταρίκι τῆς Μονῆς καὶ ἀγωνιζόμενος ἀσκητικὰ ἔχοντας ὁδηγὸ τὸν κοινὸ τῶν Πατέρων τοῦ Ὄρους πνευματικό, τὸν Παπᾶ Σέργιο. Κατὰ τὸν χρόνο τῆς ἐκεῖ παραμονῆς του συνάντησε καὶ τὸν Ὅσιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ ὁποῖος τὸν στήριξε πνευματικὰ καὶ τὸν προετοίμασε γιὰ τὸν ἀγῶνα τοῦ μαρτυρίου. Ἀγωνιζόμενος νυχθημερὸν μὲ νηστεῖες, προσευχὲς καὶ πύρινα δάκρυα μετανοίας, ἄναψε στὴν καρδιά του ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀποφάσισε νὰ ἐπιστρέψει στὴ Ρόδο καὶ νὰ ὁμολογήσει τὸν Χριστὸ ἐκεῖ, ὅπου τὸν ἀρνήθηκε. Ἐξομολογήθηκε στοὺς Πατέρες τὴν ἐπιθυμία του γιὰ τὸ μαρτύριο ἀλλ᾿ ἐκεῖνοι ἀρχικὰ τὸν ἀπέτρεψαν. Ὅταν ὅμως διαπίστωσαν τὴ γνησιότητα τοῦ φρονήματός του, ἔδωκαν τὴν εὐλογία τους.
Φτάνοντας ὁ Κωνσταντῖνος στὴ Ρόδο παρουσιάστηκε στὸν Χασὰν Πασᾶ φορώντας τὸ μαῦρο ράσο καὶ τὸν σκοῦφο τῶν Μοναχῶν καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του, δηλώνοντας ὅτι μετάνοιωσε γιὰ τὸ σφάλμα του καὶ ἐλέγχοντας τὸν πρώην ἀφέντη του γιὰ τὸ κακὸ ποὺ προκάλεσε στὴν ψυχή του. Ὁ Πασᾶς προσπάθησε κατ᾿ ἀρχὰς μὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες νὰ τὸν μεταπείσει, ὅταν ὅμως διαπίστωσε τὸ ἀμετάπειστο τοῦ φρονήματός του διέταξε νὰ τὸν φυλακίσουν. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς μέρες διέταξε νὰ τὸν φέρουν μπροστὰ ἀλλὰ πάλι ἄκουσε τὰ ἴδια ἀπὸ τὸ στόμα του. Τότε διέταξε νὰ τὸν μαστιγώσουν ἀλύπητα, νά τὸν σύρουν στοὺς δρόμους, νὰ ξεσχίσουν μὲ ἄγκιστρα τὶς σάρκες του καὶ νὰ θραύσουν τὴ σιαγόνα του. Ὅλα αὐτὰ τὰ ὑπέμεινε μὲ καρτερία ὁ ἀνδρεῖος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ φωνάζοντας, ὅπως ὁ εὐγνώμων ληστής· «Μνήσθητί μου Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Ὅταν οἱ ἀλιτήριοι κουράστηκαν νὰ τὸν βασανίζουν, τὸν ὁδήγησαν στὴ φυλακή. Τὴν ἐπαύριο τὸν ὁδήγησαν καὶ πάλι μπροστὰ στὸν διοικητή, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ τὸν δείρουν ἀλύπητα. Αἱμόφυρτο καὶ ἡμιθανῆ τὸν ἔριξαν ἐκ νέου στὴ φυλακή, ὅπου τοῦ παρουσιάστηκε μέσα σὲ φωτεινὴ δόξα ὁ Χριστὸς καὶ θεράπευσε τὶς πληγές του.
Μετὰ τρεῖς μέρες ὁ διοικητὴς διέταξε νὰ τὸν ξαναφέρουν μπροστά του. Ὅταν τὸν εἶδε νὰ ἔχει θαυματουργικὰ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὶς πληγὲς καὶ νὰ εἶναι σῶος καὶ ἀβλαβής, διέταξε νὰ τὸν κλείσουν καὶ πάλι στὴ φυλακὴ καὶ νὰ δεσμεύσουν τὰ πόδια του στὸ τιμωρητικὸ ξύλο. Τὴ νύκτα ὅμως φωτίστηκε ὅλη ἡ φυλακὴ καὶ ὁ Μάρτυς λύθηκε ἀπὸ τὰ δεσμά του. Ὁ Διοικητὴς μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς διέταξε νὰ τὸν βασανίζουν καθημερινὰ μὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Ἕνας Χριστιανὸς τὸν ἐπισκεπτόταν κατὰ διαστήματα μεταφέροντάς του κρυφὰ τὴν Θεία Κοινωνία καὶ ἐμψυχώνοντάς τον νὰ παραμείνει πιστὸς μέχρι θανάτου.
Ὕστερα ἀπὸ πέντε μῆνες ἐγκλεισμοῦ τοῦ Μάρτυρος στὴ φυλακή, βλέποντας ὁ διοικητὴς ὅτι τὰ βασανιστήρια δὲν μπόρεσαν νὰ φέρουν τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ προσδοκοῦσε, διέταξε τὴν καταδίκη του σὲ θάνατο. Προηγουμένως ὅμως, ἐπειδὴ φοβόταν τὴν ἀντίδραση τῶν Ὑδραίων ποὺ εἶχαν ἰσχυρὲς προσβάσεις στὴν Ὑψηλὴ Πύλη, ἔγραψε στὸν Ὑδραῖο καπετὰν Γιώργη τὸν Βούλγαρη καὶ ζητοῦσε τὴ γνώμη του. Ὁ Κωνσταντῖνος, ὅταν τὸ πληροφορήθηκε, ἔγραψε καὶ αὐτὸς στὸν Ὑδραῖο καπετάνιο καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ μὴν ἐμποδίσει τὸ μαρτύριό του. Πράγματι ἐκεῖνος σεβάστηκε τὴν ἐπιθυμία του καὶ ἀπάντησε στὸν Πασᾶ νὰ πράξει κατὰ τὴν κρίση του. Ὁ Μάρτυς τρεῖς ἡμέρες πρὶν προεῖδε τὴν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του καὶ ζήτησε νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων μυστηρίων. Τὰ χαράματα τῆς Τετάρτης 14 Νοεμβρίου, οἱ δήμιοι τὸν ὁδήγησαν στὸ Μανδράκι, ὅπου τὸν ἀπαγχόνισαν πάνω σὲ ἕνα πλάτανο καὶ ἔτσι ἔλαβε ὁ μακάριος τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ διοικητὴς διέταξε νὰ πετάξουν τὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρος πάνω σὲ ἕνα σωρὸ ἀπὸ ξύλα, ποὺ βρισκόταν δίπλα στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Τὸ πρωΐ, προτοῦ ἀκόμα πληροφορηθοῦν οἱ Τοῦρκοι τὸ γεγονός, ἔδωσε τὴν ἄδεια στοὺς Χριστιανοὺς νὰ τὸ πάρουν καὶ ἐκεῖνοι, μὲ προεξάρχοντα τὸν τότε Μητροπολίτη Ρόδου Ἀγάπιο, τὸ μετέφεραν στὸ Ναὸ τῶν Εἰσοδίων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Νεοχωρίου, ὅπου καὶ τὸ ἐνταφίασαν πίσω ἀπὸ τὸ ἱερὸ Βῆμα.
Τρία χρόνια ἀργότερα ἦλθε στὴ Ρόδο ἡ μητέρα του, ἔχοντας συστατικὲς ἐπιστολὲς ἀπὸ τὸν καπετὰν Γιώργη Βούλγαρη, καὶ ζήτησε νὰ τῆς ἐπιτραπεῖ νὰ πάρει τὸ τίμιο λείψανο στὴν Ὕδρα. Ὁ Μητροπολίτης Ἀγάπιος τὴν ἐφοδίασε μὲ ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἀρχιερέα καὶ τοὺς προκρίτους τῆς Ὕδρας, ὅπου ἐξιστοροῦσε τὰ γεγονότα τοῦ μαρτυρίου τοῦ Νεομάρτυρος καὶ τὰ γενόμενα διὰ τῆς χάριτός του θαύματα. Κατὰ τὴν ἀνακομιδὴ ὁ ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ παπᾶ Ἰωάννης κράτησε τὴν ὠλένη τῆς χειρὸς τοῦ Μάρτυρος, ἡ ὁποία βρίσκεται μέχρι σήμερα στὸν ἱερὸ Ναὸ τῆς Θεοτόκου, ὅπου καὶ ἡ μνήμη του κατ᾿ ἔτος ἐπιτελεῖται.
Σήμερα, στη γενέτειρα του την Ύδρα, υπάρχει λαμπρότατος Ναός στο όνομα του, όπου βρίσκεται και το ιερό του λείψανο.
Ἡ Μνήμη του Ἑορτάζεται στίς 14 Νοεμβρίου.