Tην αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης της 31χρονης Ρηγοπούλας Γιαννικάκη του Βασιλείου, κατοίκου Πηγαδίων Καρπάθου, που κατηγορείται για το φόνο του συντρόφου της, με τους περιοριστικούς όρους της αυτοπρόσωπης εμφάνισής της εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας της και της απαγόρευσης εξόδου της από τη χώρα, απεφάσισε χθες η τακτική Ανακρίτρια Ρόδου κ. Μαρίνα Κρανίτη, αποδεχόμενη σχετική εισήγηση της Αντεισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Μαρίας Σοφίας Βαϊτση.
Θυμίζουμε ότι με βούλευμα, που είχε εκδώσει το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου, απορρίφθηκε κατ’ ουσίαν η από 28 Φεβρουαρίου 2014 όμοια προσφυγή της, αν και αναγνωρίστηκε «εμμέσως» ότι τέλεσε το αδίκημα, ευρισκόμενη σε άμυνα και εν βρασμώ ψυχής.
Όπως έγραψε η “δημοκρατική”, η 31χρονη κατηγορείται για το φόνο του συντρόφου της, 30χρονου επαγγελματία οπλίτη, Αδάμ Βεσσάλα του Παναγιώτη, που γεννήθηκε στο Γαλατά Τροιζηνίας και υπηρετούσε στο 95 ΤΕ Καρπάθου.
Η κατηγορούμενη υποστηρίζει ότι υπήρξε κατ’ επανάληψη θύμα κακοποίησης από τον 30χρονο, επισημαίνοντας ότι δεν είχε ανθρωποκτόνο δόλο και ότι ο θάνατός του επήλθε από ατύχημα.
Στην αίτηση, που έχει υποβάλει δια των πληρεξουσίων δικηγόρων της κ.κ. Στ. Αλεξανδρή και Κ. Διακονή, κατέστησε σαφές, ότι έχει λευκό ποινικό μητρώο, έχει γνωστή διαμονή και μόνιμη κατοικία και δεν είναι ύποπτη φυγής.
Επεσήμανε ακόμη ότι τελούσε σε κατάσταση άμυνας και ότι ο θάνατος επήλθε από ατύχημα.
Στην διάταξη της κ. Ανακρίτριας, με την οποία επιβεβαιώνονται οι ισχυρισμοί της κατηγορούμενης, αναφέρονται τα εξής:
«Από το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε κατά την αυτεπαγγέλτως ενεργηθείσα προανάκριση και την μέχρι τώρα κύρια ανάκριση και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων σε συνδυασμό με τα έγγραφα και την απολογία της κατηγορουμένης – προσφεύγουσας, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η κατηγορουμένη εδώ και ενάμιση περίπου έτος συγκατοικούσε με το θύμα, Αδάμ Βεσσάλα, στα Πηγάδια της Καρπάθου. Η σχέση της με τον εκλιπόντα ήταν σχέση παθολογικής αγάπης, που συνοδευόταν από έντονους διαπληκτισμούς και χειροδικίες, λόγω κυρίως των αισθημάτων ζήλιας που εξεδήλωνε συχνά ο εκλιπών, πλην όμως ουδείς αποφάσιζε να προβεί στη διακοπή της μεταξύ τους σχέσης, παρότι πολλές φορές οι διαπληκτισμοί τους είχαν κατάληξη είτε στο αστυνομικό τμήμα είτε στο νοσοκομείο των Πηγαδιών Καρπάθου.
Στις 20-02-2014 και κατόπιν εορτασμού της Τσικνοπέμπτης στην οικία της μητέρας της κατηγορουμένης, θύμα και κατηγορουμένη κατέληξαν περί ώρα 22:00 ο μεν πρώτος και 22:15 η δε δεύτερη, στην κοινή τους οικία, όπου έλαβε εκ νέου χώρα διαπληκτισμός για ασήμαντη αιτία.
Αρχικώς θύτης και θύμα λογόφεραν σε έντονους τόνους, εκτοξεύοντας ύβρεις εκατέρωθεν, ενώ εν συνεχεία άρχισαν να χειροδικούν, χτυπώντας ο ένας τον άλλο έντονα. Λόγω της σωματικής διάπλασης του θύματος και της υπέρτερης φυσικής του δύναμης, έναντι της κατηγορουμένης, η τελευταία κατευθύνθηκε προς το κοινό τους δωμάτιο, προκειμένου να προστατευτεί. Πλην όμως το θύμα την ακολούθησε και επιτέθηκε εκ νέου σε αυτή, αφού με τα γυμνά του χέρια έσκισε το κολάν της.
Τότε η τελευταία, αφού απεγκλωβίστηκε από τις λαβές του θύματος, έτρεξε προς την κουζίνα και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση έθραυσε ένα ποτήρι νερού, και το κάρφωσε βίαια στο στήθος του θύματος, που την είχε ακολουθήσει και βρισκόταν τη στιγμή εκείνη όπισθεν της. Από την πράξη της αυτή προκλήθηκε κάταγμα της τρίτης πλευράς, που βρίσκεται στη δεξιά πλευρά της μεσότητας της στερνικής χώρας, το δε κατεαγόν άκρο αυτής, στρεφόμενο προς τα έσω, προκάλεσε ρήξη – διατομή της δεξιάς έσω μαστικής αρτηρίας, και εν συνεχεία αιμορραγία από την οποία το θύμα κατέληξε μετά από λίγο.
Αμέσως μετά την πράξη της, η κατηγορουμένη με ψυχραιμία και μεθοδικότητα προσπάθησε να συγκαλύψει την πράξη της, τοποθετώντας τα ματωμένα ρούχα στο πλυντήριο της οικίας, μεταφέροντας το θύμα πάνω στο κρεβάτι, με τη βοήθεια της μητρός της και του κουμπάρου αυτής, τους οποίους εν τω μεταξύ ειδοποίησε τηλεφωνικώς, και δίνοντας στον τελευταίο τα απορρίμματα που περιείχαν τα πειστήρια του εγκλήματος, προκειμένου αυτός να τα απορρίψει σε δημοτικό κάδο απορριμμάτων έξωθεν της οικίας.
Κατά τη διάρκεια δε της προανάκρισης κράτησε αρνητική στάση, παραπλανώντας τις προανακριτικές αρχές, διατεινόμενη ότι ουδεμίαν σχέση τη συνέδεε με το επίδικο αποτέλεσμα του θανάτου του συντρόφου της.
Εξ όλων των ως άνω προκύπτει ότι, όπως αναφέρεται και στο από 16/2014 Ένταλμά μας Προσωρινής Κράτησης, η κατηγορουμένη ως προσωπικότητα εκφεύγει του μετρίου συνετού και ακίνδυνου ανθρώπου, καθώς υποβόσκουν στο χαρακτήρα της στοιχεία επικινδυνότητας, αφού δεν είναι ίδιον του μέσου συνετού και ακίνδυνου ανθρώπου, όταν διαπληκτίζεται – έστω και εντόνως – με έτερο άτομο, να σπάσει ένα ποτήρι στον πάγκο της κουζίνας για να δημιουργήσει αιχμηρές κόγχες και να το καρφώσει στο στήθος αυτού, πράξη, που από μόνη της είναι, ιδιαιτέρως επικίνδυνη και αυτοτελώς πρόσφορη να επιφέρει βαριά σωματική βλάβη, ακόμα και θάνατο.
Εξάλλου η ψυχραιμία με την οποία αντιμετώπισε την πράξη της και η προσπάθεια συγκάλυψης αυτής, σε συνδυασμό με το ό,τι ο θανών ήταν ο σύντροφός της, αποδεικνύουν άτομο απρόβλεπτο με μειωμένο επίπεδο συναισθηματισμού, που δημιουργεί αμφιβολίες για τις περαιτέρω αντιδράσεις της, στις συνέπειες της πράξης της.
Αυτοί άλλωστε ήταν και οι λόγοι που υπαγόρευσαν εξαρχής την προσωρινή κράτηση αυτής. Ωστόσο, και παρά τις ανωτέρω παραδοχές, πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι δεν υφίστανται πιθανότητες να επιδείξει η κατηγορουμένη την ίδια εγκληματική, επικίνδυνη και απρόβλεπτη συμπεριφορά εκ νέου, καθώς αυτή εκδηλώθηκε στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης και ιδιάζουσας σχέσης – έντονης μάλιστα συναισθηματικής φύσεως, σχέσης, που έφερε και στην επιφάνεια την έντονη και αποκλίνουσα από το μέτριο συμπεριφορά της κατηγορουμένης.
Η παραδοχή αυτή σε συνδυασμό πάντα με το ό,τι η κατηγορουμένη δεν είναι ύποπτη φυγής, αφού ουδέποτε έχει απομακρυνθεί από την Κάρπαθο και η οικογένειά της διαμένει μόνιμα εκεί, και λαμβανομένου υπόψη και του λευκού ποινικού της μητρώου, και της μη ποινικά κολάσιμου -μέχρι το φερόμενο χρόνο τέλεσης του εγκλήματος που της αποδίδεται- τρόπου ζωής της, και κυρίως λαμβανομένου υπόψη ότι η διαβίωση της κατηγορουμένης επί πέντε περίπου μήνες σε καθεστώς στέρησης της ελευθερίας της, παρέχει την εύλογη προσδοκία ότι έχει ασκήσει ευεργετική επίδραση στο ψυχοβουλητικό πλέγμα των στοιχείων που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά της και έχει συνεπιφέρει αντίστοιχο (θετικό) ευεργετικό αντίκρισμα γι αυτήν, ώστε να παρίσταται τώρα σημαντικά μειωμένη η πιθανότητα να αναπτύξει έκνομη δραστηριότητα σε περίπτωση που θα αφεθεί ελεύθερη, άγουν στο συμπέρασμα ότι η προσωρινή της κράτηση δεν είναι πλέον απολύτως αναγκαία για την πρόληψη τέλεσης από αυτήν νέων εγκλημάτων.
Άλλωστε, όλα τα ως άνω σε συνδυασμό με την άσχημη ψυχική και σωματική κατάσταση της υγείας της τελευταίας κατά τον εγκλεισμό της στη φυλακή, υποδεικνύουν ότι η συνέχιση της προσωρινής της κράτησης θα παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας και επομένως στο παρόν στάδιο από μόνη της η βαρύτητα της αποδιδόμενης σε αυτήν κακουργηματικής πράξης, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την προσωρινή της κράτηση, υπό το πρίσμα της πρόληψης της τέλεσης από αυτήν νέων εγκλημάτων».