Του Ηλία Μπέλλου
Πολύ χειρότερο από ό,τι αρχικά είχε εκτιμηθεί αποδεικνύεται το φετινό καλοκαίρι για τον ελληνικό τουρισμό. Οχι μόνο οι αφίξεις και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις είναι δραματικά μειωμένες, ακόμα και σε σχέση με τις προσγειωμένες προσδοκίες των προηγούμενων εβδομάδων, αλλά και οι πρωτοφανείς, λόγω πανδημίας, κανόνες λειτουργίας δημιουργούν τεράστιες προκλήσεις στα ξενοδοχεία, τις αερομεταφορές και την ακτοπλοΐα αλλά και τις επιχειρήσεις εστίασης και διασκέδασης.
Ο ελληνικός τουρισμός, όπως και όλες οι δραστηριότητες, έχει αρχίσει πλέον τον «χορό» με τον κορωνοϊό, όπως οψίμως αναφέρεται η λειτουργία της κοινωνίας και της οικονομίας μεσούσης της πανδημίας χωρίς lockdown. Τα ξενοδοχεία που έχουν επιφορτιστεί με τη φιλοξενία ασθενών και υπόπτων κρουσμάτων έχουν αρχίσει να γεμίζουν και η πεποίθηση πως το καλύτερο σημείο για το φετινό καλοκαίρι βρίσκεται πίσω μας έχει αρχίσει να εμπεδώνεται ευρέως. Το κλίμα αβεβαιότητας επιτείνει η εν εξελίξει ύφεση στις αγορές προσέλκυσης ξένων τουριστών, η οποία προστίθεται στους υγειονομικούς λόγους που αποτρέπουν ή και απαγορεύουν εξ ολοκλήρου τα ταξίδια.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος μιλώντας στην «Κ» σημειώνει πως «είχαμε από τον Μάιο πει, ως ΣΕΤΕ, ότι η φετινή τουριστική χρονιά θα ξεκινούσε από το μηδέν και οτιδήποτε χτιζόταν πάνω σε αυτό μόνο θετικό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί για επιχειρήσεις και εργαζομένους. Τοποθετήσαμε μάλιστα τον πήχυ μεταξύ του 20%-25% των περυσινών 18,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, πάντα υπό προϋποθέσεις. Δυστυχώς, η εξέλιξη της πανδημίας διεθνώς, μας αναγκάζει σήμερα να τοποθετούμε την εκτίμηση εσόδων κάτω από το 20%, μεταξύ 3-3,5 δισ.».
Τα 15 δισεκατομμύρια ευρώ που θα λείψουν από τις φετινές ταξιδιωτικές εισπράξεις από το εξωτερικό αντιστοιχούν σε ποσοστό που πλησιάζει τα επίπεδα του 7,5% του ΑΕΠ.
Δύο θα είναι οι τεράστιες προκλήσεις τους επόμενους μήνες σύμφωνα με τον Γ. Ρέτσο: «Η στήριξη της εργασίας με νέα μέτρα και η διαμόρφωση των υφιστάμενων, έτσι ώστε να ανακοπεί κύμα απολύσεων» και «η προστασία του πολύ καλού brand που έφτιαξε η χώρα μας τους προηγούμενους μήνες, από επιπόλαιες ενέργειες που υπόσχονται πράγματα, όπως ασφάλεια, τα οποία κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί, ειδικά στην παρούσα συγκυρία».
Ο Σταύρος Μήτσης, Managing Director του Mitsis Group, ένας από τους μεγαλύτερους ξενοδοχειακούς ομίλους της χώρας εξηγεί πως «βιώνουμε μία νέα πραγματικότητα που επαναπροσδιορίζεται κάθε μέρα. Και μέσα σε αυτό το περιβάλλον επιχειρούμε 24 ώρες το εικοσιτετράωρο να διαμορφώσουμε το προϊόν μας αλλά και ολόκληρο το λειτουργικό μας μοντέλο ώστε να διασφαλίζεται η μη διάδοση του κορωνοϊού στους πελάτες και τους εργαζομένους αλλά και η εύρυθμη και εκσυγχρονισμένη λειτουργία της επιχείρησής μας με γνώμονα τη δημιουργία ελκυστικών υπηρεσιών». «Σε αυτό τον “χορό” αντοχής, δεξιοτεχνίας και επινοητικότητας έχουμε αρωγό την εμπειρία μας, τους εργαζομένους μας και την ελληνική πολιτεία που θα κληθεί να στηρίξει τον κλάδο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτόν που είχε αρχικά εκτιμηθεί. Γιατί η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προορισμών περνά ασφαλώς και μέσα από την οικονομική πολιτική», προσθέτει.
Αδυναμία προγραμματισμού
Κορυφαίοι επιχειρηματίες από τον ευρύτερο κλάδο των αερομεταφορών μιλούν για παντελή αδυναμία έστω και στοιχειώδους προγραμματισμού. Οι μεγάλες αεροπορικές δεν αυξάνουν τις πτήσεις τους και κάθε πρόβλεψη για τα μεγέθη του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου, πόσο μάλλον ολόκληρου του έτους, καθίσταται επιεικώς παρακινδυνευμένη. Στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, της Αθήνας, η επιβατική κίνηση διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στο 30% της περυσινής. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», μέχρι στιγμής ο Αύγουστος εμφανίζεται να γνωρίζει κίνηση που αντιστοιχεί στο 40% της περυσινής. Πλην όμως αυτή στηρίζεται κυρίως στις εγχώριες μετακινήσεις, που βρίσκονται στα επίπεδα του 50% του αντίστοιχου περυσινού μήνα, και όχι στις αφίξεις από το εξωτερικό που εμφανίζονται στο 35% των περυσινών.
«Χωρίς αξιόπιστη και ευρέως διαθέσιμη ιατρική λύση, δηλαδή εμβόλιο ή και θεραπεία, δεν αναμένεται να ομαλοποιηθεί η κατάσταση σε έστω και λίγο σε σχέση με τα προ της πανδημίας επίπεδα», αναφέρει κορυφαίο διοικητικό στέλεχος μεγάλης ελληνικής επιχείρησης του κλάδου. Η ίδια πηγή εκτιμά ότι η τρέχουσα κατάσταση θα επιδεινωθεί το φθινόπωρο, καθώς η οικονομική κρίση θα αρχίσει να βαθαίνει και εκτιμά πως στο καλύτερο σενάριο, που περιλαμβάνει την ύπαρξη εμβολίου, η κατάσταση ενδέχεται να αρχίσει να ξεκαθαρίζει στα μέσα του 2021.
Πτώση τιμών στα ξενοδοχεία σημειώθηκε σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Τον Ιούλιο η Αθήνα καταγράφει πτώση 20% σε ετήσια βάση (φωτ. SHUTTERSTOCK).
«Η πραγματικότητα για τα ταξίδια μεταβάλλεται δυναμικά καθώς όλα τα κράτη “χορεύουν” με τον ιό», υπογραμμίζουν κύκλοι του ελληνικού τουρισμού, αποκαλύπτοντας πως «οι νέες πρακτικές που αναμένεται να αρχίσουν να επιβάλλονται το επόμενο διάστημα μπορεί να προβλέπουν ποσοστώσεις στον αριθμό των ξένων επισκεπτών που θα δέχεται η Ελλάδα από κάθε χώρα αλλά και επαναφορά της καθολικής υποχρέωσης για διαγνωστικά τεστ». Κανείς δεν μπορεί να προδικάσει αν και πότε, αλλά και σε ποια έκταση θα αρχίσουν τέτοιες πρακτικές ούτε άλλες που στην παρούσα φάση είναι δύσκολο να προβλεφθούν, αναφέρουν οι ίδιες πηγές.
Κατάρρευση εμπιστοσύνης, τιμών και αφίξεων
Κοινός παρονομαστής για ξενοδόχους, αερομεταφορείς, ακτοπλόους αλλά και επιχειρηματίες από τον χώρο της εστίασης και ψυχαγωγίας εν γένει είναι η συνεχώς διαβρούμενη εμπιστοσύνη των πολιτών στην ίδια την ιδέα του ταξιδιού. Ούτε οι μειωμένες τιμές ούτε οι αναβαθμίσεις δωματίων και οι πρόσθετες παροχές μοιάζουν ικανές να αναστρέψουν αυτό το κλίμα. Αν και η παγκόσμια ύφεση στην οποία οδήγησε η πανδημία δεν αποτελεί έκπληξη, η ανάλυση των επιμέρους βασικών αγορών τουριστών ψαλιδίζει περαιτέρω τις οποιεσδήποτε προσδοκίες για εύρωστη ανάκαμψη της τουριστικής δραστηριότητας κατά το τέλος του τρίτου αλλά και το τέταρτο τρίμηνο. Αυτό προκύπτει από νέα μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) και στην οποία επισκοπούνται τόσο τα θεμελιώδη μεγέθη των οικονομιών αυτών μετά την πανδημία όσο και η σημασία τους για την ελληνική οικονομία. Ειδικότερα, οι κυριότερες αγορές του εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα που έφεραν το 46% των ταξιδιωτικών εισπράξεων πέρυσι, «αγκομαχούν». Και τώρα οι αναφορές στα ξένα ΜΜΕ για την επανάκαμψη της πανδημίας στην Ελλάδα και σε συγκεκριμένα ελληνικά νησιά έρχονται να υπονομεύσουν περαιτέρω το κλίμα.
Δημοσκόπηση
Δημοσκόπηση της εταιρείας ερευνών αγοράς YouGov, που διεξήχθη στις 13-23 Ιουλίου, δείχνει ότι τουλάχιστον οι μισοί Γερμανοί, Βρετανοί και Γάλλοι ταξιδιώτες –τρεις από τις πέντε πιο σημαντικές αγορές για τον ελληνικό τουρισμό– θα προτιμούσαν να ακυρώσουν τις διακοπές τους από το να υποστούν καραντίνα επιστρέφοντας ή ακόμα και από το να κάνουν τεστ κατά την άφιξή τους ή να φορούν μάσκα σε εξωτερικούς χώρους. Η έρευνα έδειξε ότι τα δύο τρίτα των Γερμανών που ταξιδεύουν συνήθως στο εξωτερικό θα ακυρώσουν διακοπές εάν χρειάζεται να υποβληθούν σε τεστ κατά την άφιξη. Στη Γαλλία, οι μισοί από αυτούς που συνηθίζουν να κάνουν διακοπές στο εξωτερικό δήλωσαν ότι θα τις ακυρώσουν αν πρέπει να κάνουν τεστ. Το ίδιο ποσοστό θα ανέβαλε τις διακοπές του εάν έπρεπε να φοράει μάσκα σε εξωτερικούς χώρους, όπως τις τελευταίες ημέρες έχει αρχίσει να συνιστάται σε κάποια μεγάλα ελληνικά εποχικά ξενοδοχεία…
Αλλά ήδη τα πράγματα είναι πολύ κακά και χωρίς τα επιπλέον μέτρα που προκρίνονται τελευταίως: Μόλις εννέα εκατομμύρια επιβάτες διακινήθηκαν σε όλα τα αεροδρόμια της Ελλάδας το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου 2020, παρουσιάζοντας πτώση 74,3% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 οπότε και είχαν διακινηθεί 34,7 εκατομμύρια επιβάτες, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ).
Πτήσεις
Σε ό,τι αφορά τις πτήσεις στα αεροδρόμια της χώρας πραγματοποιήθηκαν 115.402, από τις οποίες 67.340 ήταν εσωτερικού και 48.062 εξωτερικού, παρουσιάζοντας πτώση 60,3% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 οπότε και είχαν πραγματοποιηθεί 290.859 πτήσεις. Τα στατιστικά στοιχεία από όλα τα αεροδρόμια συνεχίζουν να καταγράφουν τη ραγδαία πτώση της επιβατικής κίνησης που έχει επιφέρει η πανδημία. Για τον Ιούλιο, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της ΥΠΑ, προκύπτει ότι διακινήθηκαν στα αεροδρόμια της χώρας 2,72 εκατομμύρια επιβάτες, καταγράφοντας μείωση 72,6% σε σχέση με το 2019 οπότε και είχαν διακινηθεί 9,93 εκατομμύρια επιβάτες. Ο συνολικός αριθμός των πτήσεων ανήλθε στις 33.255 με πτώση 56,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 όπου είχαν πραγματοποιηθεί 76.370 πτήσεις. Σε ό,τι αφορά τις αφίξεις επιβατών εξωτερικού ήταν 1,126 εκατομμύρια επιβάτες, καταγράφοντας μείωση 72,5% σε σχέση με το 2019, όταν είχαν αφιχθεί 4 εκατομμύρια επιβάτες.
Είναι χαρακτηριστικό πως η επιβατική κίνηση στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια που διαχειρίζεται η Fraport Greece και τα οποία βρίσκονται ως επί το πλείστον σε προνομιακούς προορισμούς, κατέγραψε σημαντική πτώση τον Ιούλιο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της παραχωρησιούχου εταιρείας, ο συνολικός αριθμός επιβατών στους 14 αερολιμένες υποχώρησε τον Ιούλιο σε 1,3 εκατ. από 5,3 εκατ. τον αντίστοιχο μήνα του 2019, μεταβολή που αντιστοιχεί σε -75,1%. Μεγαλύτερη πτώση καταγράφεται στις αφίξεις εξωτερικού (-78,5%) σε σχέση με αυτές από το εσωτερικό (-56,5%). Υποχώρηση κατά 70% κατέγραψε η επιβατική κίνηση τον Ιούλιο και στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών από όπου διακινήθηκαν συνολικά 894.000 επιβάτες έναντι 3 εκατ. ατόμων περίπου τον ίδιο μήνα πέρυσι. Η μείωση των επιβατών εξωτερικού είναι υψηλότερη, καθώς διαμορφώθηκε στο -76,1%.
Εν τω μεταξύ, οι τιμές των ξενοδοχείων πέφτουν: σύμφωνα με τον δείκτη Hotel Price Index της on-line πλατφόρμας σύγκρισης τιμών trivago, ο οποίος αποτυπώνει τις διακυμάνσεις των μέσων τιμών στα ξενοδοχεία, τον Ιούλιο η Αθήνα καταγράφει πτώση 20% σε ετήσια βάση μετά και τις αντίστοιχες υποχωρήσεις των προηγούμενων μηνών: Οι πέντε πόλεις με τις καλύτερες μέσες τιμές διανυκτέρευσης είναι η Μόσχα (49 ευρώ), η Βαρσοβία (56 ευρώ), η Κωνσταντινούπολη (58 ευρώ), η Μαδρίτη (78 ευρώ) και η Λισσαβώνα με την Αθήνα (84 ευρώ αμφότερες). Στην Αθήνα, οι τιμές υποχωρούν από τα 107 ευρώ του Ιουλίου του 2018 και τα 106 του περυσινού Ιουλίου. Αυτονόητα πτώση τιμών σε ετήσια βάση καταγράφηκε σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Στις πέντε πιο ακριβές πρωτεύουσες αναφορικά με τη μέση τιμή διανυκτέρευσης, σύμφωνα με τον δείκτη της trivago, περιλαμβάνονται η Ζυρίχη (168 ευρώ), το Λονδίνο (126 ευρώ), το Παρίσι (125 ευρώ), το Δουβλίνο (119 ευρώ) και το Ρέικιαβικ (117 ευρώ). Οι μεγαλύτερες μειώσεις τιμών σε ποσοστό εντοπίζονται στη Βαρκελώνη (-30% από 141 στα 99 ευρώ), στο Aμστερνταμ (-30% από 140 στα 98 ευρώ), στο Δουβλίνο (-27% από τα 164 στα 119 ευρώ) και στο Ρέικιαβικ (-25% από τα 156 στα 117 ευρώ). Η Αθήνα, η Κωνσταντινούπολη και το Λονδίνο κινούνται στο -20% σε ετήσια βάση.
Πηγή: Καθημερινή