Mε την υπ’ αρίθμ. 273/2018 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου παρατάθηκε η προσωρινή διαταγή με την οποία απαγορεύθηκαν τα καταδιωκτικά μέτρα εις βάρος γνωστής εταιρείας του νησιού, η οποία ζήτησε την έφεση απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, που εκδόθηκε με την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, και απέρριψε την αίτηση επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης που υπέβαλε.
Η αίτηση έχει υποβληθεί ειδικότερα από ανώνυμη εταιρεία της Ρόδου και από δύο εταίρους της και το Εφετείο Δωδεκανήσου, που παρέτεινε την προστασία της μέχρι την 8η Φεβρουαρίου 2019, ανέβαλε την λήψη απόφασης προκειμένου να προσκομιστούν στην Εισηγήτρια Πρόεδρο Εφετών πρόσθετα στοιχεία και συγκεκριμένα πιστοποιητικά βαρών ακινήτων της από το Κτηματολόγιο, έκθεση Ελεγκτικής εταιρείας και έκθεση του επιχειρηματικού σχεδίου ανάκαμψης που έχει εκπονήσει.
Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε κάνει δεκτές τις κύριες παρεμβάσεις, που άσκησαν στην δίκη, ο ΕΦΚΑ, η ΑΑΔΕ, μια εταιρεία των Αθηνών και η τράπεζα Πειραιώς και απέρριψε την αίτηση.
Το έτος 2013 είχε γίνει δεκτή η αίτηση επικύρωσης της συμφωνίας συνδιαλλαγής της εταιρείας με τους πιστωτές της και είχε ανοίξει ουσιαστικά ο δρόμος για την πλήρη εξυγίανσή της μετά και την υπαγωγή της, το έτος 2012, στις ευεργετικές διατάξεις του άρθρου 99 του πτωχευτικού κώδικα.
Η εταιρεία επεδίωξε την υπαγωγή της στις διατάξεις του νέου πτωχευτικού κώδικα.
Η εταιρεία ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 2000 και από ιδρύσεως της έγιναν αυξήσεις στο αρχικό μετοχικό της κεφάλαιο που σήμερα αριθμεί 75.300 ονομαστικές μετοχές αξίας 2.210.055 ευρώ.
Δραστηριοποιήθηκε κυρίως στον τομέα της ζυθοποιίας, δημιουργώντας αρχικώς μία μικρή μονάδα παραγωγής και το έτος 2003 ένα νέο υπερσύγχρονο ζυθοποιείο σε ιδιόκτητο ακίνητο. Βασική δραστηριότητα της είναι η παρασκευή και διάθεση αναψυκτικών, ενεργειακών ποτών, χυμών φρούτων, κρασιού, καφέ και κυρίως μπίρας.
Το απασχολούμενο προσωπικό της εταιρείας ανέρχεται σήμερα σε 49 άτομα, ενώ υποστηρίζεται και από ένα ευρύ δίκτυο συνεργατών σε ολόκληρη την Ελλάδα και την Κύπρο.
Στην αίτησή της επεσήμανε ότι όπως το σύνολο των εταιρειών στην Ελλάδα έτσι και αυτή επηρεάστηκε σημαντικά από την κρίση η οποία ξεκίνησε διεθνώς το 2008 ως τραπεζική κρίση και εξελίχθηκε σε δημοσιονομική οδηγώντας σε μακροετή ύφεση που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Ειδικότερα, η αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει με νέα κεφάλαια τις επιχειρήσεις, δημιούργησε μια ασφυκτική πίεση ρευστότητας εν γένει στην αγορά, με αποτέλεσμα οι εταιρείες να προσπαθήσουν να επιβιώσουν χρηματοδοτούμενες ουσιαστικά από τις πιστώσεις των δικών τους προμηθευτών αλλά και σε πολλές περιπτώσεις μέσω της αναστολής πληρωμής των φορολογικών και ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων.
Στην συγκεκριμένη εταιρεία το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στην καθυστέρηση είσπραξης της αξίας των πωλήσεών της από τους πελάτες της σε συνδυασμό με την ανάγκη έγκαιρης εξυπηρέτησης των δικών της υποχρεώσεων, γεγονός που εύλογα δημιουργεί χρηματοδοτικό κενό το οποίο η εταιρεία καλύπτει εν μέρει μόνο με ενδιάμεση τραπεζική χρηματοδότηση με το αντίστοιχο βέβαια χρηματοοικονομικό κόστος.
Πέραν όμως αυτής της βραχυπρόθεσμης στήριξης, η εταιρεία έχει ανάγκη και από κεφάλαια για επένδυση σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό προκειμένου να υποστηρίξει τα επίπεδα πωλήσεων που κρίνονται απαραίτητα για να μπορεί να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της.
Τόνισε εξάλλου ότι κατά την διάρκεια της πορείας της η εταιρεία είχε πάντα στραμμένη την προσοχή της στην συνεχή διατήρηση της ποιότητας των υπηρεσιών της, αλλά και την βελτίωση αυτής, με την ανάπτυξη της οργανωτικής δομής και τη συνεχή ανανέωση του εξοπλισμού της με σύγχρονα μέσα.
Με σκοπό μάλιστα την περαιτέρω ανάπτυξη των πωλήσεών της σε νέες αγορές, μεταξύ άλλων και του εξωτερικού, προγραμματίζεται μέσα στην επόμενη 3ετία μια σημαντική επένδυση σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό αξίας 700.000 ευρώ περίπου και συγκεκριμένη η αγορά συγκροτήματος εμφιάλωσης κυρίων, μηχανήματα διάθεσης μπύρας, post mix και χυμών αλλά και η αγορά ανταλλακτικών για παλαιότερα μηχανήματα.
Το σύνολο των υποχρεώσεων της ανήλθε τον Σεπτέμβριο του 2017 στα 13.551.518,78 ευρώ και οι απαιτήσεις της στα 10.239.713,47 ευρώ.
Η βασική πιστώτρια τράπεζα που παρέχει τη συναίνεσή της στην αίτηση λήψης προληπτικών μέτρων, και συγκεκριμένα η Τράπεζα EUROBANK συγκεντρώνει ποσοστό 37,57% επί του συνόλου των υποχρεώσεων της εταιρείας.
Σημειώνεται ότι στο πρόγραμμα εξυγίανσης της εταιρείας έχει εξασφαλιστεί συμφωνία με το 65,29% του συνόλου των πιστωτών της.
Με το πρόγραμμα εξυγίανσης της έχουν συγκεκριμένα συναινέσει οι τράπεζες Eurobank, Εθνική, Alpha Βank και η Eθνική Leasing.
Oι πωλήσεις της εταιρείας κατά το έτος 2018 θα φτάσουν τα 5,64 εκατ. ευρώ.
Για την λήψη της απορριπτικής απόφασης του δικαστηρίου, αφού πρώτα εκτιμήθηκε ότι υπάρχει περιθώριο ρύθμισης και αποπληρωμής των οφειλών της έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, ως δυσμενές κρίθηκε το γεγονός ότι στην εταιρεία έχει επιβληθεί πρόστιμο ύψους 9 εκατ. ευρώ περίπου για τελωνειακή παράβαση, το οποίο έχει προσβάλει όμως στα Διοικητικά Δικαστήρια.
Κρίθηκε παραπέρα ότι ενώ από το έτος 2012 τελεί σε καθεστώς προστασίας μέσω της επικύρωσης διαδικασίας συνδιαλλαγής, δεν προέβη σε ενδεδειγμένες ενέργειες που προβλέπονται από το σχέδιο αναδιάρθρωσης που είχε εκπονήσει και δημιούργησε νέα χρέη.
Εκτιμήθηκε ότι τα χρέη της αυξήθηκαν και οι πωλήσεις της μειώθηκαν.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Μηνάς Τσέρκης.