Η εκτίναξη των ημερήσιων κρουσμάτων και η ανακοίνωση της αναστολής δοκιμών του εμβολίου της Οξφόρδης επέτειναν το κλίμα ανησυχίας. Ωστόσο, «ήταν, αναμενόμενο ότι τα πραγματικά κρούσματα είναι περισσότερα από αυτά που ανιχνεύονται», τονίζει στην «Κ» από την επιστημονική του έδρα στη Γενεύη ο καθηγητής Γενετικής, Μανώλης Δερμιτζάκης», άλλωστε «η κατάσταση ήταν μεν σταθερή, αλλά κρίσιμη». Και όπως αποδείχθηκε υπήρχαν εντελώς άγνωστες εστίες μετάδοσης, όπως η κονσερβοποιία στην Πέλλα, όπου «μαζί με τους όμορους δήμους» επεβλήθη lockdown. «Η έως τώρα εμπειρία μας έχει δείξει ότι τα τοπικά lockdowns αποδίδουν έπειτα από κάποιες εβδομάδες ισχύος, αυτό που προσωπικά με ανησυχεί είναι ότι οι εστίες αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι πολλές».
Ζητούμενο, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η στρατηγική διανομής των τεστ που θα χαραχθεί στο εξής, δεδομένου ότι ταυτόχρονα με την άνοδο των επιμολύνσεων πλησιάζει και η χειμερινή περίοδος. «Ποιο στατιστικό μοντέλο θα ακολουθηθεί; Ο δειγματοληπτικός έλεγχος ανά πόσες χιλιάδες κατοίκους;» διερωτάται, «είναι προτιμότερο να έχουμε έστω μια θολή εικόνα για την επιδημιολογική κατάσταση όλης της χώρας, παρά να είμαστε τυφλοί». Κοινός στόχος πρέπει να είναι η κάμψη των κρουσμάτων έως τα τέλη Οκτωβρίου. Σχετικά με τη συζήτηση για την καθολική χρήση μάσκας, ο κ. Δερμιτζάκης σχολιάζει «ίσως τον χειμώνα, με χαμηλότερες θερμοκρασίες, να είναι ευκολότερη η εισαγωγή ενός τέτοιου μέτρου». Οταν η χρήση της μάσκας θα είναι υποχρεωτική παντού θα γίνει εντέλει και σωστή χρήση της, καθώς σήμερα, με το να ισχύει το μέτρο αποσπασματικά, δημιουργείται πολλές φορές σύγχυση στους χρήστες.
Οι επόμενοι μήνες απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή, δεδομένου ότι ο χρονικός ορίζοντας μέχρι την κυκλοφορία ενός ασφαλούς εμβολίου μοιάζει να επιμηκύνεται. «Η είδηση της προσωρινής διακοπής της φάσης 3 της μελέτης του εμβολίου, από το οποίο αναμέναμε τα πρώτα αποτελέσματα στα τέλη Οκτωβρίου, είναι εν μέρει θετική γιατί αναδεικνύει τη σοβαρότητα του εγχειρήματος», υπογραμμίζει στην «Κ» ο κ. Νικόλαος Σύψας, καθηγητής Λοιμωξιολογίας στο ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων. «Μοιραία, θα υπάρξει χρονική μετατόπιση» συμπληρώνει, «έως τότε κρατάμε τα σίγουρα “όπλα” μας: τη μάσκα, την τακτική απολύμανση, τις αποστάσεις».
Και η καθηγήτρια Επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ, Αθηνά Λινού, συμφωνεί ότι η διακοπή των δοκιμών και η δημοσιοποίηση της επιπλοκής που προέκυψε σε εθελόντρια θα πρέπει να μας καθησυχάζουν αντί να μας ανησυχούν, καθώς αποδεικνύει ότι οι μηχανισμοί ελέγχου επαγρυπνούν. «Αν η παρενέργεια σχετίζεται πράγματι με τη χορήγηση του εμβολίου αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διορθωτικές αλλαγές», διευκρινίζει.
Το εμβόλιο της Οξφόρδης ήταν το πρώτο που εισήλθε στη φάση 3 των δοκιμών, στην οποία όμως βρίσκονται αυτή τη στιγμή και άλλα οκτώ. Οι επιστήμονες εναποθέτουν πολλές ελπίδες τους τουλάχιστον σε άλλα δύο εμβόλια: το γερμανικό (BioNTech/Pfizer) και το αμερικανικό (Moderna).
Οπως, άλλωστε, υπενθυμίζει ο κ. Δερμιτζάκης, η Ε.Ε. είχε μεν υπογράψει με την AstraZeneca συμβόλαιο –που τέθηκε σε ισχύ στις 27 Αυγούστου– ωστόσο έχουν ήδη συναφθεί συμφωνίες με άλλες πέντε φαρμακευτικές εταιρείες που βρίσκονται στην «κούρσα» για το εμβόλιο κατά του νέου κορωνοϊού· εκκρεμεί μόνο η υπογραφή των σχετικών συμβολαίων. Μάλιστα, η επιτυχής ολοκλήρωση των συνομιλιών με την έκτη εταιρεία ανακοινώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 9 Σεπτεμβρίου, ανήμερα την αναστολή των δοκιμών στην Οξφόρδη…
Υπενθυμίζεται ότι εκπρόσωπος της AstraZeneca δήλωσε ότι η αναστολή προέκυψε έπειτα από παρενέργεια που εμφάνισε γυναίκα εθελόντρια στο Ηνωμένο Βασίλειο, με νευρολογικά συμπτώματα, που θύμιζαν εγκάρσια μυελίτιδα. Ταυτόχρονα, έγινε γνωστό ότι η διαδικασία είχε σταματήσει άλλη μία φορά τον Ιούλιο, όταν άλλος συμμετέχων εμφάνισε νευρολογικά συμπτώματα, τα οποία εντέλει απέδωσαν σε σκλήρυνση κατά πλάκας, ασθένεια που δεν σχετίζεται με τη χορήγηση του εμβολίου. «Οι διακοπές σε τέτοιες διαδικασίες είναι συνήθεις, το μόνο που με προβληματίζει είναι ότι η εγκάρσια μυελίτιδα, αν τελικά αυτή είναι η διάγνωση της συμμετέχουσας, είναι μια αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος που μπορεί να αποτελεί παρενέργεια του εμβολίου». Ωστόσο, «ακόμα είναι νωρίς για αξιολογικές κρίσεις», συμπληρώνει ο κ. Δερμιτζάκης, που θεωρεί εξίσου ενθαρρυντικό νέο την εύρυθμη λειτουργία των ανεξάρτητων επιτροπών ελέγχου.
Η νέα αυτή εξέλιξη, σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει να «πείσει» ακόμα και τους δύσπιστους έναντι των εμβολίων. «Αποτελεί εγγύηση ότι το εμβόλιο που εντέλει θα έχουμε θα είναι αποτελεσματικό και ασφαλές», καταλήγει. Ενα ασφαλές εμβόλιο ενδέχεται να έχει κάποιες παρενέργειες, χωρίς αυτό να αναιρεί την αποτελεσματικότητά ή την αναγκαιότητά του για την καταπολέμηση ενός τόσο θανατηφόρου ιού όπως ο νέος κορωνοϊός. «Αυτό που εξετάζεται είναι η σχέση οφέλους/κινδύνου παρενεργειών», αναφέρει σε διαδικτυακή του ανάρτηση ο κ. Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο London School of Economics και εκπρόσωπος της Ελλάδας σε διεθνείς οργανισμούς για θέματα κορωνοϊού, ενώ «έχει μεγάλη σημασία ο τύπος των παρενεργειών και η συχνότητα εμφάνισής τους».
Στην περίπτωση του εμβολίου της Οξφόρδης, «έγινε προσωρινή διακοπή για να διαπιστωθεί το μέγεθος του προβλήματος και αυτό παρότι υπάρχουν μεγάλες πιέσεις (και πολιτικές) και προσδοκίες για να κυκλοφορήσει σύντομα το εμβόλιο. Οι ερευνητές ακολούθησαν τις σωστές πρακτικές και δεν αποσιώπησαν το πρόβλημα· αντιθέτως, η έγκριση εμβολίου με ανεπαρκή στοιχεία, όπως έγινε πρόσφατα στη Ρωσία, δεν συνάδει με τις διεθνείς πρακτικές».
Η δύσκολη εξίσωση των μαθητών
Η νέα σχολική χρονιά ξεκινάει με όλους να αγωνιούν. «Ο κορωνοϊός εκδηλώνεται στα παιδιά με τα συμπτώματα των ενηλίκων, αλλά και με επιπλοκές του γαστρεντερικού συστήματος», λέει στην «Κ» ο Αντώνης Δαρζέντας, παιδίατρος και νεογνολόγος, «αν και πολύ συχνά τα παιδιά είναι ασυμπωματικά», ενώ «δεν είναι εφικτό να διενεργούνται τεστ σε όλα τα εμπύρετα παιδιά. Πέρα από οικονομικά ασύμφορο, μπορεί να αποβεί και παραπλανητικό, καθώς περίπου 3 στα 10 βγαίνουν ψευδώς αρνητικά, οπότε περιπλέκονται τα πράγματα: Αν ένα παιδί βγει αρνητικό αλλά εξακολουθεί να έχει συμπτώματα, δεν επιτρέπεται να έρθει σε επαφή με τη σχολική κοινότητα». Οι παιδίατροι φέτος καλούνται να συνεκτιμούν καθημερινά την υγεία των ασθενών τους, συνυπολογίζοντας το επιδημιολογικό προφίλ της περιοχής τους, τις επαφές τους και βέβαια την πορεία τους· αν τα συμπτώματα επιμένουν ή επιβαρύνονται, τότε χτυπάει «καμπανάκι». Το διάστημα που το παιδί θα μένει στο σπίτι, όλα τα μέλη πρέπει να τηρούν ευλαβικά τα μέτρα υγιεινής. «Προστατεύουμε τους πιο ευάλωτους στην οικογένεια, δηλαδή τους ηλικιωμένους».
Πηγή: kathimerini.gr