Η εκτίμηση για φέτος κάνει λόγο για ταξιδιωτικές αφίξεις 20,7 εκατομμυρίων, σημαντικά αυξημένες σε σχέση με τα 14,7 εκατομμύρια του 2021, αλλά αρκετά χαμηλότερα των 34 εκατομμυρίων που ήταν ο συνολικός αριθμός των αφίξεων, μαζί με την κρουαζιέρα, το 2019 – H Εurobank υπολογίζει υψηλότερη δαπάνη ανά επισκέπτη φέτος
Αμεσα έσοδα από τον τουρισμό της τάξεως των 15 δισ. ευρώ για τη φετινή χρονιά είναι η πρώτη εκτίμηση της Eurobank για φέτος, νούμερο χαμηλότερο, ακόμη, σε σύγκριση με τα 18,1 δισ. ευρώ εσόδων που είχε ο κλάδος προ πανδημίας, το 2019, ωστόσο πάνω από το 80% των εισπράξεων εκείνης της χρονιάς που ήταν και η καλύτερη για τον ελληνικό τουρισμό.
Με βάση τα στοιχεία για τα μεγέθη του τουρισμού, με αφορμή και την παρουσίαση χθες του προγράμματος της Eurobank, «’Business Banking Τουρισμός», για την υποστήριξη και ενίσχυση των μικρομεσαίων τουριστικών επιχειρήσεων της χώρας- ιδιαίτερα κατά την περίοδο της πανδημίας-, η εκτίμηση της τράπεζας για φέτος κάνει λόγο για ταξιδιωτικές αφίξεις 20,7 εκατομμυρίων, σημαντικά αυξημένες σε σχέση με τα 14,7 εκατομμύρια του 2021 αλλά αρκετά χαμηλότερα των 34 εκατομμυρίων που ήταν ο συνολικός αριθμός των αφίξεων, μαζί με την κρουαζιέρα, το 2019. H Εurobank υπολογίζει υψηλότερη δαπάνη ανά επισκέπτη φέτος, σε συνέχεια και της αύξησης που καταγράφηκε μέσα στην πανδημία.
Η εκτίμηση του τραπεζικού ομίλου για τις τουριστικές εισπράξεις της φετινής χρονιάς είναι αντίστοιχη με αυτή του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου όπου στον προϋπολογισμό έκανε λόγο για έσοδα 15 δισ. ευρώ το 2022, την ίδια στιγμή που οι θεσμικοί φορείς του κλάδου (βλ. Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων) δεν αναφέρονται επί του παρόντος σε προβλέψεις με δεδομένο και το γενικότερο περιβάλλον αστάθειας, τόσο στο ‘’μέτωπο’’ της πανδημίας όπως φάνηκε στα τέλη της περασμένης χρονιάς με τη μετάλλαξη Ομικρον, όσο κι εν συνεχεία με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Βασικό ζητούμενο, πάντως, για τον κλάδο και για το 2022 παραμένει η διατήρηση της υψηλότερης Μέσης Δαπάνης ανά ταξίδι που παρατηρήθηκε μέσα στην πανδημία και ιδιαίτερα το 2021, αν όχι στα ίδια και ακόμη υψηλότερα, τουλάχιστον σε λίγο χαμηλότερα επίπεδα από την περασμένη χρονιά: Το 2021, για πρώτη φορά μετά από χρόνια η Μέση Δαπάνη ανά ταξίδι από τους επισκέπτες της χώρας μας αυξήθηκε σε διψήφιο ποσοστό και με βάση τα οριστικά στοιχεία του ταξιδιωτικού ισοζυγίου που γνωστοποίησε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος, υπήρξε αύξηση κατά 18,1%, φθάνοντας το 2021 τα 688,9 ευρώ από τα 583,2 ευρώ του 2020: 583,2 ευρώ.
Ως αιτίες προβάλλονται μεταξύ άλλων η μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής στον προορισμό (σ.σ. λόγω της πανδημίας οι επισκέπτες απέφευγαν τις πολλές μετακινήσεις), το μικρότερο μερίδιο του οδικού τουρισμού από τα γειτονικά Βαλκάνια με επισκέπτες που ξοδεύουν λιγότερα, η στροφή επισκεπτών που ξοδεύουν πολλά -βλ. Αμερικανούς- στους ‘’ανοικτούς’’ προορισμούς όπως η Ελλάδα έναντι άλλων, δημοφιλών προορισμών που έμειναν κλειστοί λόγω των ταξιδιωτικών περιορισμών, η διάθεση των τουριστών να ξοδέψουν περισσότερα ως απόρροια του εγκλεισμού που έφερε η πανδημία κ.ά. Η συνεισφορά του ελληνικού τουρισμού στην απασχόληση είναι στο 20,2%, ενώ η συνεισφορά στο ΑΕΠ στο 19%.
Οι 5 νέες προκλήσεις για τον κλάδο
Στις νέες προκλήσεις για τον κλάδο- πέντε στον αριθμό- αναφέρθηκε χθες ο κ. Αντρέας Αθανασόπουλος, Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, Group Chief Transformation Officer, Digital & Retail.
«Ο τουρισμός είναι στην κατηγορία των υπηρεσιών και άρα είναι προϊόν που παράγεται και καταναλώνεται την ίδια στιγμή, που σημαίνει ότι αν χαθεί μία σεζόν δεν υπάρχει αναπλήρωση. Από τη μία πλευρά υπάρχουν τα θέματα των μακροχρόνιων προκλήσεων στη διαμόρφωση αυτού του προϊόντος που αν αγνοηθούν οι επιπτώσεις γίνονται καταστροφικές. Πρόσφατα έχει μιλήσει τόσο ο ΣΕΤΕ για τις αβεβαιότητες της χρονιάς, όσο και ο ΕΟΤ για την σημασία των υποδομών, της προστασίας του περιβάλλοντος, την ενεργειακή αναβάθμιση των καταλυμάτων αλλά και τα θέματα ανθρωπίνου δυναμικού στον χώρο του τουρισμού τα οποία αποτελούν υποδομικές προκλήσεις. Ο τουρισμός είναι από τις λίγες βιομηχανίες ανά τον κόσμο που εκτέθηκε τόσο πολύ στην πρόκληση του covid. Όμως αυτή η κρίση δημιούργησε προϋποθέσεις για επανατοποθέτηση βασικών χαρακτηριστικών του προϊόντος και υπάρχουν 5 βασικές διαστάσεις που επιδρούν επάνω του», ανέφερε ο κ. Αθανασόπουλος.
1. Διάσταση πρώτη, η νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε μετά την πανδημία και οδήγησε σε μία defacto διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος: στις μορφές πακέτων, τις εναλλακτικές του all inclusive, τη μείωση των επαγγελματικού τουρισμού αλλά και στην ανάδειξη αναδυόμενων προορισμών, τα νέα υγειονομικά πρωτόκολλα, τον ανταγωνισμό από βραχυχρόνιες ενοικιάσεις. Εάν καταφέρει η Ελλάδα να αλλάξει έστω και λίγο αυτό το μίγμα προϊόντος με επιτυχία θα υπάρξουν πολύ θετικές επιπτώσεις πάνω στην κερδοφορία του κλάδου. Το θετικό είναι ότι ο πλούτος της χώρας μας είναι μεγαλύτερος από το brand ήλιος και θάλασσα, υπάρχουν τεράστιες ευκαιρίες χρονικής επέκτασης του τουρισμού και αξιοποίησης ευκαιριών σε τομείς όπως η γαστρονομία, ο πολιτισμός, ο αθλητισμός, οι θαλάσσιες διακοπές, ο αστικός τουρισμός, η οικολογία, ο τουρισμός ευεξίας και ειδικά για την Τρίτη ηλικία.
2. Το παγκόσμιο σύστημα συμβολαίων και κρατήσεων αλλά και οι νομισματικές ευκαιρίες που προκύπτουν ως ευκαιρίες ή απειλές δημιουργούν σχετική ασφάλεια για τις κρατήσεις αλλά ρίσκο για την κερδοφορία. Η λύση είναι στην αναβάθμιση του προϊόντος μέσα από ένα πολυσχιδές πλέγμα με προσωποιημένες υπηρεσίες για τις επιχειρήσεις, εξατομικευμένες εμπειρίες μία πρόκληση που αν την απαντήσουμε θετικά θα έχουμε σπουδαία επιτεύγματα τα επόμενα χρόνια
3. Η μετάβαση των επιχειρήσεων στην ψηφιακή εποχή αποτελεί μια μεγάλη, μοναδική ευκαιρία για κάθε μικρή επιχείρηση. Καθώς η τεχνολογία καταρρίπτει τα φυσικά σύνορα στις αγορές, παρέχει απεριόριστες δυνατότητες για όσους έχουν τα αντανακλαστικά να τη χρησιμοποιήσουν προς όφελος τους για να βελτιώσουν την τουριστική εμπειρία, να αξιοποιήσουν τα ψηφιακά οικοσυστήματα και τα δεδομένα των πελατών τους για να αυξήσουν την αποδοτικότητά τους και τέλος να ενισχύσουν το αίσθημα προστασίας και ασφάλειας για τον πελάτη, που είναι πλέον επιτακτικά.
4. Για το οικοσύστημα του τουρισμού, η πίεση για βιώσιμη ανάπτυξη σε όλες τις διαστάσεις (περιβάλλον, οικονομία, κοινωνία, πολιτισμός) αποτελεί εθνική πρόκληση διότι εδώ δεν κρίνεται μόνο η μεμονωμένη μονάδα αλλά όλο το τοπικό και εθνικό οικοσύστημα. «Εδώ έχουμε πίεση των κρατών και των καταναλωτών σε ένα σύστημα που είναι υπό διαμόρφωση και η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές οι άγνωστοι είναι πολύ περισσότεροι από τους περιορισμούς. Το σίγουρο όμως είναι ότι δεν υπάρχει πισωγύρισμα: η ανάγκη για αλλαγή είναι επιτακτική και κάποιες πρόσφατες αποφάσεις για την παράταση χρήσης του λιγνίτη είναι συγκυριακές και πρέπει να το δούμε ως ευκαιρία για να κερδίσουμε χρόνο και να προετοιμαστούμε καλύτερα.
Η τεράστια ενεργειακή αναστάτωση που προκάλεσε ο πόλεμος είναι μία απλή υπενθύμιση ότι το ενεργειακό αποτύπωμα του ξενοδοχειακού κλάδου είναι σημαντικό και ειδικά όσο θέλουμε να επεκτείνουμε τις ωφέλιμες περιόδους τόσο μεγαλώνει η πίεση της κατανάλωσης ενέργειας», σχολίασε ο κ. Αθανασόπουλος.
5. Το θέμα του ανθρώπινου δυναμικού είναι πολύπλοκο και ιδιαίτερο. Έχει διαστάσεις οικονομικές, πολιτισμικές, επιρροής πάνω στο προϊόν και στην δυνατότητα αναβάθμισης του προϊόντος. Το βέβαιο είναι ότι είναι αναγκαία η ενίσχυση της πιστοποίησης και της επαγγελματικής κατάρτισης σε όλο το φάσμα της τουριστικής αλυσίδας αξίας καθώς και η συμβουλευτική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε θέματα εξωστρέφειας, προώθησης της καινοτομίας, προώθησης και προβολής, πελατειακής στόχευσης.
Πηγή newmoney.gr