Διχάζεται η Δικαιοσύνη γύρω από το πόσες φορές και πότε πρέπει να καλεί η Εφορία τον ελεγχόμενο για εξηγήσεις, προκειμένου να μην παραβιάζονται υπερασπιστικά του δικαιώματα και να μπορεί να οργανώσει με τον καλύτερο τρόπο την άμυνά του, πριν οι εφοριακοί του «ρίξουν τα βιβλία», του προσδιορίσουν «τρελά» εισοδήματα ή του επιβάλουν «τσουχτερά» πρόστιμα.
Μολονότι το νομικό ζήτημα μοιάζει προς στιγμήν διαδικαστικό και τεχνικό, στην πράξη έχει εξαιρετική σημασία, καθώς θα κρίνει τη νομιμότητα χιλιάδων φορολογικών ελέγχων και προστίμων, με γνώμονα και τη συνταγματική επιταγή να ακούγεται οπωσδήποτε κάθε πολίτης εκθέτοντας τις απόψεις του, προτού του επιβληθεί ένα δυσμενές μέτρο.
Το ζήτημα αφορά τις δύο παράλληλες διαδικασίες των φορολογικών Αρχών, που σχετίζονται με την απόρριψη των βιβλίων ως ανεπαρκών ή ανακριβών και με την επιβολή προστίμων για παράβαση του ΚΒΣ (Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων).
Αντίθετα, κατά την άποψη άλλων δικαστών του ΣτΕ και του Διοικητικού Εφετείου, ο φορολογούμενος, προτού εκδοθεί καταλογιστική πράξη σε βάρος του (πρόστιμο ΚΒΣ, φόρος εισοδήματος, ΦΠΑ), πρέπει να καλείται από την Εφορία με ξεχωριστό κάθε φορά σημείωμα, ώστε να έχει αυτοτελή και πλήρη επίγνωση των διαφορετικών συνεπειών που μπορεί να έχουν τυχόν διαπιστούμενες παραβάσεις-παρατυπίες, ανακρίβειες ή ανεπάρκειες των βιβλίων και στοιχείων του. Κι αυτό για να μπορεί να καταστρώσει την άμυνά του, εν όψει του ότι επίκειται η έκδοση σε βάρος του τουλάχιστον δύο αυτοτελών πράξεων, με διαφορετικό φορολογικό αντικείμενο (της απόρριψης των βιβλίων με συνέπεια εξωλογιστικό προσδιορισμό εσόδων και της επιβολής προστίμου).
Αν υιοθετηθεί η δεύτερη άποψη, απειλούνται με ακύρωση χιλιάδες έλεγχοι και πρόστιμα.
Στη συγκεκριμένη υπόθεση η Εφορία έβαλε πρόστιμο 493.015 ευρώ για καταχώριση εικονικών τιμολογίων αξίας 83.997 ευρώ και ο φορολογούμενος ζητεί να ακυρωθεί, επειδή δεν κλήθηκε προηγουμένως ξεχωριστά για εξηγήσεις, ώστε να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι πραγματοποίησε τις φερόμενες ως εικονικές συναλλαγές.
Αλέξανδρος Αυλωνίτης-ΕΘΝΟΣ