Παρά τους υψηλούς τόνους, οι δύο πλευρές θα βρουν μια μορφή συνεργασίας εφόσον υπάρχουν αμοιβαία συμφέροντα
Οι σχέσεις Ολλανδίας – Τουρκίας βρίσκονται σε οριακό σημείο. Η Αυστρία ανακοίνωσε ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «δεν είναι ευπρόσδεκτος» για προεκλογική εκστρατεία εκεί. Στη Γερμανία κρατίδια ακυρώνουν πολιτικές συγκεντρώσεις Τούρκων εν όψει του πολωτικού δημοψηφίσματος της 16ης Απριλίου, με το οποίο ο νέος «σουλτάνος» θέλει να αναλάβει απολυταρχικές υπερεξουσίες. Εκείνος απάντησε γκρεμίζοντας ένα διπλωματικό ταμπού δεκαετιών: κατηγόρησε τη Γερμανία της Ανγκελα Μέρκελ για «ναζιστικές πρακτικές», επειδή φιμώνει την ελευθερία της έκφρασης επί γερμανικού εδάφους, όπου ζουν 4 εκατομμύρια τούρκοι μετανάστες, πολλοί με δικαίωμα ψήφου.
Αυτή η διπλωματική κρίση στις σχέσεις Τουρκίας – Γερμανίας σηματοδοτεί μια στρατηγική ρήξη με την ΕΕ από τον Ερντογάν, σχεδιασμένη για εσωτερική πολιτική κατανάλωση πριν από το δημοψήφισμα; Ή μήπως είναι απλώς άλλη μια κλιμάκωση που θα ξεχαστεί σύντομα τόσο από την Τουρκία όσο και από τις χώρες της ΕΕ; ρώτησε «Το Βήμα» δύο ειδικούς.
«Δεν νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε για στρατηγικές ρήξεις όταν πρόκειται για την Τουρκία του Ερντογάν» λέει ο Ούλριχ Μπρίκνερ, γερμανός καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στην έδρα Ζαν Μονέ στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, στην Καλιφόρνια και στο Βερολίνο.
«Εχουμε δει τόσο πολλές σημαντικές αλλαγές, οι οποίες αντιστράφηκαν λίγο αργότερα, ώστε μάλλον εμπιστεύομαι τα γεγονότα: η ΕΕ είναι και συνεχίζει να είναι ο κύριος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας, πάνω από 3 εκατομμύρια Τούρκοι ζουν εκεί και για δεκαετίες η Τουρκία προσαρμόζεται εθελοντικά ώστε κανόνες και πρότυπά της να είναι σύμφωνα με την ενιαία αγορά της ΕΕ.
Δεν το αλλάζει κάποιος αυτό “στρατηγικά”, χωρίς εναλλακτική λύση. Και η Ρωσία ή η Μέση Ανατολή στην πραγματικότητα δεν μετράνε ως εναλλακτικές λύσεις, ακόμη και αν οι υποστηρικτές του Ερντογάν έχουν επενδύσει πιο πολλά εκεί απ’ ό,τι το παλιό κατεστημένο της Κωνσταντινούπολης με τον δυτικό προσανατολισμό του» προσθέτει ο Μπρίκνερ.
Και συμπληρώνει: «Πιστεύω ότι και οι δύο πλευρές χρειάζονται η μία την άλλη. Είναι δύσκολο να πει κανείς αν αυτά τα πράγματα θα ξεχαστούν αλλά ακόμα και αν η σχέση δεν θα είναι τόσο καλή όσο στον “μήνα του μέλιτος” των ετών μετά το 2002 θα υπάρξει μια πραγματιστική μορφή συνεργασίας, όπου υπάρχουν αμοιβαία συμφέροντα».
Μήπως ο Ερντογάν αισθάνεται ότι έχει το «πάνω χέρι», λόγω της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας για το Προσφυγικό; ρωτάμε.
«Πρόκειται περισσότερο για επίδειξη δύναμης ή για έκφραση αυτοπεποίθησης παρά για πραγματικό “πάνω χέρι” στην πράξη. Η κοινή γνώμη στη Γερμανία είναι πολύ επικριτική για τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές στην Τουρκία, τουλάχιστον μετά τις διαδηλώσεις στο Πάρκο Γκεζί.
Με τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Κωνσταντινούπολη και στην Αγκυρα ο τουρισμός μειώθηκε δραματικά, ο κόσμος εδώ συζητάει για την ιδεολογική επιρροή της τουρκικής κυβέρνησης στη Γερμανία και η πλειονότητα των Γερμανών πιστεύει ότι η Τουρκία δεν είναι πρόθυμη και έτοιμη να ενταχθεί στην ΕΕ σύντομα.
Οσο για το δημοψήφισμα και τα όσα συνέβησαν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία, οι περισσότεροι Γερμανοί πιστεύουν ότι η δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο και ότι η Τουρκία απομακρύνεται από τα δυτικά πρότυπα όσον αφορά τα πολιτικά δικαιώματα. Οι ναζιστικές συγκρίσεις θεωρούνται τόσο παράλογες όσο και στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης» καταλήγει ο συνομιλητής μας.
«Η κρίση Τουρκίας – Γερμανίας είναι πιθανώς παροδική» λέει και ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, διευθυντής στο Κέντρο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών (CIES) στο Πανεπιστήμιο Καντίρ Χας, στην Κωνσταντινούπολη.
«Πηγάζει μάλλον από το γεγονός ότι το δημοψήφισμα για την αλλαγή του Συντάγματος της 16ης Απριλίου στην Τουρκία πρόκειται να είναι αμφίρροπο, έτσι κάθε ψήφος μετράει, ιδίως στη Γερμανία όπου ζουν πάνω από 1,3 εκατομμύρια τούρκοι ψηφοφόροι του Ερντογάν. Η ακύρωση από τις τοπικές γερμανικές αρχές πολιτικών συγκεντρώσεων για την υποστήριξη του “Ναι” στο δημοψήφισμα επέτρεψε στην τουρκική κυβέρνηση να παίξει το χαρτί του εθνικισμού, το οποίο είναι επίσης ένα από τα κύρια εργαλεία της εκστρατείας των δυνάμεων υπέρ του “Ναι” στην Τουρκία.
Επίσης, έρχεται σε μια εποχή που η Μέρκελ δεν θέλει να αντιδράσει υπερβολικά από τον φόβο μήπως καταρρεύσει η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας για το Προσφυγικό. Νομίζω ότι η στάση “περιμένουμε να δούμε” της γερμανικής πλευράς αντανακλά την πραγματικότητα ότι αν κερδίσει το “Ναι” στο δημοψήφισμα συνομιλητής θα εξακολουθήσει να είναι ο πρόεδρος Ερντογάν. Το ίδιο σενάριο θα εκτυλιχθεί στην Ολλανδία, αν και εκεί ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε και το (κεντροδεξιό) κόμμα του πιθανότατα να αντιδράσουν πιο ηχηρά λόγω της ανόδου τού (ακροδεξιού, εθνολαϊκιστή, αντιευρωπαϊστή) Χερτ Βίλντερς.
Παρ’ όλα αυτά, η βαριά ρητορική από τον τούρκο πρόεδρο συμβάλλει σε ένα όλο και πιο αρνητικό πολιτικό κλίμα μεταξύ της Γερμανίας και της Τουρκίας, με δεδομένη και τη φυλάκιση του Ντενίζ Γιουτζέλ, τουρκογερμανού ανταποκριτή της εφημερίδας “Die Welt” στην Τουρκία» εκτιμά ο Δ. Τριανταφύλλου.
Το ΒΗΜΑ