Toν κώδωνα του κινδύνου για την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού κρούει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων ο οποίος με επιστολή του προέδρου του, κ. Γιάννη Ρέτσου, προς τον υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο ζητεί να επανεξετάσει το θέμα της φορολόγησης του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Στην επιστολή του ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ ζητεί την κατάργηση του φόρου διαμονής στα ξενοδοχεία και τη μείωση του ΦΠΑ σε διαμονή, εστίαση και μεταφορές. Ο ίδιος κάνει λόγο για υπερφορολόγηση, γερασμένες υποδομές και ελλειμματική διαχείριση προορισμών που δημιουργούν ανησυχία για το πώς η χώρα θα παραμείνει ανταγωνιστική, την στιγμή που η θωράκιση του τουρισμού ειδικά σε αυτή τη χρονική συγκυρία αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση.
Στην έναρξη της χρονιάς είναι πολλά τα ζητήματα, σύμφωνα με τον κ. Ρέτσο, που διακυβεύουν την ανταγωνιστικότητα του τομέα.
Πρώτο ζήτημα για το τρέχον έτος, έχει να κάνει με το γεγονός ότι ήδη, οι προοπτικές της τουριστικής κίνησης στα περιφερειακά αεροδρόμια της Ελλάδας για τη θερινή περίοδο του 2019 δείχνουν τάσεις για ενδεχόμενη ελαφρά καθοδική τάση, με βάση τα στοιχεία του Ινστιτούτου ΣΕΤΕ.
Επιπλέον, «η επάνοδος άμεσα ανταγωνιστικών προορισμών, με χαμηλότερη φορολογία από την Ελλάδα, σε υψηλές θέσεις στη παγκόσμια τουριστική κατάταξη είναι γεγονός. Σύμφωνα με τον WEF Global Competitiveness Index 2017-18, τα ποσοστά φορολόγησης και η φορολογική νομοθεσία αποτελούν τον πρώτο και τρίτο πιο προβληματικό παράγοντα για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, στοιχεία καταδεικνύουν ότι η Ελλάδα έχει ένα από τα λιγότερο ελκυστικά συστήματα φορολογικών κινήτρων ανάμεσα στα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε. Ενδεικτικά, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 29η θέση ανάμεσα στις 35 χώρες του ΟΟΣΑ στον φετινό Δείκτη Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας του ΤaxFoundation που αξιοποιεί στοιχεία του 2018».
Στην επιστολή του προς τον ΥΠΟΙΚ, ο κ. Ρέτσος αναφέρει ότι για κάθε 100 ευρώ που πληρώνει ένας επισκέπτης στην Ελλάδα για μια διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο 4 αστέρων τα 33,4 ευρώ αντιστοιχούν σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, ενώ για τις χώρες του ανταγωνισμού τα αντίστοιχα ποσά ανέχονται από 16,1 ευρώ (Κύπρος) έως 28,2 ευρώ (Κροατία).
Αναφορικά με τις βεβαιώσεις και εισπράξεις ποσών από τον Φόρο Διαμονής, τα στοιχεία της ΑΑΔΕ (31.12.18) καταγράφουν ότι το τρίτο τρίμηνο του 2018 (Ιούλιος – Σεπτέμβριος) ότι το μέτρο απέφερε 68,9 εκατ. ευρώ, έναντι των 74 εκατ. ευρώ που είχαν προβλεφθεί από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για το σύνολο του έτους. Συνολικά, ο εν λόγω φόρος απέφερε σχεδόν τα διπλά από τα προβλεπόμενα έσοδα, ήτοι 134,9 εκατ. ευρώ, με μεγάλο βάρος στον ήδη υπερφορολογημένο τουριστικό τομέα.
«Υπενθυμίζεται, ότι από το 2016 ο ΣΕΤΕ εξακολουθητικά επισημαίνει ότι ο φόρος διαμονής είναι ένας καταστροφικός φόρος, που επιβαρύνει άμεσα τον ξένο επισκέπτη και η εφαρμογή του θα πρέπει να καταργηθεί. Από το 2017, όταν και διαφάνηκε ότι η ισχύς από 01.01.18 θα ήταν δεδομένη, χωρίς ποτέ να αλλάξουμε άποψη ότι ο φόρος πρέπει να καταργηθεί, παρουσιάσαμε και εναλλακτικό σενάριο μόνο για το 2018, κατανοώντας τη δυσκολία εξεύρεσης των 74 εκ. από άλλη πηγή, στο οποίο προτείναμε την εφαρμογή το διάστημα Ιουλίου – Αυγούστου».
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ χαρακτηρίζει ως επιτακτική την ανάγκη κατάργησης ενός μέτρου που ουσιαστικά πλήττει την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
«Άλλωστε η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, είναι μία απαίτηση, συνολικά του επιχειρηματικού κόσμου της χώρας και όχι μόνο του τουριστικού. Σύμφωνα και με την πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για το επιχειρείν, η Ελλάδα για το 2019 κατατάσσεται στην 72η θέση μεταξύ 190 χωρών και είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Παρά τις επανειλημμένες παρεμβάσεις μας δεν έχει γίνει ακόμα αντιληπτό ότι ο τουρισμός σε μεγάλο βαθμό αποτελεί ένα εξαγώγιμο προϊόν που παρέχεται σε μια εξαιρετικά ανταγωνιστική διεθνή αγορά που ολοένα και διευρύνεται».
«Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, σας καλούμε να επανεξετάσετε όλο το φορολογικό πλαίσιο (κατάργηση φόρου διαμονής, μείωση ΦΠΑ σε ξενοδοχεία, εστίαση και μεταφορές) προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού προϊόντος έναντι των ανταγωνιστριών χωρών και να στηριχθεί ο τουρισμός, ώστε να συνεχίσει να στηρίζει την οικονομία και την κοινωνία όπως έκανε τα δύσκολα χρόνια της κρίσης».
Σημειώνεται εδώ ότι με βάση τα στοιχεία για το 2018 του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδίων και Τουρισμού- WTTC, που δημοσιοποιήθηκαν χθες για την Ελλάδα, ο τουρισμός παρουσίασε ρυθμούς ανάπτυξης 6,9% κατά τη διάρκεια της περυσινής χρονιάς.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το WTTC το 2018 ο τουρισμός συνέβαλε:
– 1 στα 5 ευρώ της ελληνικής οικονομίας,το 20,6% του ΑΕΠ
– 37,5 δισ. ευρώ έσοδα για την οικονομία (πολλαπλασιαστικό όφελος)
– 988.600 θέσεις εργασίας (αμεσα και έμμεσα απασχολούμενοι)
– στην ανάπτυξη 2% που πέτυχε η Ελλάδα το 2018, πετυχαίνοντας 3,5 φορές υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης 6,9%.
Της Στεφανίας Σούκη