Πώς οι δικηγορικές εταιρείες εκμεταλλευόμενες το νομοθετικό κενό, προσχωρούν σε καταχρηστικές συμπεριφορές. Νομοθετική παρέμβαση ετοιμάζει το υπ. Οικονομίας και Ανάπτυξης. Αντικαθίστανται οι εισπρακτικές από δικηγορικές εταιρείες.
Ειδικότερα, σε συνεργασία με το υπουργείο Δικαιοσύνης, τους Δικηγορικούς Συλλόγους, τον Συνήγορο του Καταναλωτή και την Αρχή Προστασίας Δεδομένου Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), βρίσκεται στη διαδικασία κατάρτισης νομοθετικής πρωτοβουλίας, που πέραν της αυστηροποίησης των όρων λειτουργίας των εισπρακτικών εταιρειών, θα ενσωματώσει ρυθμίσεις και για τον έλεγχο των δικηγορικών γραφείων, που σήμερα, εκμεταλλευόμενα το νομικό κενό, λειτουργούν ως αμιγώς εισπρακτικές εταιρείες, χωρίς ωστόσο να μπορούν να ελεγχθούν από τις εποπτικές αρχές.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αμιγώς εισπρακτικές εταιρείες, όπως αυτές ορίζονται από το νόμο 3758/2009, τίθενται σταδιακά εκτός λειτουργίας, καθώς το αντικείμενό τους, το αναλαμβάνουν δικηγορικά γραφεία. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι από τις 29 εισπρακτικές εταιρείες που είχαν εγγραφεί στο σχετικό μητρώο, οι 16 έχουν διακόψει τη λειτουργία τους.
Βάσει του ν.3758/2009 «Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις» είναι οι κεφαλαιουχικές εταιρίες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από τη διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών.
Υπογραμμίζεται ότι σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του νόμου σχετικά με τους όρους επικοινωνίας με τους δανειολήπτες, μπορεί να επιβληθεί με απόφαση του υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης πρόστιμο από 5.000 έως 50.000 ευρώ, αλλά και η διαγραφή της εταιρείας από το μητρώο, σε περίπτωση υποτροπής. Οι κυρώσεις, όμως, δεν αφορούν τα δικηγορικά γραφεία που λειτουργούν ως εισπρακτικές, αφού δεν καταλαμβάνονται από το νόμο.
Γιατί εξαιρούνται
Με βάση την υπ.αριθμ. 598/2012 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η ένταξη των δικηγόρων – δικηγορικών εταιριών στο συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο, δεν συνάδει με την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος, δεδομένου ότι η ενημέρωση οφειλετών εντάσσεται ήδη σε αυτό και καθιστά αδύνατη, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, την επιβολή κυρώσεων σε δικηγόρους/δικηγορικές εταιρίες, για την επιβολή των οποίων αρμόδιο όργανο είναι το οικείο πειθαρχικό όργανο.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο δικηγόρων και δικηγορικών εταιριών, ο κύκλος εργασιών, η στελέχωση και η υποδομή των οποίων έχει να κάνει σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα με την ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Ωστόσο, οι δικηγόροι και οι δικηγορικές εταιρίες μπορούν με το ισχύον καθεστώς και εκμεταλλευόμενοι το νομικό κενό να προβαίνουν συχνά σε καταχρηστικές πρακτικές κατά την διαδικασία είσπραξης των οφειλών.
Με δεδομένα τα παραπάνω και δεδομένου ότι το ζήτημα έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις. Για αυτό, όπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη νομοθετικής παρέμβασης για το ζήτημα.
Σημειώνεται ότι η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, έχει γίνει αποδέκτης πλήθους καταγγελιών τις οποίες αδυνατεί να χειριστεί. Συγκεκριμένα, από τις 652 καταγγελίες που έγιναν το 2017 στην αρμόδια υπηρεσία σχετικά με εταιρείες ενημέρωσης δανειοληπτών, οι 255 αφορούσαν δικηγορικά γραφεία και διαβιβάστηκαν στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι κατάλληλες πειθαρχικές διαδικασίες που ορίζει ο Κώδικας Δεοντολογίας των δικηγόρων. Κι αυτό διότι η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή δεν μπορεί να παρέμβει σε αυτές τις περιπτώσεις, αφού το μόνο αρμόδιο όργανο είναι το πειθαρχικό όργανο των δικηγόρων.
Σύμφωνα με τα ίδια στελέχη, με τις ρυθμίσεις που αναμένονται, επιδιώκεται να θεσπιστεί ένα όριο στην καταχρηστική συμπεριφορά των δικηγόρων και των δικηγορικών εταιριών. Ταυτόχρονα εξετάζεται το ενδεχόμενο να ενισχυθεί η ευθύνη των εντολέων τους (δανειστών) για τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν οι εντολοδόχοι τους (δικηγόροι ή δικηγορικές εταιρίες).
Ειδικότερα, επιχειρείται η εισαγωγή ορισμένων ειδικών υποχρεώσεων και σε δικηγόρους – δικηγορικές εταιρίες με σκοπό να τερματιστούν τυχόν νοσηρά φαινόμενα τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα την ακραία εκμετάλλευση και χειραγώγηση των καταναλωτών- οφειλετών.
Ευνόητο είναι ότι το πεδίο εφαρμογής των νέων διατάξεων, όπως αυτό θα αποτυπώνεται στις προτεινόμενες διατάξεις, δεν θα καταλαμβάνει κάθε δικηγόρο ή δικηγορική εταιρία η οποία δραστηριοποιείται στο πλαίσιο του δικηγορικού του λειτουργήματος, αλλά θα αφορά μόνο εκείνες τις περιπτώσεις όπου δικηγόροι δραστηριοποιούνται συστηματικά και σε μεγάλη κλίμακα στην ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές.