Για την 10η Ιουνίου 2021 προσδιορίστηκε από την Εισαγγελία Εφετών Δωδεκανήσου, μετά την απόρριψη όλων των εφέσεων που ασκήθηκαν κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος, η εκδίκαση της πολύκροτης υπόθεσης με 19 εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο «μαμούθ» που εκτυλίχθηκε στην πρώην Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος (νυν Alpha Bank) με την υποβολή ψευδών στοιχείων για την εξασφάλιση δανείων ύψους 2.257.022 ευρώ.
Οι 19 εμπλεκόμενοι κατηγορούνται για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης από κοινού, πλαστογραφία με σκοπούμενο όφελος άνω των 120.000 ευρώ από κοινού και απάτης με ζημία άνω των 120.000 ευρώ από κοινού.
Θυμίζουμε ότι περί το μήνα Ιανουάριο του έτους 2006, ο Μ. Μ., μαζί με τον Ν. Β., τη Μ. Α., την Α. Β. και τον Φ. Σ., αφού είχαν εντοπίσει διαθέσιμα προς πώληση ακίνητα στην ευρύτερη περιοχή της Νότιας Ρόδου, προσέγγισαν (μέσω του πρώτου εξ αυτών), τον τότε διευθυντή ιδιωτών του υποκαταστήματος της Εμπορικής Τράπεζας στη Ρόδο.
Ο Μ. Μ. παρουσιάστηκε στον τελευταίο ως έμπειρος κτηματομεσίτης, χωρίς ωστόσο να προσκομίσει οποιοδήποτε δικαιολογητικό που να επιβεβαιώνει την ιδιότητα του αυτή, και του πρότεινε να συστήνει ο ίδιος πιστούχους, τους οποίους η τράπεζα θα χρηματοδοτούσε, μέσω της έγκρισης σε αυτούς δανείων, για την αγορά οικοπέδων στην περιοχή της Νότιας Ρόδου.
Ο τραπεζικός υπάλληλος αποδέχθηκε την πρόταση του Μ. Μ., αν και ο τελευταίος δεν πληρούσε τις καθορισμένες από την τράπεζα προϋποθέσεις και χωρίς να λάβει ως όφειλε την έγκριση της Περιφερειακής Διεύθυνσης, και συνήψε άτυπη συνεργασία με αυτόν.
Ως στενός συνεργάτης του Μ. Μ., εμφανιζόταν σε κατάστημα της τράπεζας ο Ν. Β., ο οποίος δήλωνε στους υπαλλήλους της τράπεζας ότι είναι δικηγόρος, προκειμένου να δώσουν την εντύπωση ότι πρόκειται για μια ομάδα σοβαρών επαγγελματιών που δραστηριοποιούνται στο χώρο των κτηματομεσιτικών συναλλαγών, ενώ όπως προέκυψε από τα καταχωρημένα στο πελατολόγιο της τράπεζας στοιχεία, ήταν οικονομολόγος-λογιστής!
Η μέθοδος που ακολουθούσε η ως άνω οργανωμένη εγκληματική ομάδα ήταν η ακόλουθη: η Α. Β. στις περισσότερες περιπτώσεις κατά μόνας ή και σε συνεργασία με τους’ ανωτέρω αναφερόμενους, προσέγγιζε (στην Κρήτη και στην Αττική) αφερέγγυα πρόσωπα, κυρίως χρήστες ναρκωτικών ουσιών και ανέργους, με σοβαρά προβλήματα ρευστότητας και τους πρότειναν έναντι αμοιβής να συνεργασθούν μαζί τους και να χρηματοδοτηθούν λαμβάνοντας στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια από το κατάστημα της Εμπορικής στη Ρόδο, προφασιζόμενοι την αγορά οικοπέδων.
Εφόσον τα εν λόγω άτομα συμφωνούσαν να συμμετάσχουν στην πραγματοποίηση του εγκληματικού σχεδίου, η Μ. Α., η οποία είχε γνώσεις λογιστικής, μετά από συνεννόηση με τον Μ. Μ. και τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης, προέβαινε μέσω διαδικτύου στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων επ’ ονόματι των υποψηφίων πιστούχων καταχωρώντας εικονικά εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες, με βάση τα οποία εκδίδονταν στη συνέχεια εκκαθαριστικά φόρου, τα οποία ο τραπεζικός υπάλληλος καταχωρούσε ως συνημμένα δικαιολογητικά στις υποβληθείσες εκ μέρους των υποψηφίων δανειοληπτών αιτήσεις στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων. Επίσης τα μέλη της ως άνω εγκληματικής ομάδας προέβαιναν στην εξ υπαρχής κατάρτιση πλαστών εγγράφων και συγκεκριμένα προέβαιναν στην κατάρτιση πλαστών βεβαιώσεων ετησίων και μηνιαίων αποδοχών που ενεφάνιζαν οι υποψήφιοι δανειολήπτες, ως προερχόμενα από την εργασία τους, τις οποίες ομοίως ο τραπεζικός υπάλληλος καταχωρούσε ως δικαιολογητικά για αίτηση δανειοδότησης, χωρίς να προβεί σε έλεγχο γνησιότητας αυτών ως όφειλε.