Με την υπ’ αριθμ. 406/2019 απόφαση, που εξέδωσε το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου με την διαδικασία των ασφαλιστικών, απορρίφθηκε το αίτημα της τράπεζας Πειραιώς για την έκδοση διαταγής να απαγορευθεί οποιαδήποτε νομική ή/και πραγματική μεταβολή του συνόλου της περιουσίας οφειλέτριας ομόρρυθμης εταιρείας της Ρόδου είτε από την ίδια είτε από τους πιστωτές της, να απαγορευθεί κάθε ατομική ή/και συλλογική δίωξη από τους πιστωτές σε βάρος της, συμπεριλαμβανομένων και των πάσης φύσεως μέτρων διοικητικής εκτέλεσης του Ελληνικού Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Φορέων ή/και η συνέχιση τυχόν τέτοιων εκκρεμών μέτρων, να ανασταλεί πάσα αρξάμενη ατομική δίωξη από τους πιστωτές σε βάρος της και να απαγορευθεί η λήψη κάθε ασφαλιστικού μέτρου σε βάρος της.
Η τράπεζα σε συνέχεια αιτήματός της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, να υπαχθεί η εταιρεία στη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης των διατάξεων των αρ. 68 επ. ν.4307/2014, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί την 26η Σεπτεμβρίου 2019, προσέφυγε κατά της εταιρείας και με αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.
Η εταιρεία κατέστησε σαφές ότι έλαβε από την τράπεζα χρηματοδότηση από πέντε συνολικά συμβάσεις δανείου και με επίκληση πίνακα χρεών επισημαίνει ότι έχοντας λάβει πιστώσεις συνολικού ποσού 15.539.277,20 ευρώ έχει ήδη καταβάλει στο πιστωτικό ίδρυμα ποσό 10.848.359.10 ευρώ δηλαδή το 70% του ληφθέντος κεφαλαίου!
Επεσήμανε παραπέρα ότι η τράπεζα αγνόησε παντελώς την έως την καταγγελία του δανείου συμπεριφορά της και την καταβολή ποσού 70% του ληφθέντος κεφαλαίου και με την πρώτη δυσκολία που συνάντησε λόγω της κρίσης στο χώρο του λιανεμπορίου, ενήργησε εντελώς καταχρηστικά και κατήγγειλε όλες τις συμβάσεις των δανείων.
Η ροδίτικη εταιρεία έχει εξοφλήσει πλέον όλες τις υποχρεώσεις της προς τρίτους (προμηθευτές) και δημόσιο και ΔΕΗ και ΔΕΥΑΡ και η μόνη οφειλή που υπάρχει είναι του υπολοίπου του δανείου της στην τράπεζα Πειραιώς, η οποία είναι πλήρως εξασφαλισμένη με προσημείωση Α σειράς σε ακίνητό της, μεγαλύτερης αξίας από την οφειλή.
Πρόσθεσε παραπέρα ότι η τράπεζα δεν δέχεται προτάσεις ρύθμισης για το υπόλοιπο της οφειλής ενεργώντας εντελώς καταχρηστικά ενώ τόνισε ότι δεν υφίστανται οι προϋποθέσεις για τη θέση της σε αναγκαστική διαχείριση καθώς δεν υπάρχει μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», το τελευταίο χρονικό διάστημα οι τράπεζες κινούνται πιο επιθετικώς και διεκδικούν την είσπραξη των δανείων που δεν έχουν εξυπηρετηθεί από τους οφειλέτες μέσω της διαδικασίας ειδικής διαχείρισης.
Ουσιαστικά με την αποδοχή της αίτησης της τράπεζας η επιχείρηση ως σύνολο δεσμεύεται και γίνεται αντικείμενο διαχείρισης εκ του ειδικού διαχειριστή που αναζητά αγοραστή για το σύνολο της επιχείρησης ως ενιαία μονάδα ή κατά τμήματα και μεταβιβάζει στον αγοραστή την επιχείρηση διανέμοντας το τίμημα της αγοράς στους πιστωτές της επιχείρησης αφήνοντας ένα νομικό και οικονομικό «κουφάρι» την πρώην εταιρία.
Η ομόρρυθμη εταιρεία έχει ως αντικείμενο και σκοπό την ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία καταστημάτων πωλήσεως τροφίμων, λιανικώς και χονδρικώς, σούπερ-μάρκετ, ειδών ενδύσεως, νεωτερισμού, η ίδρυση καφετερίας, εστιατορίου, καταστήματος μετά μουσικής, η ανέγερση οικοδομών κατά το σύστημα της αντιπαροχής η πώληση ηλεκτρικών ειδών κλπ.
Το εταιρικό κεφάλαιο, κατά τη σύστασή της, ανήρχετο στο ποσό των 220.000.000 δρχ. και πλέον μετά από αναπροσαρμογές παραμένει αμετάβλητο στο ποσό των 2.250.000 ευρώ.
Η τράπεζα διατείνεται ότι έχει απαιτήσεις συνολικού ύψους 11 εκατ. ευρώ περίπου από την εταιρεία οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, εκκαθαρισμένες και άμεσα απαιτητές, και μάλιστα αναμένεται ακόμη και η τελεσίδικη δικαστική τους επικύρωση.
Υποστηρίζει παραπέρα ότι οι οφειλές αυτές έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, από τον μήνα Ιούλιο του έτους 2016 κι ότι μετά την καταγγελία των δανειακών συμβάσεων και την έκδοση σε βάρος της 4 Διαταγών Πληρωμής, υπέβαλε ισάριθμες προτάσεις ρύθμισης οφειλής τις οποίες χαρακτηρίσει, προσχηματικές, αόριστες και μη τεκμηριωμένες με συγκεκριμένα οικονομικά μεγέθη.
Διατείνεται παραπέρα ότι η μοναδική σταθερή εισοδήματος της εταιρείας είναι ένα μίσθωμα που έχει ήδη κατασχεθεί αναγκαστικά από το Ελληνικό Δημόσιο, ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, την τράπεζα και λοιπούς ιδιώτες πιστωτές.
Ισχυρίζεται ότι η εταιρεία βρίσκεται σε μόνιμη και γενική αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών της και δεν προβλέπεται ουδεμία οικονομική ανάκαμψή της στο μέλλον.
Συντρέχει σύμφωνα με την τράπεζα ο σκοπός του νομοθέτη του ν.4307/2014, που επιδιώκει μέσω της ειδικής διαχείρισης την ταχεία εκποίηση του ενεργητικού των επιχειρήσεων, μετά των σχετικών συμβάσεων, αδειών κλπ, που δύνανται να διασωθούν, σε ενδιαφερομένους επενδυτές, προκειμένου να αποτραπεί η πτώχευση των επιχειρήσεων και η απαξίωση του ενεργητικού τους.
Επικαλείται δε και έκθεση Ορκωτού Ελεγκτή, η οποία βεβαιώνει ότι η τράπεζα κατέχει κατά της εταιρείας απαιτήσεις που εκπροσωπούν ποσοστό ανώτερο του 86,10 % των συνολικών υποχρεώσεών της.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου έκρινε ότι ουδόλως πιθανολογήθηκαν συγκεκριμένα περιστατικά επείγουσας περίπτωσης και άμεσου και επικείμενου κινδύνου, που να δικαιολογούν τη λήψη των αιτούμενων προληπτικών μέτρων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης της Τράπεζας.
Πιο συγκεκριμένα, δεν πιθανολογήθηκε η ύπαρξη άμεσου και ενεστώτος κινδύνου να επιβληθούν αναγκαστικές κατασχέσεις από το Ελληνικό Δημόσιο και τρίτους στο μοναδικό ακίνητο της καθ’ ης, όπως υποστηρίζει η αιτούσα, καθώς εάν πράγματι οι πιστωτές της καθ’ ης είχαν τέτοια πρόθεση προδήλως θα το είχαν πράξει από το έτος 2016 έως σήμερα, ενώ, εξάλλου, δεν πιθανολογείται ότι η αιτούσα θα υποστεί βλάβη από ενδεχόμενη επιβολή κατάσχεσης στο εν λόγω ακίνητο από έτερο πιστωτή της καθ’ ης, καθώς έχει εγγράφει σ’ αυτό προσημείωση υποθήκης 1* σειράς.
Εκρινε ακόμη ότι δεν συνιστά επείγουσα περίπτωση η επισπευδόμενη διαδικασία διανομής, με τη σύνταξη σχετικού πίνακα κατάταξης, των μισθωμάτων που έχουν κατασχεθεί στα χέρια της μισθώτριας του παραπάνω ακινήτου της εταιρίας ως τρίτης και έχουν παρακατατεθεί στο «Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων», αφού αφενός μεν το πλειστηρίασμα ή το κατασχεθέν ποσό, σε περίπτωση κατάσχεσης στα χέρια τρίτου, διανέμεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού μόνον αφότου ο σχετικός πίνακας κατάταξης καταστεί απρόσβλητος, είτε διότι δεν ασκήθηκε ανακοπή κατ’ αυτού είτε μετά την τελεσιδικία της ασκηθείσας κατ’ αυτού ανακοπής, αφετέρου δε το ποσό που έχει κατασχεθεί στα χέρια της μισθώτριας του παραπάνω ακινήτου της καθ’ ης και πρόκειται να διανεμηθεί στους πιστωτές της δεν συνιστά περιουσιακό στοιχείο της καθ’ ης και επομένως εκφεύγει της διαδικασίας της ειδικής διαχείρισης και δεν συνιστά λόγο να ληφθούν τα αιτούμενα προληπτικά μέρα, τα οποία λαμβάνονται μόνον προκειμένου να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας της καθ’ ης εταιρίας, καθώς και οποιαδήποτε μείωση της αξίας της.
Την υπόθεση χειρίζεται για λογαριασμό της εταιρείας ο δικηγόρος κ. Στέργος Λεβέντης.