Αίσθηση προκάλεσε η υπ’αριθμ. 188/2021 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου με την οποία έγινε δεκτή η έφεση που άσκησε ο Δήμος Πάτμου κατά της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννη Θεολόγου και Ευαγγελιστού.
Οπως απεκάλυψε η «δημοκρατική», ανατρέπεται ουσιαστικά η πρωτόδικη απόφαση με την οποία αναγνωρίστηκε η Ιερά Βασιλική Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου και Ευαγγελιστού Πάτμου, ως αποκλειστική κύρια ακινήτου συνολικού εμβαδού 838.592 τ.μ. στην θέση «Γερανός» δυνάμει δωρεάς, που έγινε δια χρυσόβουλου Λόγου.
Τα ζητήματα τα οποία τέθηκαν επι τάπητος με την απόφαση του Εφετείου ανέλυσε στην «δημοκρατική» ο δικηγόρος κ. Παντελής Αποστολάς, που χειρίστηκε την υπόθεση.
Οπως τόνισε σ’ αυτή την υπόθεση, με αφετηρία το έτος 1088, όπου, με τον χρυσόβουλλο λόγο του αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού (που επικυρώθηκε στη συνέχεια από δύο επόμενους αυτοκράτορες με άλλους χρυσόβουλους λόγους), δωρίζεται στον όσιο Χριστόδουλο, κατά κυριότητα, ολόκληρο το νησί της Πάτμου.
Οπως τόνισε ο κ. Αποστολάς, ενόψει των αμφισβητήσεων που προβάλλει το ελληνικό δημόσιο, ως προς την νομική αξία αυτού του τίτλου και γενικά ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Πάτμου, των αβάσιμων απόψεων που διατυπώνει σε κρίσιμα θέματα, αλλά και των παράλογων, αβάσιμων και εκτός της ιστορικής και νομικής πραγματικότητας αξιώσεών του, κατέστη απολύτως αναγκαία, σε αυτή τη δίκη, η παράθεση και ανάλυση όλων εκείνων των νομικών πλαισίων που διαμόρφωσαν την ιδιοκτησία, που καθόρισαν το νόμιμο τρόπο για την κτήση και διατήρηση της κυριότητας και προσέδωσαν εγκυρότητα και νομιμότητα στον προβλεπόμενο τίτλο κτήσεως, από το 1088 και εντεύθεν.
Ειδικά για την Πάτμο, όπως αναφέρει ο κ. Αποστολάς, όπου ίσχυσαν διαχρονικά διάφορα δίκαια ως προς την ακίνητη ιδιοκτησία:
– Δόθηκε απάντηση για τη νομική αξία του χρυσόβουλου λόγου του αυτοκράτορα Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού (και των μετέπειτα αυτοκρατόρων), παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από το Δημόσιο), με τον οποίο, χωρίς καμία ασάφεια ως προς το μεταβιβαζόμενο δικαίωμα και επίσης ως προς το μεταβιβαζόμενο ακίνητο, δωρίζεται το 1088 μ.χ. στον όσιο Χριστόδουλο, κατά κυριότητα, ολόκληρο το νησί της Πάτμου, το οποίο πλέον καθίσταται ακίνητο ελεύθερης ιδιοκτησίας, ανήκον στην δικαιοπάροχό Ιερά Μονή.
-Δόθηκε απάντηση στον προβαλλόμενο αβάσιμο ισχυρισμό του Δημοσίου, το οποίο υποστήριζε ότι καταλύθηκε σε κάθε περίπτωση η κτηθείσα κυριότητα του νησιού, με την ως άνω αυτοκρατορική δωρεά, από την Ιερά Μονή, κατά την διάρκεια της Οθωμανικής Κυριαρχίας.
Το Εφετείο δέχθηκε ότι δεν καταλύθηκε η εν λόγω περιουσία, αλλά διατηρήθηκε ως περιουσία μουλκ (ελεύθερης κυριότητος), με την εντεύθεν τεράστια σημασία στην εξέλιξη της ιδιοκτησίας αυτής μέχρι σήμερα, σύμφωνα με το Οθωμανικό δίκαιο, την Ιταλική νομοθεσία και στη συνέχεια την Ελληνική νομοθεσία. Ότι η κρίση του αυτή για τη διατήρηση της περιουσίας από την Ιερά Μονή Πάτμου στηρίζεται και στα εκδιδόμενα από τους εκάστοτε Σουλτάνους βεράτια προς τους Πατριάρχες, με τα οποία παραχωρούσαν τα προνόμια ως προς την υπάρχουσα εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία.
Ότι το γεγονός της νομικής φύσης των εδαφών της Πάτμου ως μουλκ και όχι ως δημοσίων γαιών έχει τεράστια σημασία στην εξέλιξη της ιδιοκτησίας αυτής μέχρι σήμερα, ανεξάρτητα μάλιστα από την ιδιοσυστασία των παντός είδους εδαφικών εκτάσεων, είτε πρόκειται για δάση, για δασικές εκτάσεις, για χορτολιβαδικές, βραχώδεις, αγροτικές κλπ. και ανεξάρτητα από μη εφαρμοζόμενες περί τοπίων διατάξεις και από διατάξεις σχετικές με διαδικαστικά τεκμήρια.
Συνακόλουθα, αποκλείεται η ύπαρξη εξαρχής (από τον χρόνο της παραχωρήσεως ολόκληρης της νήσου Πάτμου) αείποτε (εσαεί) αδέσποτων εδαφικών τμημάτων του νησιού, που θα ανήκαν στη συνέχεια στο Οθωμανικό δημόσιο.
Επίσης, δίνεται απάντηση και στις προβαλλόμενες αβάσιμες αιτιάσεις του Ελληνικού Δημοσίου για τμήματα του αιγιαλού που διεκδικούσε.
Κρίθηκε πως στις μη δορυάλωτες περιοχές της Δωδεκανήσου, όπου δεν εφαρμόζεται πλήρως ο Κτηματολογικός Κανονισμός Δωδεκανήσου, όπως η Πάτμος, κατά την επιστήμη και νομολογία των δικαστηρίων, γίνεται δεκτό ότι γαίες φύσης «εραζί-εμιριέ ή αρζί-μιρί», δηλαδή δημόσιες γαίες, όπως και το δικαίωμα διαρκούς εξουσίασης επί δημοσίων γαιών (τεσσαρούφ), από της εποχής της Οθωμανικής Κυριαρχίας δεν υπήρξαν ποτέ στα Δωδεκάνησα εκτός της Ρόδου και της Κω, που ο Οθωμανός κατακτητής τις είχε κυριεύσει με τη «σπάθη και το δόρυ» και ότι στα άλλα νησιά της Δωδεκανήσου (όπως είναι η Σύμη, η Κάρπαθος, η Πάτμος, η Χάλκη κλπ), που δεν ήταν «δορυάλωτα», δηλαδή δεν είχαν κατακτηθεί με τα όπλα, ο Οθωμανός κατακτητής, όχι μόνο δεν δήμευσε γη, αλλά παραχώρησε δικαιώματα, με αποτέλεσμα όλα ανεξαιρέτως τα κτήματα που κατείχαν, νέμονταν και εξουσίαζαν από τότε οι κάτοικοι των νησιών αυτών να ανήκουν στους ιδιοκτήτες τους (στις ιδιοκτησίες τους) ως «γαίες μούλκ», χαρακτηρισθείσες, κατά τον ιερό μουσουλμανικό νόμο, ως ιδιωτικές, ανήκουσες στην, κατά τα άρθρα 1 και 2 του από 7ης Ραμαζάν του έτους 1274 Οθωμανικού νόμου “περί γαιών” κατηγορία των καθαράς ιδιοκτησίας ακινήτων, τα οποία συνεπώς εξακολούθησαν εξουσιαζόμενα υπό των μέχρι τότε κυρίων αυτών και μάλιστα κατά πλήρη κυριότητα.