Συνεντευξη στην
Πέγκυ Ντόκου
“Κανείς δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος από τις τελευταίες εξελίξεις” δηλώνει σήμερα σε συνέντευξή του στην “δ” ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, κ. Νίκος Ανδρουλάκης, εκτιμώντας πως ο πραγματικός στόχος του ‘Κινήματος Αλλαγής’ θα πρέπει να είναι η ανατροπή των σημερινών συσχετισμών και η εμπέδωση στο εκλογικό σώμα της πεποίθησης ότι η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ θα προκύψει μόνο μέσω της στήριξης προς την δημοκρατική παράταξη και όχι προς την Νέα Δημοκρατία, όπως λέει.
Επιπλέον, μιλάει για τα ελληνοτουρκικά. την πρόσφατη επανεκλογή Ερντογάν και τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα, ενώ αναφορικά με το Μακεδονικό, δηλώνει βαθύτητα ανήσυχος για την εξέλιξη του ζητήματος από εδώ και πέρα. Όσον αφορά τις εξελίξεις στην οικονομία, ο κ. Ανδρουλάκης ξεκαθαρίζει πως η χώρα πράγματι βγαίνει από τα μνημόνια αλλά όχι και από την κρίση, αφού η έξοδος από τα προγράμματα σταθεροποίησης γίνεται με τρία χρόνια καθυστέρηση και ζημίες 86 δις Ευρώ.
Η συνέντευξη αναλυτικά:
• Κύριε Ανδρουλάκη, να ξεκινήσουμε από τις πρόσφατες εκλογές στην Τουρκία και την επανεκλογή του Ταγίπ Ερντογάν. Θα ήθελα ένα πρώτο σχόλιο για το τι περιμένουμε από εδώ και στο εξής καθώς ο Τούρκος Πρόεδρος έχει συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες;
Πράγματι, με βάση τις προβλέψεις του περσινού συνταγματικού δημοψηφίσματος, ο κ. Ερντογάν θα έχει στη διάθεση του ασυνήθιστα εκτεταμένες εξουσίες σε βαθμό που να υπερβαίνουν κατά πολύ αυτό που είναι αντιληπτό στη Δύση ως Προεδρικό σύστημα. Ειδικότερα, στην περίπτωση της Τουρκίας δεν υπάρχουν ούτε μηχανισμοί εξισορρόπησης ούτε διάκριση των εξουσιών, όπως υπάρχουν πχ στο αμερικανικό σύστημα. Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουμε έναν παντοδύναμο Τούρκο Πρόεδρο σε μια ευαίσθητη συγκυρία για την ίδια την Τουρκία αλλά και την ευρύτερη περιοχή. Η εκλογική νίκη του κ. Ερντογάν με 52,5% ήταν εντυπωσιακή αλλά όχι απόλυτη.
Σήμερα, η Τουρκία είναι μια βαθύτατα διαιρεμένη και πολωμένη χώρα, με τους κοσμικούς, τους Αλεβίτες, τους αστούς και το φιλοκουρδικό HDP απέναντι στον κ. Ερντογάν. Αν και υπάρχουν διαφορετικές ιδεολογικές προτεραιότητες, όλοι μαζί συσπειρώνουν σχεδόν το 50% του πληθυσμού. Εξαιρετικά προβληματική είναι και η κατάσταση στην οικονομία, η οποία δύναται να πυροδοτήσει κοινωνικές εντάσεις και ταραχές- τις οποίες η Τουρκία ιστορικά εκτονώνει με τεχνητές εντάσεις στο εξωτερικό. Μια επιβράδυνση σε συνδυασμό με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για να αποφευχθεί μια “απότομη προσγείωση” ή περαιτέρω υποτίμηση της λίρας –που ήδη μετρά απώλειες 20% από την αρχή του έτους. Το γεγονός ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έχει αντισυμβατικές απόψεις σε ζητήματα οικονομικής θεωρίας αλλά και η τοποθέτηση του γαμπρού του στη θέση του «τσάρου της οικονομίας» σίγουρα δεν δημιουργούν συνθήκες εμπιστοσύνης.
• Η επανεκλογή του και οι εξελίξεις τι σημαίνουν για την Ελλάδα, καθώς παρακολουθούμε ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση να σταματήσει την προκλητικότητα και την ρητορική εναντίον της χώρας ενώ παραμένουν ζητήματα ανοιχτά όπως η παράνομη κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, η τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο.
Η προκλητικότητα και η ρητορική συνιστούν πράγματι σημεία προβληματισμού αλλά στην εξωτερική πολιτική πρέπει να διαχωρίζουμε πάντοτε τις πράξεις από την στρατηγική, την αιτία από το αιτιατό. Η Τουρκική εξωτερική πολιτική -ακόμα και επί Ερντογάν- δεν έχει σημαντικές διακυμάνσεις σε βάθος χρόνου. Αντίθετα, ακολουθεί προβλέψιμους κύκλους. Η συγκεκριμένη χρονική συγκυρία μπορεί και να προσφέρει πλεονεκτήματα εάν αξιοποιηθεί σωστά από την Ελλάδα μια και ο Τούρκος Πρόεδρος αισθάνεται ισχυρός και με πρόσφατη την λαϊκή νομιμοποίηση. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει ορθή ανάγνωση της κατάστασης, χωρίς παρωπίδες, ιδεοληψίες και συναισθηματισμούς καθώς και ετοιμότητα για εκμετάλλευση των ευκαιριών. Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα δεν πρέπει να αφήσει την Τουρκική επιθετικότητα αναπάντητη. Αντίθετα, πρέπει να εκμεταλλεύεται όλα τα διαθέσιμα και πρόσφορα μέσα για να καταγγέλλει τη συμπεριφορά της και να υπερασπίζεται το εθνικό συμφέρον. Η περίπτωση των δυο στρατιωτικών μας είναι ένα καλό παράδειγμα όπου έχουμε καταφέρει να θέσουμε το θέμα και στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έπειτα από συντονισμένες προσπάθειες μαζί με άλλους συναδέλφους. Ελπίζω ότι πολύ σύντομα θα έχουμε καλά νέα ώστε να λήξει αυτός ο εφιάλτης για τα δυο παιδιά και τις οικογένειες τους.
• Πώς εκτιμάτε ότι θα εξελιχθεί η υπόθεση με το Μακεδονικό; Οι αντιδράσεις του κόσμου πληθαίνουν καθημερινά στην Ελλάδα και η κυβέρνηση φαίνεται να παρακολουθεί με αμηχανία. Έπρεπε να γίνει η Συμφωνία των Πρεσπών;
Δεν σας κρύβω ότι είμαι βαθύτητα ανήσυχος για την εξέλιξη του ζητήματος από εδώ και πέρα. Δυστυχώς, οι χειρισμοί της κυβέρνησης δεν δημιουργούν συνθήκες εθνικής αισιοδοξίας. Στη συμφωνία υπάρχουν σημεία που θα έπρεπε να είχαν διατυπωθεί διαφορετικά, ειδικά στο ζήτημα της γλώσσας και της ιθαγένειας όπου η κυβέρνηση έχει αποδεχτεί εσφαλμένους χαρακτηρισμούς. Σε κάθε περίπτωση, η βουλή θα κληθεί να κυρώσει την συμφωνία μετά από πολλούς μήνες και αυτό αποδεικνύει την υποκρισία της κυβέρνησης. Αυτό που πρέπει όμως να καταλάβουμε όλοι είναι ότι μετά την υπογραφή της, ακόμη και εάν αυτή δεν έχει κυρωθεί, διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση όπου οι προβλέψεις της ενεργοποιούνται και εφαρμόζονται διεθνώς. Ακόμα περισσότερο, εάν η συγκεκριμένη συμφωνία απορριφθεί από τα κοινοβούλια των δυο κρατών, δεν ξαναγυρίζουμε στο μηδέν. Θα συνεχίσει να αποτελεί, σε γενικές γραμμές, τη βάση για μελλοντικές διαπραγματεύσεις. Για αυτό είχαν πολύ μεγάλη σημασία οι προβλέψεις της, τις οποίες τόσο επιπόλαια διαχειρίστηκε η σημερινή κυβέρνηση.
• Πρόσφατα, εκφράστηκε ικανοποίηση για τη συνολική συμφωνία για την Ελλάδα, στην οποία κατέληξε το Eurogroup –με τις σχετικές δηλώσεις των ευρωπαίων εταίρων για το ελληνικό πρόγραμμα. Θα καταφέρει η χώρα να σταθεί στα πόδια της και να βγει από τα Μνημόνια, όπως λέει ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας;
Η χώρα πράγματι βγαίνει από τα μνημόνια αλλά όχι και από την κρίση. Δυστυχώς η έξοδος από τα προγράμματα σταθεροποίησης γίνεται με τρία χρόνια καθυστέρηση μετά από μια δευτερογενή οικονομική κρίση, καταγεγραμμένες ζημίες 86 δις Ευρώ, και χωρίς να υπολογίζουμε το κόστος των πρόσθετων μέτρων που επιβλήθηκαν στον ελληνικό λαό έκτοτε. Γιατί είναι άλλο να λαμβάνεις περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα με πρωτογενές έλλειμμα 10,5% του ΑΕΠ το 2010 και άλλο να λαμβάνεις περιοριστικά μέτρα το 2016 με πρωτογενές πλεόνασμα. Μετά τον Αύγουστο θα εφαρμόζεται το πλαίσιο ενισχυμένης εποπτείας όπως προβλέπεται στον κανονισμό ΕΕ 472/2013 με σκοπό να βοηθήσει την Ελλάδα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών και των επενδυτών που επιθυμούν σταθερότητα και προβλεψιμότητα. Δυστυχώς τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα και, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση σας, η χώρα δεν μπορεί να «σταθεί στα πόδια της» ακόμα. Η καθαρή αποταμίευση είναι έντονα αρνητική με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν πόροι για επενδύσεις. Το 2017 η οικονομία κατάφερε να χρηματοδοτήσει τις λιγοστές -σε σχέση με το επιθυμητό σενάριο- επενδύσεις (€20,6 δισ.) εξ ολοκλήρου από τις εγχώριες αποταμιεύσεις των διαφόρων τομέων της οικονομίας. Η εικόνα αυτή, όμως, των επενδύσεων, εάν ληφθούν υπόψη και οι αποσβέσεις, δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα καθώς, μετά από αποσβέσεις, οι καθαρές επενδύσεις γίνονται αρνητικές. Το επίπεδο των εγχώριων ακαθάριστων αποταμιεύσεων και επενδύσεων είναι ανεπαρκές. Δηλαδή δεν βάζουμε στην άκρη για να συντηρήσουμε τον κεφαλαιακό εξοπλισμό που απαξιώνεται και για να τον επεκτείνουμε με νέα πάγια. Άρα, είναι απαραίτητο να προσελκύσουμε άμεσες ξένες επενδύσεις, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να διασφαλίσουμε μια βιώσιμη ανάπτυξη.
• Πώς κρίνετε τις εξελίξεις στο «Κίνημα Αλλαγής»; Θα έχουμε μια νέα σελίδα ή θα μπει σε μια περιδίνηση; Είστε αισιόδοξος για τα ποσοστά που θα λάβει την ώρα της κάλπης;
Κανείς δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος από τις τελευταίες εξελίξεις. Αναμφίβολα θα έπρεπε να απασχολούμε τον δημόσιο διάλογο με τις θέσεις και τις προτάσεις μας και όχι με ατέλειωτες συζητήσεις περί εσωστρέφειας. Φυσικά, ήταν ήδη γνωστό από πέρσι ότι, το εγχείρημα ανασύνθεσης του προοδευτικού χώρου θα ήταν μια δύσκολη υπόθεση αλλά είχαμε ως πολύτιμο σύμμαχο τον ενθουσιασμό και τη μαζική προσέλευση των 212.000 συνιδρυτών – μια ξεκάθαρη εντολή υπέρ της μάχης από κοινού. Οι τελευταίες εξελίξεις, τους απογοήτευσαν όπως απογοήτευσαν και πολλούς από εμάς, οφείλουμε να συνεχίσουμε αποφασιστικά την προσπάθεια για να κερδίσουμε, με τον προγραμματικό μας λόγο την εμπιστοσύνη των πολιτών. Ο στόχος πρέπει να είναι να ανατρέψουμε τους σημερινούς συσχετισμούς και να εμπεδώσουμε στο εκλογικό σώμα την πεποίθηση ότι η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ θα προκύψει μόνο μέσω της στήριξης προς την δημοκρατική παράταξη και όχι προς την Νέα Δημοκρατία.