Με τον φάκελο των κόκκινων δανείων και τη συνάντηση του κουαρτέτου με τον υπουργό Οικονομίας Γιάννη Σταθάκη ανοίγει σήμερα το τρίτο μεγάλο μέτωπο στη διαπραγμάτευση κυβέρνησης και δανειστών – μια διαπραγμάτευση, με σαφή πλέον πολιτική πυξίδα το άμεσο κλείσιμο της αξιολόγησης αλλά και με δεδομένη την πίεση προς την Αθήνα για λήψη νέων δύσκολων μέτρων.
Η διαχείριση των κόκκινων δανείων θα είναι το τρίτο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω δύσκολων αποφάσεων μαζί με το ασφαλιστικό και το φορολογικό, με την κυβέρνηση να βρίσκει εδώ συμπαγές μέτωπο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ.
Ποια κόκκινα δάνεια θα πωληθούν
Και οι δύο θεσμοί ζητούν την απελευθέρωση της πώλησης και των στεγαστικών κόκκινων δανείων σε ξένα distress funds, με τη μεν ΕΚΤ να επικαλείται ζήτημα ευστάθειας του τραπεζικού συστήματος και ομαλής ολοκλήρωσης της ανακεφαλαιοποίησης, το δε ΔΝΤ να προσθέτει και την – δογματική – παράμετρο της «μη επιβράβευσης των μπαταχτσήδων».
Με την κυβέρνηση, από την δική της πλευρά, να επιμένει στην προστασία της πρώτης κατοικίας και των «μη εχόντων», το μεγάλο αγκάθι της διαπραγμάτευσης είναι τα κριτήρια με τα οποία θα οριστούν οι ευαίσθητες κατηγορίες πολιτών και οι εξαιρέσεις από την πώληση σε ξένα funds – εξαιρέσεις, που οι δανειστές απαιτούν να είναι εξαιρετικά περιορισμένες και, στην πράξη, να αφορούν μόνον όσους βρίσκονται στο όριο της φτώχειας.
Στον αντίποδα, παράγοντες του υπουργείου Οικονομίας διαμηνύουν ότι θα δοθεί μάχη μέχρι τέλους προκειμένου να εξαιρεθούν από την πώληση όλα τα δάνεια που έχουν ως υποθήκη την πρώτη κατοικία, φαίνεται όμως πως μια τέτοια λύση πολύ δύσκολα θα περάσει χωρίς αυστηρά εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια.
Το φορολογικό και το δημοσιονομικό κενό
Στο έτερο ανοιχτό πεδίο της διαπραγμάτευσης, εκείνο του φορολογικού και του δημοσιονομικού κενού, μετά και την συνάντηση κουαρτέτου-Τσακαλώτου την Κυριακή έχει επέλθει συμφωνία ως προς το κενό που πρέπει να καλυφθεί από τα νέα φορολογικά μέτρα και το οποίο προσδιορίζεται περί τα 800 εκατομμύρια ευρώ.
Δεν υπάρχει όμως συμφωνία για το πόσο – και όχι πλέον για το εάν – θα μειωθεί το αφορολόγητο όριο, ούτε και για το πιο καθοριστικό ζήτημα που είναι το εισοδηματικό επίπεδο πάνω από οποίο θα ισχύσουν αυξημένοι συντελεστές φορολόγησης.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, βρισκόμαστε τώρα στη φάση που η κυβέρνηση έχει παραδώσει την αντιπρότασή της στους δανειστές προς επεξεργασία – μια αντιπρόταση, η οποία περιορίζει τη μείωση του αφορολόγητου και την κρατά αρκετά πάνω από τις 7.000 ευρώ στις οποίες ζητά να κατέβει το κουαρτέτο.
Οι δανειστές απέρριψαν την έτερη ελληνική πρόταση για εξοικονόμηση μέρους των εσόδων του φορολογικού από άλλες πηγές, όπως η περικοπή δαπανών, ενώ επιμένουν και στην επιβολή αυξημένου φορολογικού συντελεστή για εισοδήματα χαμηλότερα του πλαφόν των 30.000 ευρώ που έθετε το υπουργείο Οικονομικών.
Σημαντική είναι η απόσταση και στο δημοσιονομικό κενό, το οποίο και θα καθορίσει το συνολικό ύψος των μέτρων που θα απαιτηθούν – μια απόσταση, που εξακολουθεί να χωρίζει και τους δανειστές μεταξύ τους με τη μεν ευρωπαϊκή πλευρά να βλέπει κενό περί το 2,5% με 3,5% του ΑΕΠ, το δεν ΔΝΤ να παραμένει στον ιλιγγιώδη «πήχη Τόμσεν» του 4,5% έως 5,5%. Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, σ’ αυτή τη φάση η συζήτηση για το δημοσιονομικό κενό γίνεται επί «υποθετικού» σεναρίου προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος της διαφωνίας ευρωζώνης και ΔΝΤ. Το εν λόγω σενάριο κινείται πιο κοντά στους υπολογισμούς της Κομισιόν, με την Αθήνα πάντως να επιμένει ότι το κενό δεν ξεπερνά το 1% του ΑΕΠ.
Κατά τις ίδιες πηγές, το θετικό στοιχείο είναι πως γίνεται αποδεκτό το επιχείρημα της ελληνικής πλευράς για κάλυψη μέρους του δημοσιονομικού κενού από την ενισχυμένη ανάπτυξη και τα αυξημένα έσοδα, που θα αντισταθμίσουν μέρος των αναγκαίων μέτρων.
Ο γόρδιος δεσμός του ασφαλιστικού
Στο τρίτο πεδίο της διαπραγμάτευσης, το ασφαλιστικό, οι περικοπές στις επικουρικές συντάξεις θα είναι το τελευταίο, και το πιο ακανθώδες, θέμα που θα μπει στο τραπέζι των συνομιλιών του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου με το κουαρτέτο.
Οι μειώσεις στις επικουρικές θεωρούνται δεδομένες, το ζητούμενο ωστόσο είναι εάν θα έχουν την γενικευμένη μορφή που μέχρι στιγμής ζητούν οι πιστωτές ή εάν θα συγκρατηθούν σε περιορισμένη και στοχευμένη κλίμακα όπως επιδιώκει η κυβέρνηση.
Σκληρό είναι το παζάρι και για την εθνική σύνταξη, με τις τελευταίες πληροφορίες από την κυβέρνηση να φέρουν το κουαρτέτο να ζητά μείωσή της στα 320 ευρώ. Το υπουργείο Εργασιας υποστηρίζει ότι το επίπεδο των 385 ευρώ για την εθνική σύνταξη παραμένει αδιαπραγμάτευτο, έχει ανοίξει όμως συζήτηση για το εάν θα χορηγείται μετά από 15 έτη ασφάλισης όπως προέβλεπε το αρχικό σχέδιο Κατρούγκαλου ή μετά τα 20 έτη όπως θέλουν οι δανειστές.
Ανάλογη είναι και η συζήτηση για αναπροσαρμογές στα ποσοστά αναπλήρωσης των νέων συντάξεων, δηλαδή, για ακόμη χαμηλότερες συντάξεις στο εξής, όπου επίσης διαγράφεται συμβιβασμός και χαμηλότεροι συντελεστές για όσους έχουν και πιο χαμηλές εισφορές.
tvxs.gr