Ούτε ένας, ούτε δύο. Είκοσι τρεις φόροι αυξήθηκαν ή επινοήθηκαν τα χρόνια του Μνημονίου, αλλά και πάλι η οικονομία δεν έχει βγει από τη κρίση. Πρόκειται για φόρους που επιβλήθηκαν σε ό,τι είναι ακίνητο, κινείται και… αναπνέει, προκειμένου να επιτευχθούν οι εισπρακτικοί στόχοι των προγραμμάτων που εφαρμόζει η Ελλάδα.
Έτσι, έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα κρατικίστικης οικονομίας που απορρόφησε τα τελευταία πέντε χρόνια περισσότερα από 300 δισεκατομμύρια φόρων από τις τσέπες των πολιτών και των επιχειρήσεων αναδεικνύουν τα στοιχεία του Προϋπολογισμού των χρόνων της κρίσης και των Μνημονίων. Αναδεικνύουν παράλληλα και την αποτυχία των Μνημονίων από το να στρίψουν το τιμόνι της ελληνικής οικονομίας από το κράτος προς τον ιδιωτικό τομέα, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των κρατικών εσόδων διοχετεύονται μόνο και μόνο για συντηρήσουν την κρατική μηχανή καθώς και όσους σιτίζονται από αυτήν. Συνολικά από το 2010 έως και το 2016 πληρώνουμε 324 δισ. φόρους, αλλά όλοι πηγαίνουν για να συντηρηθεί τα κράτος. Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν σε κανένα έτος από το 2010 και μετά που μπήκε η χώρα στα Μνημόνια δεν χρηματοδοτήθηκε με ελληνικούς φόρους η ιδιωτική πρωτοβουλία.
Από το σύνολο των φορολογικών εσόδων, αφού πληρώθηκε το Δημόσιο, δεν περίσσεψε ούτε ένα ευρώ για να δοθεί για τις επενδύσεις με τη μορφή επιχορηγήσεων του ιδιωτικού τομέα, ενώ το κράτος στην ουσία του παρέμεινε ακέραιο, αφού ακόμη και η μείωση του αριθμού των υπαλλήλων που παρουσιάζεται ως μνημονιακή επιτυχία ουσιαστικά αύξησε τον λογαριασμό των συντάξεων λόγω της μαζικής συνταξιοδότησης των υπαλλήλων.
Τα στοιχεία που επεξεργάστηκε το “Κ” είναι αφετηρία για πολλά και σημαντικά συμπεράσματα του τι αντιμετώπισαν οι φορολογούμενοι την τελευταία εξαετία, πού πήγαν τα πολλά που πλήρωσαν αλλά και πότε έγινε μια πραγματική προσπάθεια για να μειωθεί το μέγεθος του δημόσιο τομέα.
Συντελεστές πάνω, έσοδα κάτω
Το 2010 ξεκινά με την πρώτη φοροκαταιγίδα του νέου Μνημονίου. Αρχίζουν να αυξάνονται φόροι σε ό,τι κινείται και αναπνέει. Ποτά, τσιγάρα, επιχειρήσεις, καύσιμα, εισοδήματα από ένα όριο και πάνω είναι μόνο μερικά από τα θύματα της αύξησης της φορολόγησης, ενώ αυξάνονται και κατά τέσσερις ολόκληρες μονάδες οι συντελεστές ΦΠΑ που χτυπούν ανελέητα το διαθέσιμο εισόδημα και πιέζουν την αγορά. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Το 2010 μπαίνουν στα κρατικά ταμεία 51,2 δισεκατομμύρια ευρώ, αριθμό που δεν είδε ξανά μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια το Δημόσιο και κατά πάσα πιθανότητα θα κάνει και αρκετά χρόνια ακόμη προκειμένου να τον δει.
Σε μισθούς
Την ίδια χρονιά, δηλαδή το 2010, το Δημόσιο, ενώ συγκέντρωσε τόσα πολλά φορολογικά έσοδα, αυτά δεν έφτασαν για να καλύψουν τις βασικές δαπάνες του, οι οποίες ανήλθαν σε 53,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Ποιες είναι αυτές οι βασικές δαπάνες; Είναι οι μισθοί και οι συντάξεις, οι επιχορηγήσεις κρατικών φορέων για περίθαλψη και κοινωνική πρόνοια (π.χ., ΕΟΠΥΥ, ΕΚΑΣ), οι λειτουργικές δαπάνες του Δημοσίου (π.χ., το ρεύμα, τα μολύβια και τα καύσιμα για τα κρατικά οχήματα) και οι δαπάνες για τόκους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Ούτε ευρώ από το χρήμα των φορολογουμένων, δηλαδή, δεν περίσσεψε για το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, που χρηματοδοτεί κατά κύριο λόγο ιδιωτικές επενδύσεις με συγχρηματοδότηση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πράξη, δηλαδή, τα ποσά που δαπάνα το Δημόσιο για στήριξη των επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα προέρχονται από τα κοινοτικά ταμεία και από δανεισμό.
Τα ίδια και το 2016
Αυτά το 2010. Θα περίμενε κανείς η εικόνα να έχει αλλάξει ύστερα από έξι χρόνια Μνημονίων. Δυστυχώς δεν είναι έτσι. Από το προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2016 προκύπτει ότι όλοι οι φόροι που θα πληρώσουν οι φορολογούμενοι θα απορροφηθούν για τις κρατικές δαπάνες! Το 2016 προϋπολογίζεται ότι το Δημόσιο θα εισπράξει από φόρους το ποσό των 44,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, όσα ακριβώς δηλαδή θα δαπανήσει για μισθούς, συντάξεις, λειτουργικές δαπάνες του Δημοσίου και τόκους. Με άλλα λόγια, δεν περισσεύει ούτε ένα ευρώ για ιδιωτικές επενδύσεις από το υστέρημα των φορολογουμένων.
Περισσότερα για μισθούς!
Ενδεικτικά της αποτυχίας όχι μόνο των κυβερνήσεων που πήραν το τιμόνι της οικονομίας τα χρόνια του Μνημονίου αλλά και της τρόικας που συμμετείχε και ενέκρινε το μείγμα των προγραμμάτων είναι και το ποσοστό των φορολογικών εσόδων που διοχετεύθηκε για την πληρωμή μισθών και συντάξεων. Ενώ το 2010 από τα 51,2 δισεκατομμύρια ευρώ φόρους δαπανήθηκαν για μισθούς και συντάξεις 20,3 δισεκατομμύρια, δηλαδή ποσοστό 39,6%, το 2016 προβλέπεται ότι θα δαπανηθεί για μισθούς και συντάξεις ποσοστό 41,5% των φορολογικών εσόδων. Με άλλα λόγια, παρά την υπερφορολόγηση και τα Μνημόνια, οι φορολογούμενοι πληρώνουν τελικά περισσότερα για τη μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου και τις συντάξεις που κατά κύριο λόγο στηρίζουν την κατανάλωση στην οικονομία και όχι τις επενδύσεις.
Η πορεία, όμως, που περιγράφηκε πριν δεν ήταν γραμμική. Υπήρξαν χρονιές που όσοι κρατούσαν την οικονομία στα χέρια τους έκαναν προσπάθεια για να μειώσουν το μέγεθος του Δημοσίου και κατά κύριο λόγο να μειώσουν το ποσοστό των φορολογικών εσόδων που δαπανούνταν για μισθούς και συντάξεις. Προσπάθησαν, δηλαδή, να μειώσουν, αυτό που λέμε, το κράτος. Ας δούμε την πορεία της δαπάνης για μισθούς και συντάξεις. Το 2010 δαπανήθηκαν 20,3 δισεκατομμύρια, το 2011 το ίδιο ποσό, το 2012 (και μετά από δυο χρόνια Μνημονίων) εμφανίζεται η πρώτη μείωση με 19,6 δισεκατομμύρια. Να γίνει εδώ μια παρένθεση. Αν και οι μισθοί στο Δημόσιο μειώθηκαν, το κύμα συνταξιοδότησης από το Δημόσιο κράτησε σε υψηλά επίπεδα τη συνταξιοδοτική δαπάνη και κατά συνέπεια τη συνολική δαπάνη για μισθούς και συντάξεις. Το 2013 εμφανίζεται η πρώτη μεγάλη μείωση στη σχετική δαπάνη με 17,7 δισεκατομμύρια. Είναι η χρονιά που καταργούνται πλήρως τα “δώρα” στους μισθούς και τις συντάξεις του Δημοσίου και επέρχονται σημαντικές μειώσεις στο γενικό μισθολόγιο, καθώς και στα ειδικά μισθολόγια του Δημοσίου. Από τότε, όμως, η μισθολογική και συνταξιοδοτική δαπάνη του Δημοσίου έχουν πάρει και πάλι την ανηφόρα. Φθάνουμε στο 2015 να δαπανώνται για μισθούς και συντάξεις 18,8 δισεκατομμύρια και 18,6 να προβλέπονται για το 2016.
capital.gr