«Ανθρακες» αποδείχτηκε ο «θησαυρός» στην περίπτωση μιας ηλικιωμένης κατοίκου της Καρπάθου οι τραπεζικοί λογαριασμοί της οποίας δεσμεύτηκαν με απόφαση της επιτροπής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Η ηλικιωμένη, που ενεπλάκη στην πολύκροτη υπόθεση ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και συγκεκριμένα χρημάτων που είχαν υπεξαιρεθεί από τράπεζες της αλλοδαπής με παρεμβολές στα συστήματα ασφαλούς μεταφοράς χρημάτων τα οποία κατέληξαν σε λογαριασμούς τους για την αποπληρωμή ανύπαρκτων επενδύσεων, τηρούσε μεταξύ άλλων και μια θυρίδα στο κατάστημα της υπό εκκαθάριση Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Για το περιεχόμενο της συγκεκριμένης θυρίδας οι φήμες οργίαζαν στην Κάρπαθο, ενώ οι αιτήσεις της για την άρση της δέσμευσης, δεν είχαν ικανοποιηθεί.
Μετά την άρση της άδειας λειτουργίας της Τράπεζας δημιουργήθηκε ζήτημα και κινήθηκαν οι διαδικασίες για το άνοιγμα της συγκεκριμένης θυρίδας και τη μεταφορά του περιεχομένου της σε άλλη.
Η θυρίδα ανοίχτηκε την Παρασκευή και σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες δεν βρέθηκαν προϊόντα εγκλήματος παρά μόνο 7 χρυσά κοσμήματα, οικογενειακά κειμήλια.
Σημειώνεται εξάλλου ότι το γεγονός, ότι ουδεμία σχέση είχε η ηλικιωμένη με τα αποδιδόμενα σ’ αυτήν εγκλήματα απεδείχθη περίτρανα και πιστοποιήθηκε δια της εκδόσεως του υπ’ αριθμ. 101/16.07.2013 Βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου, το οποίο την απαλλάσσει από το σύνολο των κατηγοριών, που της απεδόθησαν.
Παρά ταύτα οι τραπεζικοί λογαριασμοί της, στους οποίους το όνομα της θυγατρός της ως δεύτερης συνδικαιούχου, ετέθη απλώς και μόνο προς διασφάλιση, εξαιτίας του προχωρημένου της ηλικίας της, παραμένουν έως σήμερα δεσμευμένοι, με συνέπεια να δίνει καθημερινή μάχη για την επιβίωση.
Για την υπόθεση έχουν παραπεμφθεί σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων τρεις κάτοικοι της Καρπάθου.
Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε συγκεκριμένα ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής σε βάρος των τριών κατοίκων της Καρπάθου για τα αδικήματα της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προκληθείσα ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Με το ίδιο βούλευμα απηλλάγη από τις ίδιες κατηγορίες μια κάτοικος της Καρπάθου, ενώ οι διώξεις σε βάρος ενός αποθανόντος παραπληγικού έπαυσαν, λόγω θανάτου.
Το ιστορικό της υπόθεσης, που απεκάλυψε σ’ όλη της την έκταση η «δ», στο σκέλος που αφορά συγγενικά πρόσωπα της ηλικιωμένης, φέρεται να έχει ως εξής:
Στις αρχές Νοεμβρίου 2007 στα γραφεία της εταιρείας με την επωνυμία AURORA ASSICURAZIONI S.P.A. με έδρα στο Σαν Ντονάτο Ιταλίας, η οποία έχει ως αντικείμενο τον κλάδο της ασφάλισης, διαπιστώθηκε χρέωση στον τρεχούμενο λογαριασμό ποσού 1.523.402 ευρώ σε εκτέλεση εντολής μεταφοράς από το εξωτερικό. Η εν λόγω πράξη και η εντολή δεν είχαν τις συνήθεις έγγραφες αποδείξεις και για τον λόγο αυτό η ανωτέρω εταιρεία ζήτησε από την τράπεζα εξηγήσεις.
Το υποκατάστημα της UNIPOL BANCA SPA διαβίβασε ως δικαιολογητικό της πραγματοποιηθείσας πράξης αντίγραφο μίας εντολής τραπεζικού εμβάσματος με ημερομηνία 29.10.2007 με φαινομενική προέλευση από τον χρήστη AURORAASSICURAZIONI SPA. Η εν λόγω εντολή έφερε μία υπογραφή του γενικού διευθυντή της και περιείχε εντολή μεταφοράς σε λογαριασμό στην Αγροτική Τράπεζα της Καρπάθου υπέρ του πρώτου κατηγορουμένου. Σύμφωνα με την Ιταλική Τράπεζα η αποστολή του φαξ έγινε μετά από τηλεφώνημα που έλαβε ο υποδιευθυντής στον οποίο ένας υπάλληλος δήθεν της εταιρείας AURORA ASSICURAZIONI S.P.A προανήγγειλε την αποστολή της εντολής τραπεζικού εμβάσματος.
Η εντολή έφερε πλαστογραφημένη υπογραφή του Γενικού Διευθυντή της AURORA ASSICURAZIONI S.P.A. Αν και ως αριθμός αποστολής του φαξ εμφανιζόταν ο αριθμός της εταιρείας AURORA ASSICURAZIONI S.P.A , εντούτοις δεν είχε αποσταλεί από το φαξ της τελευταίας.
Φέρεται να προέκυψε παραπέρα ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε ανοίξει τον λογαριασμό λίγους μήνες πριν.
Tα χρήματα κατατέθηκαν στον λογαριασμό του και αυθημερόν εισέπραξε το μεγαλύτερο μέρος του ποσού, ήτοι 1.520.000 ευρώ σε μετρητά από το υποκατάστημα της Αγροτικής Τράπεζας στην Κάρπαθο.
Εν συνεχεία το ανωτέρω ποσό περιήλθε εις χείρας της δεύτερης κατηγορουμένης και η τελευταία την 02.11.2007 κατέθεσε ποσό 300.000 ευρώ σε λογαριασμό που τηρούσε στην Εμπορική Τράπεζα από τον οποίο την 21.11.2007 ανέλαβε ποσό 170.000 ευρώ. Πραγματοποίησε εξάλλου και άλλες αναλήψεις και καταθέσεις σε λογαριασμούς τρίτων.
Παράλληλα με τα ανωτέρω και με ακριβώς την ίδια πρακτική αλλά αυτή τη φορά με εξαπατηθείσες εταιρείες την POVITA COMPAGNIA DI ASSICURAZIONI SPA και την Ιταλική Τράπεζα BANCA POPOLARE FRIULANDRIA SPA ο τρίτος κατηγορούμενος εισέπραξε σε λογαριασμό του χρήματα που είχαν υπεξαιρεθεί.
Πιο συγκεκριμένα στην τράπεζα BANCA POPOLARE FRIULANDRIA SPA περιήλθαν πλαστές εντολές εμβάσματος ποσού 3.316.703 ευρώ υπέρ του τρίτου στο υποκατάστημα Καρπάθου της Αγροτικής Τράπεζας με την αιτιολογία πώλησης ακινήτων δυνάμει του από 07.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού για μερική εξόφληση συνολικού τιμήματος 4.316.703 ευρώ.
Την 17.12.2007 τα χρήματα κατατέθηκαν σε λογαριασμό που διατηρούσε στην εν λόγω Τράπεζα και την 18.12.2007 εισέπραξε σε μετρητά το ποσό των 40.000 από το υποκατάστημα Καρπάθου και το ποσό των 3.200.000 ευρώ από το κεντρικό κατάστημα της Αγροτικής Τράπεζας στην Αθήνα.
Εν συνεχεία μεταβίβασε το ποσό των 3.226.703 ευρώ σε Ιταλό υπήκοο ενώ φέρεται να γνώριζε ότι προέρχονταν από εγκληματική δραστηριότητα.
Με τον ίδιο τρόπο και ο μετέπειτα αποβιώσας παραπληγικός αποπειράθηκε να εξαπατήσει την εταιρεία AURORA ASSICURAZIONI SPA πλην όμως δεν ολοκλήρωσε την πράξη του διότι οι υπάλληλοι της εταιρείας αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο για παράνομη πράξη.
Ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι λόγω προβλήματος υγείας που αντιµετώπιζε η συµβία του (δεύτερη κατηγορούμενη) είχε αναλάβει τη διαχείριση δύο επιχειρήσεών της.
Περί τα τέλη του έτους 2006, του ανέθεσε να επιβλέψει την ανέγερση οκτώ πετρόκτιστων κατοικιών επί συνολικής έκτασης 8.376 τ.µ., κυριότητάς της και να διαπραγματευθεί την πώλησή τους.
Στο τρίτο δεκαήµερο του Οκτωβρίου 2007, δέχθηκε τηλεφώνηµα από άγνωστο ο οποίος συστήθηκε ως εκπρόσωπος ιταλικής εταιρείας που ενδιαφερόταν για την αγορά.
Στις 25 Οκτωβρίου 2007 δέχτηκε νέο τηλεφώνηµα και ενηµερώθηκε ότι ο ενδιαφερόµενος βρισκόταν στην Κάρπαθο µε το νόµιµο εκπρόσωπο της ιταλικής εταιρείας.
Συναντήθηκαν, όπως είπε, σε κεντρική καφετέρια του νησιού, του συστήθηκε ως Αργύρης Γριβάδης ενώ ο Ιταλός ως Sergio Fedini και εκπρόσωπος της εταιρείας “AURORA ASSICURAZIONI S.P.A”. Ακολούθησαν, όπως ισχυρίστηκε, διαπραγµατεύσεις και το τίµηµα καθορίστηκε στα 2.400.000 ευρώ. Την εποµένη το τίµηµα επανακαθορίστηκε σε 2.300.000 ευρώ ενώ τέθηκε ως όρος να προκαταβληθεί το ποσό των 1.500.000 ευρώ εκ του συµφωνηθέντος τιμήματος µε την υπογραφή του προσυµφώνου, ώστε να προχωρήσουν οι διαδικασίες για την αποπεράτωση των οικοδομικών εργασιών.
Την επόµενη µέρα της υπογραφής του συµφωνητικού απεβίωσε σε τροχαίο δυστύχηµα οικείος του και ανεχώρησε για την Αθήνα. Την 30η Οκτωβρίου 2007 δέχθηκε τηλεφώνηµα από υπάλληλο της Αγροτικής Τράπεζας που τον ενηµέρωσε για το έµβασµα και την ηµέρα της κηδείας δέχθηκε τηλεφώνηµα από τους δύο «αγοραστές» οι οποίοι υπαναχωρούσαν και ζητούσαν τα χρήµατά τους πίσω.
Εκείνος, όπως είπε, τους εξήγησε ότι δεν µπορούσε να τους επιστρέψει τα χρήµατα την ηµέρα εκείνη και τότε δέχτηκε απειλές και κατά µελών της οικογένειάς του.
Την 2α Νοεµβρίου 2007, όπως ισχυρίστηκε, επισκέφθηκε το κεντρικό κατάστηµα της Αγροτικής Τράπεζας στην Αθήνα και ανέλαβε σε µετρητά το ποσό των 1.520.000 ευρώ τα οποία και τους επέστρεψε σε ένα καφέ στην οδό Βαλαωρίτου.
Η συµβία του απολογούµενη επιβεβαίωσε τα ανωτέρω, επισηµαίνοντας ότι η ίδια δεν είχε καµία σχέση µε τις συναλλαγές.
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κ.κ. Κώστας Διακονής και Στέλιος Αλεξανδρής.