Διαφωνώντας με την προεκλογική στρατηγική που ακολούθησε η Φώφη Γεννηματά, αλλά και τη μετεκλογική πορεία που θα ακολουθήσει το ΚΙΝΑΛ, παραιτήθηκε ο γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής Νότιας Δωδεκανήσου του Κινήματος Αλλαγής Νικηφόρος Παπανικόλας.
Χαρακτηριστικά σε επιστολή του αναφέρει ότι «η μη αξιοποίηση της νέας γενιάς του Κινήματος μαζί με τον απαρχαιωμένο πολιτικό λόγο που εκφράζεται από κοινοβουλευτικούς με δεκαετίες προϋπηρεσίας θα ωθήσει τα νέα στελέχη στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και θα μετατρέψει αργά ή γρήγορα το δικό μας κόμμα σε μουσείο που βασίζει την εκλογική του επιρροή σε υπερήλικες θαυμαστές του Ανδρέα, της Μελίνας και του Γεννηματά χωρίς καμία περαιτέρω προοπτική».
Όπως σημειώνει ο ίδιος στην επιστολή του, μία χαραμάδα ελπίδας «θα αποτελούσε η αλλαγή ηγεσίας και ταυτόχρονη παράδοση της σκυτάλης στα νέα πρόσωπα της παράταξης σε όλα τα επίπεδα ή εναλλακτικά η επαναφορά στο όνομα και τα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ».
Αναλυτικά η επιστολή παραίτησης
Το βράδυ της Παρασκευής 12 Ιουλίου 2019 συγκάλεσα σε συνεδρίαση τη Νομαρχιακή Επιτροπή Εκλογικού Αγώνα νότιας Δωδεκανήσου του Κινήματος Αλλαγής με θέμα την Αποτίμηση του Εκλογικού Αποτελέσματος των εκλογών της 7ης Ιουλίου.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης υπέβαλλα στο σώμα την παραίτηση μου από τη θέση του Γραμματέα της Νομαρχιακής Επιτροπής Νότιας Δωδεκανήσου επικαλούμενος την πολιτική μου διαφωνία σχετικά με την προεκλογική στρατηγική που ακολούθησε η ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, τον τρόπο κατάρτισης των ψηφοδελτίων και την μετεκλογική μας προοπτική. Αναλυτικά σε δύο άξονες.
ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
Την 2α Νοεμβρίου 2018 κατά την επίσκεψη της Προέδρου στο νησί πραγματοποιήσαμε κομματική συγκέντρωση στο ξενοδοχείο «Ρόδος Παρκ» με τη συμμετοχή τόσο του Γραμματέα της ΚΠΕ Μανώλη Χριστοδουλάκη όσο και των βουλευτών Κώστα Σκανδαλίδη και Δημήτρη Κρεμαστινού. Εκεί τα μέλη της παράταξης είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν στην Πρόεδρο και τον Γραμματέα τις απόψεις τους σχετικά με τις θέσεις του κόμματος, τον στρατηγικό σχεδιασμό και γενικά το μέλλον του χώρου.
Σε μία τρίλεπτη παρέμβαση μου ως Γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής ανέφερα ότι πρέπει να γίνει σαφές, δεδομένου ότι υπήρχε παρουσία αρκετού νέου κόσμου, ότι δεν ενταχθήκαμε στο ΠΑΣΟΚ όλοι το 1974 και το 1981. Υπάρχουμε και εμείς που ενταχθήκαμε στο ΠΑΣΟΚ το 2012 και το 2015, την ώρα που οι περισσότεροι έφευγαν. Αυτό συνέβη επειδή –μιλώντας για τον εαυτό μου- με γοήτευσε η εικόνα ενός κόμματος που θυσιάζεται ολίγον κατ΄ολίγον για τη χώρα. Όσες κατηγορίες και αν μας απέδιδαν, όσο και αν βλέπαμε τη δημοφιλία και τα ποσοστά μας να συρρικνώνονται, εμείς είχαμε πάντα το βλέμμα μας στραμμένο στον εθνικό στόχο. Έτσι φτάσαμε στις αρχές του 2015 να παραδίδουμε τη χώρα ακέραια, με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και τις δύσκολες μέρες πίσω μας. Αυτή είναι μία κατάκτηση της παράταξης την οποία δεν πρέπει να την χαρίσουμε σε κανέναν. Θεωρώ επομένως χυδαία την άποψη που κυκλοφορεί τελευταία και αναπαράγεται από ορισμένα στελέχη και η οποία συνοψίζεται στην ευχή «μακάρι να είναι αυτοδύναμη η ΝΔ ώστε να μην χρειαστεί να συγκυβερνήσουμε». Αλίμονο αν ευχόμαστε ο ιδεολογικός μας αντίπαλος να μας κατατροπώσει εκλογικά και να πάρει εντολή να διαμορφώσει την μεταμνημονιακή Ελλάδα όπως εκείνος επιθυμεί, με εμάς να είμαστε ένα μικρό φοβικό κόμμα της ελάσσονος αντιπολίτευσης χωρίς καμία δυνατότητα παρέμβασης στα δημόσια πράγματα».
Έχοντας διατυπώσει αυτήν την σκέψη, πίστευα ότι έπρεπε να κινηθούμε προεκλογικά με τον ακόλουθο τρόπο. Να παρουσιάσουμε στους Έλληνες πολίτες τις θέσεις, τις απόψεις και το κυβερνητικό μας πρόγραμμα και να ζητήσουμε την ψήφο τους επ’ αυτού του προγράμματος λέγοντας με καθαρότητα ότι εάν μας επιδοκιμάσετε με την ψήφο σας και μας ανταμείψετε με ένα ποσοστό της τάξης περίπου του 10% θα προσπαθήσουμε να διαπραγματευτούμε με το πρώτο κόμμα, όποιο και αν είναι αυτό, προκειμένου να εξετάσουμε εάν υπάρχει χώρος προγραμματικής σύγκλησης και σχηματισμού κυβέρνησης
συνεργασίας στη βάση προγραμματικής συμφωνίας. Εάν από την άλλη δεν μας δώσετε το ποσοστό αυτό, θα πρέπει να εκληφθεί ως εντολής άσκησης αντιπολίτευσης καθώς οι θέσεις μας δεν θα έχαιραν επιδοκιμασίας από το εκλογικό σώμα.
Με την τακτική αυτή θα παρείχαμε στους παραδοσιακούς μας ψηφοφόρους -οι οποίοι είναι ως επί το πλείστον άνθρωποι κεντρώοι και προοδευτικοί που ψηφίζουν με κριτήριο την κυβερνητική σταθερότητα- την ασφάλεια της κυβερνησιμότητας περιορίζοντας έτσι στο ελάχιστο τη διαρροή ψηφοφόρων από το Κίνημα Αλλαγής προς τη ΝΔ. Αντιδεξιά πολιτική στην πράξη, διότι θα ήταν ικανή να ανακόψει από τη ΝΔ την αυτοδυναμία.
Αντί αυτού όμως και με μεγάλη μου λύπη διαπίστωσα ότι το κόμμα δεν δέχθηκε να ακολουθήσει αυτήν την στρατηγική αλλά απεναντίας υιοθέτησε την παραπάνω χυδαία κατ’ εμέ άποψη και οδηγηθήκαμε στις εκλογές της 7ης Ιουλίου έχοντας προδικάσει το αποτέλεσμα. Είπαμε δηλαδή ότι η ΝΔ έχει κλειδώσει την αυτοδυναμία και καλέσαμε τον κόσμο να μας στηρίξει προκειμένου να ασκήσουμε υπεύθυνη αντιπολίτευση και να γίνουμε ανάχωμα στη δεξιά. Μα ανάχωμα στη δεξιά γίνεσαι όταν μπορείς να παρεμποδίσεις τις εξελίξεις, όχι όντας ένα μικρό κοινοβουλευτικό κόμμα χωρίς καμία δυνατότητα παρέμβασης.
Αυτή η αυτοκτονική στρατηγική, η οποία ήρθε σε συνδυασμό με τη συμβολική ρήξη με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, δίχασε τον κόσμο της παράταξης και έσπρωξε μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων μας στη ΝΔ οι οποίοι ένιωσαν την ανάγκη να συστρατευθούν με αυτούς που μπορούν να εξασφαλίσουν μία σταθερή κυβέρνηση και να απαλλάξουν τη χώρα από τη βάσανο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτόχρονα, απέτυχε να επαναπατρίσει ψηφοφόρους που είχαν επιλέξει το ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, κυρίως από το 2012 και μετά, διότι δεν υπήρχε ένα πειστικό αφήγημα και προοπτική για το μέλλον. Είναι ενδεικτικό ότι η ΝΔ κατήλθε στις εκλογές με σύνθημα «Ισχυρή Ανάπτυξη-Αυτοδύναμη Ελλάδα», ο ΣΥΡΙΖΑ με σύνθημα «Αποφασίζουμε για τη ζωή μας» και το Κίνημα Αλλαγής μιλούσε για τον Καραμανλή και την περίοδο 2004-2009.
ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Με τον τρόπο αυτό οδηγηθήκαμε στο εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής το οποίο δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Από τη μία έχουμε αδιαφιλονίκητο νικητή τη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη οι οποίοι με ποσοστό περίπου 40% κατάφεραν να σχηματίσουν την πρώτη αυτοδύναμη κυβέρνηση στην Ελλάδα μετά από μία δεκαετία και από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας κατόρθωσαν μετά από 4,5 χρόνια καταστροφικής διακυβέρνησης να συγκεντρώσουν ποσοστό της τάξης των 31,5% δημιουργώντας έτσι τετελεσμένα όσον αφορά την ηγεμονία του προοδευτικού, ας πούμε, χώρου.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με δεδομένη την πρόθεση του Αλέξη Τσίπρα να μετασχηματίσει το κόμμα του προκειμένου να εκφράσει έτσι το σύνολο της δημοκρατικής παράταξης, ο δικός μας χώρος, το Κίνημα Αλλαγής έχει μπροστά του δύο επιλογές.
Η πρώτη επιλογή είναι ο εναγκαλισμός με το ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδο ηγεσίας και η συγκρότηση ενός αντιδεξιού μετώπου στα πλαίσια της προοδευτικής συμμαχίας που προτείνει ο Αλέξης
Τσίπρας και οι πρόθυμοι γεφυροποιοί. Πρόκειται ουσιαστικά για την πρόταση που έφερε στο δημόσιο διάλογο ο πρώην Αντιπρόεδρος της Βουλής Δημήτρης Κρεμαστινός.
Η δεύτερη επιλογή είναι η προσήλωση στην αυτόνομη πορεία, η οποία συνεχίζει να εκφράζεται με λάθος τρόπο με τη λογική των ίσων αποστάσεων, του ενός νομίσματος με τις δύο όψεις και των ανιστόρητων συμψηφισμών. Αυτόνομη πορεία ακολουθείς όταν έχεις τη δική σου διακριτή και ολοκληρωμένη πρόταση για την υπέρβαση της κρίσης και την εθνική ανασυγκρότηση, όχι διακηρύσσοντας συνεχώς ότι είσαι αυτόνομος και ακολουθώντας μία ρητορική που θυμίζει ΚΚΕ της δεκαετίας του 1990. Η επιλογή λοιπόν αυτή, αν και μοιάζει αυτήν την χρονική στιγμή ιδανική, πρόκειται ωστόσο να οδηγήσει την παράταξη με μαθηματική ακρίβεια στον αφανισμό. Εξηγώ γιατί. Είναι κοινό μυστικό ότι τα ψηφοδέλτια του Κινήματος Αλλαγής ανά την Ελλάδα φτιάχτηκαν σε σκοπό να εξασφαλίσουν άνετη εκλογή σε συγκεκριμένους εν ενεργεία βουλευτές. Η συνταγή αυτή ακολουθήθηκε σε όλη την επικράτεια και συνδυάστηκε με τον παροπλισμό της νέας γενιάς του Κινήματος που εκφράστηκε μέσα από την τοποθέτηση των Παύλου Χρηστίδη και Μανώλη Χριστοδουλάκη σε μη εκλόγιμες θέσεις στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας παρότι σήκωσαν στις πλάτες τους όλο το βάρος του προεκλογικού αγώνα με περιοδείες ανά την Ελλάδα, αμέτρητες ομιλίες και εκατοντάδες τηλεοπτικές εμφανίσεις και ραδιοφωνικές συνεντεύξεις.
Επομένως, η μη αξιοποίηση της νέας γενιάς του Κινήματος μαζί με τον απαρχαιωμένο πολιτικό λόγο που εκφράζεται από κοινοβουλευτικούς με δεκαετίες προϋπηρεσίας θα ωθήσει τα νέα στελέχη στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και θα μετατρέψει αργά ή γρήγορα το δικό μας κόμμα σε μουσείο που βασίζει την εκλογική του επιρροή σε υπερήλικες θαυμαστές του Ανδρέα, της Μελίνας και του Γεννηματά χωρίς καμία περαιτέρω προοπτική.
Μία χαραμάδα ελπίδας θα αποτελούσε η αλλαγή ηγεσίας και ταυτόχρονη παράδοση της σκυτάλης στα νέα πρόσωπα της παράταξης σε όλα τα επίπεδα ή εναλλακτικά η επαναφορά στο όνομα και τα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ. Προς το παρόν όμως δε φαίνεται να υπάρχει διάθεση για τίποτα από τα δύο.
Προσωπικά δεν με ικανοποιεί καμία από τις δύο αυτές επιλογές με αποτέλεσμα να μην μπορώ να τις υπηρετήσω.
Ευχαριστώ τα μέλη της Νομαρχιακής Επιτροπής για την εμπιστοσύνη, τους υποψήφιους βουλευτές για την προσφορά και τον αγώνα τους και φυσικά τον κόσμο της παράταξης για την αγάπη και την στήριξη του στον ανηφορικό αυτό δρόμο.
Με τιμή,
Νικηφόρος Β. Παπανικόλας