Μια πραγματικά απίστευτη υπόθεση απάτης με χρησικτησία και αγοραπωλησία ενός τμήματος ενιαίας κατοικίας στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου, αναμένεται να απασχολήσει μετά τα ποινικά και τα αστικά δικαστήρια.
Γνωστός επιχειρηματίας, από τους πλέον επιτυχημένους στο είδος του στο νησί, διαπίστωσε συγκεκριμένα ότι η κατοικία στην οποία μεγάλωσε και την οποία άρχισε να επισκευάζει μετά το θάνατο της μητέρας του, βρισκόταν σε δύο μερίδες, ουσιαστικά χωριζόταν από αυτές και ότι είχε πωληθεί από 4 άτομα που συνήργησαν προκειμένου να χρησιδεσπόσουν την μισή!!!
To ιστορικό της υπόθεσης σύμφωνα με την αγωγή έχει ως εξής:
Ο πατέρας του ενάγοντος, άρχισε να αγοράζει από το 1959 μερίδια εξ αδιαιρέτου της όμορης με την επίδικη μερίδα που χρησιδεσπόστηκε, μέχρι το 1962 οπότε και αγόρασε από τους αρχικούς τιτλούχους και τους διαδόχους αυτών συνολικά ποσοστά 14480/17280 εξ αδιαιρέτου επί του ακινήτου, που αντιστοιχούν σε δύο ορόφους 30 τ.μ. περίπου και που νόμιμα μεταγράφτηκαν στα βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου.
Είχε όμως την πεποίθηση ότι έχει αγοράσει μία ενιαία κατοικία 71 τ.μ., η οποία στην πραγματικότητα αντιστοιχούσε σε δύο μερίδες, γεγονός που ο ίδιος δεν έμαθε ποτέ, ενώ ο γιός του το διεπίστωσε πρόσφατα.
Το οίκημα αυτό χρησιμοποιούσε η οικογένεια του και ο ίδιος ως κύρια κατοικία τους, από το έτος 1959.
Πρόκειται για ένα ενιαίο διώροφο ακίνητο συνολικής επιφάνειας 71 τ.μ., που το ισόγειο με τον πρώτο όροφο επικοινωνεί με εσωτερική ξύλινη σκάλα, έχει πρόσβαση σε δύο δρόμους, διαθέτει μία κουζίνα, μία τουαλέτα, ένα ρολόι για το νερό, έναν πίνακα της ΔΕΗ για το ρεύμα και δύο εισόδους.
Το 1974 ο πατέρας του, παρόντων των μελών της οικογενείας, του δώρισε άτυπα το οίκημα.
Το 1985, έφυγε από το σπίτι εγκαθιστάμενος σε άλλη οικία και παραχώρησε τη χρήση του οικήματος στη μητέρα του ώστε να διαβιεί εκεί.
Δύο χρόνια περίπου μετά το θάνατο της μητέρας του το 2005, και συγκεκριμένα το Μάρτιο του 2007, ξεκίνησε να κάνει γενική επισκευή εσωτερικά στην ενιαία οικία.
Πριν την έναρξη των οικοδομικών αυτών εργασιών στην οικία ζήτησε και έλαβε σχετική έγκριση από την 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Οι εργασίες διεκόπησαν το 2008 εξ αιτίας σοβαρών προβλημάτων υγείας του για να ξεκινήσουν και πάλι περί τα μέσα του 2011.
Ο δεύτερος εναγόμενος με την από 26-08-2008 αγωγή χρησικτησίας εναντίον των λοιπών (που δικάστηκαν ως αγνώστου διαμονής), περιγράφει με ασύστολα ψεύδη μια φανταστική κατάσταση.
Ο πρώτος των εναγομένων εξαπάτησε το Δικαστήριο ψευδόμενος ότι δήθεν ο πατέρας του, αγόρασε ολόκληρο το επίδικο ακίνητο έναντι 1000 δραχμών, από τους λοιπούς εναγόμενους (τρίτη, τέταρτη και πέμπτη) και ότι δήθεν εγκαταστάθηκε άμεσα σε αυτό. Υποστήριξε ακόμη ότι δήθεν το χρησιμοποιούσε ως οικία δική του και της οικογένειάς του μέχρι το 1981 οπότε και του το δώρησε δήθεν ο πατέρας του και ισχυρίστηκε ότι δήθεν ολόκληρο το επίδικο ακίνητο το χρησιμοποιούσε και το εξουσίαζε από το έτος 1981 μέχρι 26 Αυγούστου 2008.
Παρουσίασε και μάρτυρα που κατέθεσε ότι το συντηρούσε και έκανε εργασίες σ’ αυτό παρότι μάλιστα εκεί ζούσε μέχρι το 2005 η μητέρα του ενάγοντος!
Το αρμόδιο Δικαστήριο παραπλανήθηκε και εξέδωσε την απόφαση, που αναγνώρισε τον δεύτερο εναγόμενο «ότι συμπληρώθηκε στο πρόσωπο του» και σε βάρος των λοιπών εναγομένων, ήτοι τρίτης, τέταρτης και πέμπτης αυτών ο νόμιμος χρόνος χρησικτησίας.
Εναντίον του δεύτερου εναγόμενου και του μάρτυρα του κατέθεσε σχετική έγκληση και καταδικάσθηκαν σε ποινή φυλάκισης 18 μηνών ο καθένας για την διάπραξη των εγκλημάτων της απάτης ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία και της διάθεσης προϊόντος εγκλήματος.
Στις 2 Φεβρουαρίου 2012 το ακίνητό (μέρος της οικίας του) περιήλθε με αγοραπωλησία από τον δεύτερο εναγόμενο στην πρώτη εναγόμενη, η οποία αφού προηγουμένως αν και είχε εξετάσει το ακίνητο προχώρησε σε σύναψη σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης με τον πρώτο των εναγομένων.
Ο ενάγων διατείνεται ότι η «αγοράστρια», γνώριζε εξ’ αρχής ότι το «ακίνητο» που αγόραζε ήταν προϊόν απάτης, ότι επρόκειτο για τμήμα οικήματος και όχι για ολόκληρο οίκημα, γνώριζε την διαπραχθείσα σε βάρος του απάτη από τον δεύτερο των εναγομένων, γνώριζε ότι είναι αδύνατο να χρησιδεσπόσει κανείς μόνο σε ένα σαλόνι και ένα υπνοδωμάτιο που ανήκουν σε ενιαίο οίκημα, και προ πάντων είχε διαπιστώσει ευθύς εξ αρχής όχι μόνο ότι οι οικοδομικές εργασίες που βρισκόταν σε εξέλιξη ήταν ενιαίες, αφορούσαν ένα αυτοτελές οίκημα και όχι δήθεν μεμονωμένα οικήματα, αλλά ότι το οίκημα αυτό ήταν δικό του.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Μιχάλης Τεχνίτης.