Τοπικές Ειδήσεις

Ο άθλος των σφουγγαράδων της Καλύμνου

Το ταξίδι των σφουγγαράδων ξεκινούσε αρχές Μάη. Πριν αναχωρήσουν από το λιμάνι του νησιού, είχαν φροντίσει να πάρουν μαζί τους τα απαραίτητα αλλά και προμήθειες, καθώς θα έκαναν μήνες για να επιστρέψουν σπίτι τους. Κάποιοι βέβαια δεν στάθηκαν τυχεροί, και δεν επέστρεψαν ποτέ. Άλλωστε, ξεκινώντας σ’ αυτήν τη θαλασσινή τους περιπέτεια, οι πιο τολμηροί σφουγγαράδες ήξεραν ότι πρόκειται για ένα ταξίδι ζωής ή θανάτου. Κάθε βουτιά ήταν μία ευκαιρία για ένα καλύτερο αύριο, ή ένα βήμα πιο κοντά στον θάνατο. Παρ’ όλα αυτά βουτούσαν με αυταπάρνηση. Έπαιρναν μία βαθιά ανάσα και ήλπιζαν να ξαναδούν σύντομα τα αγαπημένα τους πρόσωπα…

Η σπογγαλιευτική δραστηριότητα στην Κάλυμνο ξεκινά γύρω στα 1800. Σύμφωνα με τα μέχρι πρότινος στοιχεία, στις αρχές της Άνοιξης μία ομάδα τεσσάρων έως επτά ανθρώπων ξεκινούσε με μία βάρκα 6-8 μέτρων, για να ψαρέψουν σφουγγάρια στη Μεσόγειο, έχοντας ως μοναδικό εφόδιο τη σκανδαλόπετρα. Επρόκειτο για ένα κομμάτι μαρμάρου, που τους βοηθούσε να καταδυθούν γρήγορα και βαθιά. Αρχικά, έβλεπαν τα σφουγγάρια με το γυαλί από τη βάρκα και έπειτα βουτούσαν μέχρι τα 30 μέτρα, ενίοτε και πιο βαθιά, για να τα μαζέψουν. Στο νησί επέστρεφαν αρχές Σεπτεμβρίου, και η συγκίνηση στο πρόσωπο των οικείων τους ήταν απερίγραπτη.

Οι Καλύμνιοι έμποροι αγόραζαν και επεξεργάζονταν τα σφουγγάρια, τα οποία εν συνεχεία πουλούσαν στη Σύρο, το Ναύπλιο, την Κωνσταντινούπολη για να περάσουν από εκεί στην Οδησσό, το Κίεβο, την Αγ. Πετρούπολη, τη Μόσχα και το Βίλνιους με κατεύθυνση προς τη Δύση. Η βιομηχανική επανάσταση στη Δυτική Ευρώπη δημιούργησε μεγάλη ζήτηση σφουγγαριών. Σύμφωνα με απογραφή του 1825 στην Κάλυμνο υπήρχαν 5.000 κάτοικοι, οι οποίοι το 1912, όταν οι Ιταλοί ήρθαν στα Δωδεκάνησα, αυξήθηκαν στους 23.200 λόγω των εποίκων που κατέφθασαν από τα γύρω νησιά, για να ασχοληθούν με την αλιεία και την επεξεργασία των σφουγγαριών.

Το 1869 εμφανίζεται το σκάφανδρο, που έφερε την επανάσταση στην σπογγαλιεία. Ο δύτης μπορούσε πλέον να καταδύεται σε μεγαλύτερα βάθη, φορώντας μία ολόσωμη φόρμα καουτσούκ και παίρνοντας αέρα από μία χειροκίνητη αεραντλία στο σκάφος, μέσω αεροσωλήνα. Έτσι, μπορούσε να παραμένει περισσότερο χρόνο στο βυθό και ως εκ τούτου να μαζεύει περισσότερα σφουγγάρια. Επειδή, όμως, υπήρχε άγνοια ως προς τους κανόνες ανάδυσης, σημειώθηκαν πολλά και σοβαρά ατυχήματα. Θα έχετε ακουστά τη γνωστή «νόσο των δυτών», εξαιτίας της οποίας πολλοί έμειναν ανάπηροι και κάποιοι άλλοι έχασαν τη ζωή τους. Αυτή η επικίνδυνη κατάσταση συνεχίστηκε για περίπου 100 χρόνια, μέχρι που εμφανίστηκαν πιο προηγμένα συστήματα κατάδυσης.

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήρθε να προκαλέσει ένα μεγάλο πλήγμα στην σπογγαλιεία, αφού το 1943-1944 με την κατάληψη των νησιών από τους Γερμανούς, από τους 12.500 Καλύμνιους που ζούσαν εκεί, οι 9.000 έφυγαν για τη Μέση Ανατολή. Με το πέρας του πολέμου η σπογγαλιεία άρχισε σιγά σιγά να ανακάμπτει, αλλά το 1962 η Αίγυπτος και το 1972 η Λιβύη απαγόρευσαν την σπογγαλιεία στα χωρικά τους ύδατα, και έτσι οι Έλληνες σφουγγαράδες έχασαν τους πλούσιους αυτούς βυθούς. Περιορίστηκαν, λοιπόν, στα ελληνικά νερά και τα διεθνή ύδατα της κεντρικής Μεσογείου με ετήσιο αλίευμα γύρω στους 40 τόνους σφουγγαριών, έναντι των 100-120 που έβγαζαν, όταν δούλευαν και στις ακτές της Βόρειας Αφρικής.

Το καλοκαίρι του 1986 άλλη μία κακοτυχία έμελλε να πλήξει την σπογγαλιεία… Είναι η χρονιά που ξεκίνησε μία μεγάλη επιδημία, που κατάστρεψε τους σπόγγους της Μεσογείου σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Εκείνη τη «μαύρη χρονιά» τα σφουγγάρια άρχισαν να ασπρίζουν και εν συνεχεία νέκρωναν. Η άγνωστη αυτή ασθένεια έπληξε όλη τη Μεσόγειο, και μάλιστα εκτιμάται ότι πάνω από το 90% των σπογγαλιευτικών πεδίων της, σε βάθος μέχρι 50 μέτρων, καταστράφηκε! Οι Καλύμνιοι σφουγγαράδες είδαν τη ζωή τους να αλλάζει συθέμελα από τη μια μέρα στην άλλη. Μέσα, όμως, στην επόμενη δεκαετία η επιδημία συμπλήρωσε τον κύκλο της και υποχώρησε, έχοντας όμως κάνει σημαντική ζημιά στους βιότοπους του σπόγγου. Ο φυσικός σπόγγος αν και διαθέτει μοναδικές ιδιότητες, εκτοπίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τα πλαστικά σφουγγάρια. Παρ’ όλα αυτά διατήρησε την εμπορική του αξία ως είδος πολυτελείας, αλλά και ως διακοσμητικό.

Κοιτώντας πίσω στον χρόνο, οι τελευταίοι εναπομείναντες σφουγγαράδες του νησιού ξέρουν πως κάθε βουτιά μετράει. Όταν βρίσκεσαι τόσο βαθιά στον ωκεανό, συνειδητοποιείς το μεγαλείο της ζωής που υπάρχει εκεί έξω, και αναθεωρείς πολλά πράγματα. Φυσικά, ο βυθός πέρα από πολλούς θησαυρούς και μυστικά, κρύβει και κινδύνους. Αυτή όμως είναι και η ιδιαίτερη γοητεία του. Αυτός είναι ο λόγος που βουτούν ξανά και ξανά, και παίζουν με ρίσκο, σ’ αυτό το παιχνίδι που λέγεται ζωή.

Πηγή: skai.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου