Στις ερωτήσεις που κατέθεσε ο καθηγητής Δημήτρης Κρεμαστινός σχετικά με την αξιοκρατία στη στελέχωση της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης αλλά και με την ανάγκη διατήρησης των παραμεθόριων ραδιοφωνικών σταθμών από τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση και τη διασφάλιση των εργαζομένων, και πιο συγκεκριμένα για τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ρόδου, απάντησε χθες 13.2.14 στην Ολομέλεια της Βουλής, ο Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό αρμόδιος για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση, κ. Παντελής Καψής.
Ο διάλογος μεταξύ του κ. Κρεμαστινού και του Υφυπουργού κ. Καψή είχε ως εξής:
«ΔΗΜΗΤΡHΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ: Κυρία Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, το ερώτημα είναι σαφές. Σε μία τηλεοπτική εκπομπή της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης, που ήμουν καλεσμένος, μου είπαν οι εργαζόμενοι ότι βρίσκονται σε κατάσταση προσωπικής αγωνίας, διότι στην προκήρυξη που έγινε για τη στελέχωση της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης, δεν υπάρχουν στα κριτήρια η συνάφεια προϋπηρεσίας και πτυχίου. Αν αυτό είναι έτσι, σημαίνει ότι θα μπορεί να γίνει επιλογή προσωπικού κατά τέτοιο τρόπο που θα αποκλείει τον τυπικό λόγο της αναίρεσης. Επομένως, θεωρητικά, θα μπορούσε να διοριστεί κάποιος, ο οποίος να μην έχει άμεση σχέση με το αντικείμενο ή την προϋπηρεσία και να αποκλειστεί κάποιος άλλος, καταλληλότερος και ικανότερος.
Δεδομένου ότι έχει γίνει τεράστια συζήτηση μετά τη διάλυση της ΕΡΤ – η οποία παρ’ ολίγον να σημάνει και τη διάλυση της Κυβέρνησης τότε – είναι πολύ σημαντικό μετά από τόση προσπάθεια, να μη γίνει πάλι ένας φορέας όπως είναι όλοι οι ιδιωτικοί σταθμοί σήμερα, για τους οποίους όλος ο κόσμος ξέρει ότι υπηρετούν τα συμφέροντα εκείνου στον οποίο ανήκουν και καλλιεργούν την παραπληροφόρηση αλλά ένας φορέας αξιοκρατίας και σεβασμού στη έγκυρη πληροφόρηση. Άρα, λοιπόν, η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση δεν πρέπει να επαναλάβει το μοντέλο του παρελθόντος.
Μετά τη δήλωση, λοιπόν, την οποία είμαι βέβαιος ότι θα κάνετε εδώ, το βασικό ερώτημα είναι αν υπάρχει περίπτωση να ληφθεί σοβαρά υπόψη αυτό που θα πείτε για την αξιολόγηση και την πρόσληψη των ικανοτέρων. Το βασικό ερώτημα, λοιπόν, είναι εάν θα προσληφθούν οι ικανότεροι.
Tο δεύτερο ζήτημα που θα ήθελα να σας μεταφέρω είναι η αγωνία των παραμεθόριων ραδιοφωνικών σταθμών, όπου οι άνθρωποι ασκούν και δημιουργούν προϋποθέσεις εθνικής πολιτικής. Αυτό συμβαίνει, διότι οι παραμεθόριες περιοχές έχουν κοινούς πληθυσμούς που ενδιαφέρονται για τα ίδια θέματα όσον αφορά τον τουρισμό, την παραγωγή και το εμπόριο, δεδομένου ότι πρόκειται για κινούμενους πληθυσμούς.
Παράδειγμα ο ραδιοφωνικός σταθμός της Ρόδου Δωδεκανήσου του οποίου η εμβέλεια φθάνει όχι μόνο σε όλη τη Δωδεκάνησο αλλά μέχρι τη διπλανή Τουρκία και την Κύπρο.
Άρα, λοιπόν, το κλείσιμο αυτών των σταθμών σημαίνει στην πράξη αθέτηση μιας εθνικής, παραγωγικής και τουριστικής πολιτικής. Βεβαίως, υπάρχει και το ανθρώπινο στοιχείο, οι εργαζόμενοι, γιατί μιλάμε για ανθρώπους που έχουν δουλέψει και προσφέρει τόσα χρόνια – και φυσικά μιλώ πάντα για τους ικανούς και όχι γι’ αυτούς που κατείχαν τις θέσεις και δεν δούλευαν – και οι οποίοι αγωνιούν ότι θα βρεθούν στο δρόμο με όλες αυτές τις μεταβολές. Ευχαριστώ πολύ.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΨΗΣ (Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση): Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε. Σας ευχαριστώ, κύριε Κρεμαστινέ, για την ερώτηση γιατί μου δίνετε την ευκαιρία να διευκρινιστούν μερικά ζητήματα.
Όσον αφορά το πρώτο που έχει άμεση σχέση και με την ουσία της ερώτησής σας, το εάν δηλαδή θα είναι ένας ανεξάρτητος ραδιοσταθμός και τηλεοπτικός σταθμός ο Νέος Δημόσιος Ραδιοτηλεοπτικός Φορέας, θέλω να επισημάνω ότι έχουμε ψηφίσει έναν καινούριο νόμο, ο οποίος δεν μου δίνει την παραμικρή δυνατότητα παρέμβασης στις διαδικασίες της ΝΕΡΙΤ. Και, εάν θέλετε η δουλειά μου είναι να προστατέψω αυτήν την ανεξαρτησία. Άρα, για όλα αυτά τα ζητήματα την ευθύνη -κι εγώ πρέπει να προστατεύσω αυτήν την ανεξαρτησία- την έχει το Εποπτικό Συμβούλιο και το Διοικητικό Συμβούλιο.
Τώρα, ως προς την ουσία των ερωτημάτων που θέσατε: Θεωρώ αυτονόητο και έχει δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην αξιοποίηση της εμπειρίας όσων πρόκειται να προσληφθούν στο Νέο Ραδιοτηλεοπτικό Φορέα. Αυτή η εμπειρία θα κριθεί σε τρία διαφορετικά επίπεδα:
Στο πρώτο αναφέρεται ρητά μέσα στην προκήρυξη ότι θα πρέπει να έχουν όλα τα δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν τη συναφή εμπειρία για το αντικείμενο της θέσης στην οποία κάνουν αίτηση. Και αυτή η εμπειρία θα κρίνεται στο πρώτο στάδιο με έναν αντικειμενικό τρόπο, μέσα από μια επεξεργασία που θα μοριοδοτούνται με βάση την εμπειρία, αλλά και γνώσεις, πτυχία και όλα τα υπόλοιπα. Δεν είναι όμως, μόνο αυτή η διαδικασία αξιολόγησης, γιατί -όπως σωστά είπατε- ο στόχος μας είναι να προσληφθούν οι ικανότεροι.
Θα υπάρχουν και άλλα δύο στάδια αξιολόγησης. Το δεύτερο στάδιο θα αφορά το βιογραφικό κάθε υποψηφίου το οποίο θα εξετάζεται, το έργο του δηλαδή, τη δημοσιογραφική του καριέρα -αν θέλετε- και δεν είναι μόνο για τους δημοσιογράφους, είναι για όλες τις καλλιτεχνικές ειδικότητες, σκηνοθέτες και άλλες που υπάρχουν και θα κρίνεται επί της ουσίας το έργο του.
Και το τρίτο στάδιο πια θα είναι το στάδιο της συνέντευξης όπου θα υπάρχει η δυνατότητα μιας πολύ πιο ολοκληρωμένης εικόνας των ικανοτήτων κάθε υποψηφίου. Να σημειώσω ότι σε αυτή τη διαδικασία θα μετέχουν ειδικοί αξιολογητές οι οποίοι θα ανακοινωθούν από την ΝΕΡΙΤ, ώστε να διασφαλίζεται και εκεί η αντικειμενικότητα της κρίσης.
Να το θέσω λίγο γενικότερα. Η ΝΕΡΙΤ πρόκειται να αρχίσει να λειτουργεί μέσα στο επόμενο δίμηνο σε γενικές γραμμές -δεν θέλω να πω ακριβή ημερομηνία- και θα πρέπει από ένα ραδιοτηλεοπτικό φορέα μεταβατικό, που έχουμε σήμερα, να περάσουμε στο μόνιμο φορέα και υπάρξει αυτή η συνέχεια χωρίς την παραμικρή διακοπή. Άρα, κατεξοχήν πρέπει να πριμοδοτήσουμε την εμπειρία. Γι’ αυτό και η εμπειρία ως μόρια είναι το ίδιο με τα πτυχία.
Τώρα, για τα πτυχία που είπατε: σε όλες τις ειδικότητες υπάρχουν συγκεκριμένα πτυχία τα οποία αναγνωρίζονται. Ειδικά για τους δημοσιογράφους δεν υπάρχουν πτυχία, γιατί όπως θα ξέρετε, ανάλογα με το θέμα το οποίο θα κληθούν να διαχειριστούν υπάρχει διαφορετική συνάφεια πτυχίων. Για παράδειγμα, ένας ιατρικός ρεπόρτερ μπορεί να είναι πολύ καλύτερο να έχει πτυχίο Ιατρικής. Ένας οικονομικός ρεπόρτερ θα είναι καλύτερο να έχει πτυχίο Οικονομικών. Και αυτό αλλάζει, γιατί ποτέ κανείς δημοσιογράφος δεν μένει στάσιμος στην καριέρα του. Άρα ένας φορέας Μέσων Ενημέρωσης θέλει -εάν θέλετε- αυτόν τον πλουραλισμό των πτυχίων.
Πέραν αυτών προβλέπεται και ένα 20%, το οποίο θα είναι ανεξάρτητα από πτυχία, ακριβώς για να πριμοδοτήσουμε δημοσιογράφος ή και καλλιτέχνες οι οποίοι έχουν ξεκινήσει με πολλά χρόνια εμπειρίας και είναι πολύτιμη η εμπειρία τους και θέλουμε να την αξιοποιήσουμε στο τηλεοπτικό φορέα. Στα πλαίσια αυτά έχουμε βάλει και σαν προϋπόθεση για τους δημοσιογράφους να είναι ασφαλισμένοι στο ΕΤΑΠ-ΜΜΕ, που σημαίνει ότι εξ ορισμού θα έχουν τουλάχιστον πέντε χρόνια δημοσιογραφικής προϋπηρεσίας.
Το τελευταίο που θέλω να επισημάνω είναι ότι μέχρι τώρα οι προσλήψεις στην ΕΡΤ γινόντουσαν με μια προκήρυξη η οποία έβαζε ελάχιστα τυπικά προσόντα και μια Επιτροπή που διόριζε το Διοικητικό Συμβούλιο, χωρίς κανένα κριτήριο. Και πάμε τώρα σε μια τελείως διαφορετική διαδικασία που νομίζω ότι είναι η καλύτερη διασφάλιση της αντικειμενικότητας της διαδικασίας και το ότι θα προσληφθούν οι αξιότεροι των υποψηφίων.
Όλη αυτή η διαδικασία έχει ήδη ξεκινήσει πιλοτικά και ελπίζω ότι στο επόμενο διάστημα θα προχωρήσει με πιο γρήγορους ρυθμούς. Να επισημάνω εδώ ότι, ακριβώς επειδή έχουμε φέρει ένα καινούργιο νόμο, αυτές οι διαδικασίες έχουν απαιτήσει ένα χρόνο μεγαλύτερο απ’ όσο, ίσως, προβλέπαμε στην αρχή. Νομίζω, όμως, ότι αυτές οι διαδικασίες διασφαλίζουν με τον καλύτερο τρόπο –και ξαναγυρνάω στην αρχική σας ερώτηση- την ανεξαρτησία και την αξιοκρατία στο δημόσιο φορέα που θα έχουμε. Ευχαριστώ.
ΔΗΜΗΤΡHΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ: Δεν θα ήθελα να κριτικάρω την απάντηση του Υπουργού, αλλά η συνάφεια του πτυχίου με το γνωστικό αντικείμενο είναι κάτι το αυτονόητο. Όμως, επειδή δεν υπάρχει στην προκήρυξη και για όποιον θα ήθελε μετά να διεκδικήσει το δίκιο του ή το δικαίωμά του, μπορεί αυτός να στηριχθεί στη διαβεβαίωση τη δική σας αυτή τη στιγμή στη Βουλή, ότι δηλαδή έτσι θα γίνει; Διότι ασφαλώς υπάρχει ευρύτητα του αντικειμένου, αλλά μέσα στην ευρύτητα του αντικειμένου υπάρχει κι η εξειδίκευση. Θα μπορούσε, λοιπόν, για το ειδικό αντικείμενο να υπάρχει συνάφεια. Δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητός με αυτό το οποίο λέω.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Σίγουρα.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ: Να το εξηγήσω, αν χρειαστεί, περισσότερο. Συνάφεια πτυχίου και προϋπηρεσίας.
Αυτό που θέλουμε όλοι οι Έλληνες είναι να έχουμε μία τηλεόραση που να την ανοίγει ο Έλληνας πολίτης και να βλέπει κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που βλέπει στην καθημερινή του ζωή. Διότι, δυστυχώς, αυτή η «δημοκρατική υπερπληροφόρηση» που έχουμε, καταντά παραπληροφόρηση. Ο κόσμος πολλές φορές δεν γνωρίζει τα γεγονότα. Άλλα ακούει στον ένα σταθμό, άλλα ακούει στον άλλο σταθμό. Εν πάση περιπτώσει, αυτή η ΝΕΡΙΤ θα πρέπει να διαφοροποιείται απ’ όλα τα άλλα. Διαφορετικά γιατί να γίνει;
Με την ευκαιρία, τη ΝΕΡΙΤ, όπως λέτε τη Δημόσια Τηλεόραση, καλό είναι να την απλοποιήσετε, διότι η λέξη ΝΕΡΙΤ διεθνώς δεν θα διαβάζεται, εάν είναι δηλωμένη στο παγκόσμιο τηλεοπτικό πρόγραμμα ως ΝΕΡΙΤ. Αυτό, βέβαια, είναι δικό σας θέμα.
Ένας, λοιπόν, λόγος ανησυχίας του προσωπικού – και εγώ τον βρίσκω δίκαιο – είναι ότι αυτά που ο Υπουργός περιγράφει πολύ ωραία, δεν είναι αποτυπωμένα μέσα στην προκήρυξη. Αυτή είναι η διαφορά. Αν συμβούν όπως τα λέτε, ουδείς ψόγος.
Βεβαίως, θα ήθελα και πάλι να μου απαντήσετε για το άλλο, το οποίο είναι και θέμα παραγωγής και θέμα οικονομίας και θέμα εθνικό. Έτσι, όπως είναι σήμερα τα πράγματα, νομίζω ότι είναι απογοητευτικά. Δεν θέλω να τα περιγράψω, αλλά να ξέρετε ότι οι άνθρωποι παραμένουν στους σταθμούς. Η ΔΕΗ τους απειλεί ότι θα τους κόψει το φως. Δεν είναι πράγματα που χαρακτηρίζουν μια ευρωπαϊκή χώρα αυτά που συμβαίνουν σήμερα. Πρέπει οπωσδήποτε να διευθετηθούν, αφού μάλιστα το Υπουργείο Οικονομικών τώρα ισχυρίζεται ότι έχει ένα υπερπλεόνασμα, ας χρησιμοποιήσει ένα μέρος του υπερπλεονάσματος για να αντιμετωπιστούν θέματα πρωτίστως εθνικής σημασίας.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΨΗΣ (Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση): Το ζήτημα της εμπειρίας αναφέρεται και στην προκήρυξη. Αναφέρεται «συναφής εμπειρία». Άρα, δεν νομίζω ότι υπάρχει η παραμικρή αμφισβήτηση.
Όσον αφορά στα πτυχία, και πάλι στις περισσότερες ειδικότητες αναφέρονται συγκεκριμένα πτυχία τα οποία ζητούνται. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα πτυχία για τους δημοσιογράφους ακριβώς για τους λόγους που σας εξήγησα. Όπως είναι γνωστό, πάρα πολλοί δημοσιογράφοι δεν έχουν καν πτυχίο. Είναι μία πρόσθετη προϋπόθεση που μπήκε, ακριβώς για να υπάρξει μία αναβάθμιση των εργαζομένων που θα απασχολούνται στον ραδιοτηλεοπτικό φορέα. Άρα, δεν νομίζω ότι υπάρχει ζήτημα παρανόησης. Ξέρω ότι αυτή είναι η κατεύθυνση και του Εποπτικού και του Διοικητικού Συμβουλίου. Αυτή η γραμμή ακολουθείται και αυτή θα ακολουθηθεί. Αυτά είναι τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογηθούν και τα βιογραφικά και οι υποψήφιοι στις συνεντεύξεις.
Σε ό,τι αφορά στους σταθμούς της Περιφέρειας, όπως έχω πει κατ’ επανάληψη, η πρόθεση του Εποπτικού και του Διοικητικού Συμβουλίου είναι να προχωρήσουμε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς σε κάθε πρωτεύουσα Περιφέρειας. Μιλάμε για περίπου δώδεκα σταθμούς, περιλαμβάνοντας και τις παραμεθόριες περιοχές. Θα υπάρξει ξεχωριστή διαδικασία πρόσληψης τεχνικών και δημοσιογράφων γι’ αυτούς τους σταθμούς.
Είναι αλήθεια ότι με βάση τον προϋπολογισμό που έχει αυτήν τη στιγμή η ΝΕΡΙΤ –παρεμπιπτόντως τα ίδια προβλήματα που θα έχει στα αγγλικά, για να διαβαστεί το όνομα, είχε και η ΕΡΤ με την ίδια λογική- ο αριθμός των εργαζομένων που θα απασχολούνται στους περιφερειακούς σταθμούς δεν είναι μεγάλος.
Από την άλλη πλευρά –το έχω ξαναπεί και εδώ στη Βουλή- πρόθεση του Διοικητικού Συμβουλίου είναι να έρθει σε συνεννόηση με την τοπική αυτοδιοίκηση στις Περιφέρειες αυτές, ώστε να υπάρξει μία συνεργασία. Η ΝΕΡΙΤ να προσφέρει ένα ελάχιστο προσωπικό, πρόγραμμα και εξοπλισμό για όλον το σταθμό. Από την πλευρά τους, αξιοποιώντας και τις δυνατότητες των τοπικών αγορών, αν θέλετε, για τοπική διαφήμιση, να υπάρξει μία τέτοια συνεργασία, ώστε να είναι στελεχωμένοι και επαρκείς ραδιοφωνικοί σταθμοί σε όλες τις πρωτεύουσες των Περιφερειών.
Όταν λέμε ότι οι Περιφέρειες έχουν ανάγκη τέτοιους σταθμούς, νομίζω ότι πρέπει και οι ίδιες να κινητοποιηθούν σε αυτήν την κατεύθυνση. Το αποτέλεσμα θα είναι θετικό και για τις Περιφέρειες και για τον δημόσιο φορέα.»