Η αναπληρώτρια υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής δηλώνει ότι το κράτος μελετά τρόπους στέγασης για το μεγάλο κύμα προσφύγων και μεταναστών ζητώντας από την Ε.Ε. κοινή στρατηγική και κατανομή των προσφύγων σε όλες τις χώρες.
H αναπληρώτρια υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Τασία Χριστοδουλοπούλου, μιλώντας στο ραδιοσταθμό στο “Κόκκινο” και αναφερόμενη στο θέμα της μεταφοράς-στέγασης των μεταναστών, είπε πως όπου τα σημεία και οι τόποι εισόδου στερούνται των αναγκαίων υποδομών θα οργανώνεται η μετακίνησή τους στην ενδοχώρα και ανέφερε ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο ναύλωσης ενός ειδικού πλοίου, γι’ αυτόν το σκοπό.
Η κ. Χριστοδουλοπούλου επισήμανε ότι οι άνθρωποι που καταφθάνουν στην Ελλάδα στη μεγάλη πλειονότητά τους είναι πρόσφυγες, προερχόμενοι από χώρες που βιώνουν πολεμικές συρράξεις και καταστροφές (κυρίως από τη Συρία).
«Ελάχιστοι είναι πια οι οικονομικοί μετανάστες» είπε η αναπληρώτρια υπουργός, τονίζοντας ότι λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της τεράστιας ανεργίας, η Ελλάδα δεν αποτελεί πλέον δημοφιλή προορισμό στις τάξεις ανθρώπων που επιδιώκουν απλώς να εξασφαλίσουν τα ως προς το ζην, σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα.
Όσοι πρόσφυγες ταυτοποιηθούν, είπε, θα τεθούν στη διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων χορήγησης πολιτικού ασύλου. Οι μετανάστες θα έχουν προθεσμία 30 ημερών για την οικειοθελή αναχώρησή τους.
Σε ό,τι αφορά τους τόπους προσωρινής διαμονής μεταναστών, η κυρία Χριστοδουλοπούλου είπε ότι αναζητούνται κλειστοί χώροι. Εάν δεν βρεθούν τέτοιοι σε επάρκεια, τότε -ανέφερε- θα οργανωθούν καταυλισμοί, με το κράτος να αναλαμβάνει τις σχετικές δαπάνες.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να προβεί σε αναλογική κατανομή των προσφύγων στα κράτη μέλη της» τόνισε η αναπληρώτρια υπουργός, μιλώντας για την ενδεδειγμένη, συνολική στρατηγική αντιμετώπισης του ζητήματος.
Σχολιάζοντας τις επικρίσεις εναντίον της η κ. Χριστοδουλοπούλου διέγνωσε «μαύρη προπαγάνδα» και προσπάθεια να φθαρεί όχι μόνο η ίδια, αλλά και κυβέρνηση συνολικά.
Επισήμανε τεράστιες αντιφάσεις στην τακτική μέσων ενημέρωσης και κομμάτων της αντιπολίτευσης, που αφενός επιδεικνύουν «ανθρωπιστικό ενδιαφέρον» όποτε πεθαίνουν άνθρωποι (από πνιγμό, από το κρύο κ.λπ.) κι αφετέρου καλλιεργούν κλίμα υστερίας σε βάρος της κυβέρνησης, η οποία προσπαθεί να βρει λύσεις πρακτικές, αλλά και συμβατές με την ανθρωπιά και τον πολιτισμό μας.