Ρεπορτάζ

Επιδικάστηκε αποζημίωση σε γνωστό φαρμακοποιό της Ρόδου σε αντιδικία με συγγενικό του πρόσωπο για ακίνητο

• Η υπόθεση έχει απασχολήσει το παρελθόν και τα ποινικά δικαστήρια

Με απόφαση που εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή που άσκησε γνωστός φαρμακοποιός της Ρόδου κατά δύο συγγενικών του προσώπων και καταδικάστηκε η μία εκ των εναγόμενων στην καταβολή αποζημίωσης.
Το δικαστήριο υποχρεώνει την συγγενή του να του καταβάλει το ποσό των 65.438,21 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση και απαγγέλλει εις βάρος της προσωπική κράτηση, διάρκειας τριών μηνών, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης.
Το ιστορικό της ένδικης διαφοράς σύμφωνα με την απόφαση έχει ως εξής:
Με προσύμφωνο συμβολαιογράφου του έτους 1996 μια ημεδαπή ανέλαβε την υποχρέωση να πωλήσει και να μεταβιβάσει στον ενάγοντα και στον πρώτο εναγόμενο-αδελφό του, κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, μία οικία συνολικής επιφάνειας 75,62 τ.μ., έναντι συνολικού τιμήματος 10.000.000 δρχ., εκ των οποίων 3.000.000 καταβλήθηκαν ως αρραβώνας εξ ημισείας κατά την υπογραφή του προσυμφώνου και το υπόλοιπο του τιμήματος, ποσού 7.000.000 δρχ. συμφωνήθηκε να καταβληθεί σε δύο ισόποσες δόσεις στις 31.12.1997 και στις 31.12.1998, οπότε και θα υπογραφόταν το οριστικό συμβόλαιο.
Ωστόσο, η συμφωνία των ανωτέρω δεν εξελίχθηκε ομαλά και το οριστικό συμβόλαιο δεν υπεγράφη ποτέ, καθώς το ως άνω ακίνητο κατέστη αντικείμενο διεκδίκησης από τα αδέλφια της εκ προσυμφώνου πωλήτριας.
Την υπόθεση από νομικής πλευράς για λογαριασμό του ενάγοντας, χειρίστηκε ο πρώτος εναγόμενος και από την υπογραφή του προσυμφώνου ο πρώτος είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στους χειρισμούς του δεύτερου, λόγω και της συγγενικής τους σχέσης.
Εξάλλου, σε γνώση των ανωτέρω τελούσε και η δεύτερη εναγόμενη, καθώς είναι σύζυγος του πρώτου εναγόμενου και νύφη του ενάγοντος, ενώ ήδη από το έτος 1994 η ως άνω πωλήτρια είχε αναθέσει σε αυτήν την πώληση του ακινήτου.
Περαιτέρω, προκειμένου να καταστεί το ακίνητο απρόσβλητο από τους διεκδικητές του και ευκολότερη η μεταβίβασή του στον ενάγοντα και τον αδελφό του, η δεύτερη εναγόμενη, εν αγνοία του ενάγοντα, φέρεται να συνήψε με την ημεδαπή το 2002 συμβόλαιο αγοραπωλησίας, δυνάμει του οποίου απέκτησε την κυριότητα του ακινήτου, έναντι τιμήματος 5.007,16 ευρώ στο ως άνω, δε, συμβόλαιο η πωλήτρια εγγυάται το μεταβιβαζόμενο ακίνητο ελεύθερο -μεταξύ άλλων και- διεκδικήσεων, γεγονός εν γνώσει και των δύο συμβαλλόμενων ψευδές, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία κατά τα έτη 1997-1998 της πωλήτριας και του συζύγου της με τους εναγόμενους.
Ο ισχυρισμός, δε, των εναγόμενων ότι ο ενάγων είχε υπαναχωρήσει (λόγω της διεκδίκησης) από την απόκτηση του ακινήτου, ελέγχθηκε ως αβάσιμος, καθώς οι εναγόμενοι ουδέν προσκομίζουν προς απόδειξή του ανακρούεται δε, αφενός μεν από το γεγονός ότι ο ενάγων συνέχιζε να το δηλώνει στο έντυπο δήλωσης ακίνητης περιουσίας (Ε9) μέχρι το 2010 και ότι ουδέποτε ο ίδιος διεκδίκησε την επιστροφή του ποσού που είχε καταβάλει στην εκ προσυμφώνου πωλήτρια κατά τη σύνταξή αυτού.
Περαιτέρω, οι εναγόμενοι έπεισαν τον ενάγοντα να προβεί στην μίσθωση του ακινήτου ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγόμενης, προκειμένου να είναι δυνατή η ένταξη σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα της Ε.Ε. (ΕΣΠΑ) για την μετατροπή της υφιστάμενης στο ακίνητο διώροφης παραδοσιακής κατοικίας και αλλαγή της χρήσης σε αυτοεξυπηρετούμενο κατάλυμα δύο επιπλωμένων κατοικιών, καθώς η ιδιότητά τους δεν τους επέτρεπε να αιτηθούν οι ίδιοι τη χρηματοδότηση, παριστώντας του ψευδώς ότι μετά την ολοκλήρωσή τους, θα έπαιρνε ο καθένας από μία οριζόντια ιδιοκτησία με τη μεταβίβαση του μισού ακινήτου από την εναγόμενη στον ενάγοντα.
Προς τούτο, ο ενάγων και η δεύτερη εναγόμενη συνήψαν το 2010 το καταφανώς εικονικό συμβόλαιο μίσθωσης ακινήτων δυνάμει του οποίου η δεύτερη εναγόμενη εκμίσθωσε για 23 έτη δύο ακίνητα ιδιοκτησίας της, μεταξύ των οποίων και το ανωτέρω, έναντι ετήσιου μισθώματος 100 ευρώ.
Έχοντας, έτσι, ο ενάγων την πεποίθηση, που του δημιουργήθηκε από την συμπεριφορά αμφότερων των εναγόμενων, ότι μετά την αποπεράτωση των κατοικιών, ο ίδιος θα γινόταν κύριος της μίας εξ αυτών, εντάχθηκε στη χρηματοδότηση του προγράμματος ΕΣΠΑ.
Στο πλαίσιο αυτό, αποδεδειγμένα κατέβαλε συνολικά 60.438,21 ευρώ, που συνιστούν τη ζημία του.
Ακολούθως, ο ενάγων και η εναγόμενη, με την από 20213 πράξη λύσης μίσθωσης προέβησαν στην λύση της ανωτέρω μίσθωσης.
Ο ενάγων, προέβη στην ενέργεια αυτή κατόπιν προτροπής και διαβεβαίωσης των εναγόμενων, ότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την μεταβίβαση του 1/2 του ακινήτου σε αυτόν. Κατόπιν, προέβη σε παραίτηση από την χρηματοδότηση και επέστρεψε τα χρήματα που είχε λάβει μέχρι τότε.
Η ανωτέρω συμπεριφορά των εναγόμενων, ήτοι η υπόσχεση μεταβίβασης του 1/2 του ακινήτου από την δεύτερη εναγόμενη στον ενάγοντα, δεν δύναται να ενταχθεί στην έννοια της απάτης, καθώς δεν αποτελεί γεγονός. Εντούτοις, η συμπεριφορά αυτή συνολικά ιδωμένη υπό το σύνολο των ανωτέρω περιστάσεων, κάτω από τις οποίες εκδηλώθηκε, όπως έκρινε το δικαστήριο, συνιστά συμπεριφορά που αντίκειται στα χρηστά ήθη, στην κοινωνική ηθική και στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου, στις οποίες στηρίζεται το θετικό δίκαιο.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Ακης Δημητριάδης.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου