«Η ρύθμιση αποτελεί πραγματική ανάσα στην πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των μισθωτών που προσπαθούν να επιβιώσουν στις δύσκολες συνθήκες της οικονομικής κρίσης. Αυτή η αλήθεια δεν μπορεί να διαστρεβλωθεί».
«Γενναία», όπως εξάλλου την είχε χαρακτηρίσει και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, χαρακτηρίζει τη ρύθμιση των 100 δόσεων το υπουργείο Οικονομικών, σε άτυπη ενημέρωσή του.
Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ρύθμιση που δίνει το δικαίωμα στους οφειλέτες του Δημοσίου να αποπληρώσουν όλες τις ληξιπρόθεσμες φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές τους μέχρι την 1η Οκτωβρίου του 2014 με διακανονισμό, είναι μία γενναία ρύθμιση υπέρ των ανθρώπων της παραγωγής, της συντριπτικής πλειονότητας των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων, επιχειρήσεων και εργαζομένων που βρίσκονται σε αδυναμία να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Αυτή η αλήθεια είναι ξεκάθαρη, επειδή δίνεται η δυνατότητα:
– Αποπληρωμής από 12 μέχρι 100 δόσεις.
– Με μειωμένο επιτόκιο από 8,75% σε 4,56%
– Με πραγματικούς όρους διευκόλυνσης αφού καταργείται η παροχή εγγυήσεων και εμπράγματων εξασφαλίσεων και δεν τίθενται εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
– Με ολική ή μερική απαλλαγή από προσαυξήσεις, τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων.
– Με χορήγηση φορολογικής ενημερότητας και αναστολής της ποινικής διαδικασίας και της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, σε όσους αξιοποιούν τη ρύθμιση και παραμένουν συνεπείς στους όρους της.
Ένα πιο ελαστικό, ευέλικτο και κοινωνικά δίκαιο σύστημα αποπληρωμής που αποτελούσε εδώ και καιρό επιτακτικό αίτημα των μισθωτών και της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας έγινε πραγματικότητα με την ψήφισή της.
Είναι σαφές ότι με την τελευταία αναπροσαρμογή διατηρείται ανέπαφο το ρυθμιστικό πλαίσιο αποπληρωμής οφειλών των 100 δόσεων για όλες τις ληξιπρόθεσμες οφειλές έως την 1η Οκτωβρίου 2014.
Δε θα ήταν κοινωνικά δίκαιο να ευνοηθούν από την βέλτιστη δυνατότητα ρύθμισης οφειλών έως 100 δόσεων, κατηγορία φορολογουμένων, πέραν εκείνων που πραγματικά θέλουν αλλά δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Η τελευταία αναπροσαρμογή έχει στόχο να μη δημιουργήσει μία «νέα γενιά οφειλετών».
Ειδικά για την περίπτωση του ΕΝΦΙΑ τονίζεται ότι το 96% των οφειλών δεν θα μπορούσε να υπαχθεί στη ρύθμιση των 72-100 δόσεων. Γι’ αυτό και δίνεται η δυνατότητα υπαγωγής στην πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων. Με βάση τα στοιχεία της Γ.Γ.Δ.Ε., περίπου το 92% των υπόχρεων έχει ΕΝΦΙΑ έως 1000 ευρώ και το 4% έχει ΕΝΦΙΑ από 1000 ως 1500 ευρώ.
Με δεδομένη την υποχρέωση ελάχιστης μηνιαίας καταβολής ύψους 50 ευρώ, το πλήθος των δόσεων δεν θα υπερέβαινε τις 30 και στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων τις 10-20 δόσεις.
Με τη ρύθμιση που ψηφίστηκε είναι χρήσιμο να τονιστεί και να γίνει κατανοητό σε όσους νοιάζονται πραγματικά για τους μη έχοντες, ότι καλύπτεται το 99,7% των οφειλετών από τα 3.734.031 συνολικά φυσικά και νομικά πρόσωπα που μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου 2014 είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές στη φορολογική διοίκηση ύψους 70,2 δις ευρώ.
Η ρύθμιση αποτελεί πραγματική ανάσα στην πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των μισθωτών που προσπαθούν να επιβιώσουν στις δύσκολες συνθήκες της οικονομικής κρίσης. Αυτή η αλήθεια δεν μπορεί να διαστρεβλωθεί.
Όσον αφορά τη συζήτηση που γίνεται εξ αφορμής της κατάθεσης της τελευταίας τροπολογίας, συνεργάτες του υπουργού Οικονομικών επισημαίνουν ότι:
Κανένας από τους ουσιώδεις όρους της ρύθμισης των ληξιπροθέσμων οφειλών δεν αναιρείται, παρά τις όποιες πιέσεις.
Η μη υπαγωγή αγέννητων οφειλών σε ένα σχήμα ρύθμισης ληξιπρόθεσμων, θα έπρεπε να είναι αυτονόητη. Απαιτείται επίσης οι αποφάσεις της φορολογικής διοίκησης να είναι ισορροπημένες:
Αφενός να δίνουν ανάσα σε εκείνους που αντιμετωπίζουν πραγματικές δυσκολίες
Αφετέρου να μη διακυβεύουν τα δημοσιονομικά επιτεύγματα της χώρας και τον μείζονα εθνικό στόχο της επιτυχούς ολοκλήρωσης του Προγράμματος Προσαρμογής.
Οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονται με την ρύθμιση που η κυβέρνηση έφερε στη Βουλή και οι δυνάμεις της πλειοψηφίας ψήφισαν και είναι αυτό που έχει τη μέγιστη σημασία.
Κατά τα άλλα, είναι γνωστό ότι η ευθύνη των αποφάσεων, ανεξαρτήτως των εισηγητών τους, προσωποποιούνται στον υπουργό Οικονομικών».
http://www.protothema.gr