H Κατερίνα, μία από τις είκοσι έξι οροθετικές γυναίκες που είχαν συλληφθεί τον Μάιο του 2012 για λόγους «δημόσιας υγείας», στις 27 Νοεμβρίου έγραψε ένα γράμμα. Ηταν ένα γράμμα αποχαιρετισμού προς τον σύντροφό της. Tο άφησε στο υπνοδωμάτιό τους και έφυγε από το σπίτι χωρίς να πάρει τίποτα μαζί της.
Την επομένη, βρέθηκε νεκρή σε δωμάτιο ξενοδοχείου. Είχε κλειδωθεί, η τηλεόραση έπαιζε δυνατά και εκείνη είχε κάνει χρήση ηρωίνης και χαπιών. Οι δικοί της έχουν πειστεί πως η Κατερίνα αυτοκτόνησε μη έχοντας ποτέ ξεπεράσει το τι συνέβη εκείνο τον Μάιο, όταν η προσωπική της ζωή και η ασθένειά της έγιναν πρωτοσέλιδο και εκείνη βρέθηκε αδίκως στη φυλακή.
Μοναχοκόρη
Η Κατερίνα ήταν 34 χρόνων, μοναχοκόρη του κ. Αντώνη, τεχνίτη κοσμημάτων και της κυρίας Δημητρούλας, τραπεζοκόμου σε νοσοκομείο. Οσοι την έζησαν μιλάνε για μια κοπέλα «τσαχπίνα, ξύπνια, με ιδιαίτερο χιούμορ».
Μέχρι τα δεκαεπτά της, η ζωή της κυλούσε ήρεμα, στην τελευταία τάξη του Λυκείου όμως λίγο οι κακές παρέες, λίγο οι φήμες ότι έκανε χρήση κάνναβης, τότε οι γονείς της είχαν αρχίσει να ανησυχούν. Εκείνα τα Χριστούγεννα, η νονά της της είχε δώσει 10.000 δρχ. χαρτζιλίκι, όταν τρεις ημέρες αργότερα ζήτησε και άλλα χρήματα από τον πατέρα της, εκείνος ήξερε ενστικτωδώς πως η κόρη του είχε μπλέξει άσχημα.
Σήκωσε με το ζόρι τα μανίκια της και την είδε «τρυπημένη». Της είχε παθολογική αδυναμία και δεν ήξερε πώς να χειριστεί το πρόβλημα. Οταν εκείνη το έσκασε από το σπίτι, ο κ. Αντώνης κάθε απόγευμα, μετά τη δουλειά του, γυρνούσε στις πιάτσες των τοξικομανών και με μια φωτογραφία της, την αναζητούσε. Αλλά μάταια.
Εξι χρόνια μετά, η Κατερίνα βρέθηκε να παλεύει για τη ζωή της στο νοσοκομείο. Οι γονείς της έτρεξαν τότε στο πλευρό της, την έπεισαν να μπει σε πρόγραμμα απεξάρτησης και οργανώθηκαν σε βάρδιες ώστε να μη μένει ποτέ μόνη της. Ομως ένα απόγευμα, εκείνη κλείδωσε τον πατέρα της σε ένα δωμάτιο… Και την χάσανε ξανά. Μέχρι που τον Μάιο του 2012 δέχτηκαν ένα τηλεφώνημα από την Ασφάλεια: Η Κατερίνα είχε συλληφθεί.
Το «αδίκημα»
Ο πατέρας της έτρεξε και πάλι να την βρει, πίσω από τα κάγκελα πλέον, την είδε με στερητικό σύνδρομο, έτρεμε αλλά ήθελε να του προλάβει τα νέα: «Μπαμπά, έχω έιτζ». «Και γι’ αυτό σε συνέλαβαν;» ρώτησε εκείνος αναστατωμένος.
Μάταια προσπαθούσε να τον πείσει πως δεν είχε κάνει κάτι κακό. Πράγματι, η Κατερίνα έβγαινε μέρα μεσημέρι από ένα φούρνο με μια τυρόπιτα στο χέρι και εκεί την σταμάτησαν αστυνομικοί. Της έκαναν εξέταση στο Τμήμα και μετά την συνέλαβαν. Την επομένη δόθηκαν στη δημοσιότητα τα στοιχεία της.
Το τηλέφωνο στο σπίτι τους δεν σταμάτησε να χτυπάει, δημοσιογράφοι, φίλοι και γνωστοί όλοι ήθελαν να μάθουν τι είχε συμβεί. «Είχε πράγματι μπλέξει με πορνεία;» ρωτούσαν τον πατέρα της. «Τι να σας πω, η Κατερίνα δεν θα έκλεβε ποτέ, οπότε φαντάζομαι πως κάπως θα έπρεπε να πάρει τη δόση της…» απαντούσε εκείνος, συντετριμμένος, σχεδόν απολογητικά.
Ελεύθερη
Η εισαγγελέας αποφάσισε πως η Κατερίνα και οι άλλες κοπέλες γνώριζαν πως είναι φορείς και εν γνώσει τους έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των πελατών τους. Εναν ολόκληρο χρόνο στριμωγμένες στα κελιά του Κορυδαλλού, άρρωστες, με στερητικά σύνδρομα, περίμεναν τη δίκη τους.
Στο δικαστήριο η Κατερίνα αθωώθηκε και αφέθηκε αμέσως ελεύθερη. Εκείνη την ημέρα, ο πατέρας της την περίμενε στην πύλη των φυλακών. Εκείνη του ζήτησε να περάσουν πρώτα από την Ομόνοια. Ο κ. Αντώνης έτρεμε. Ηξερε πως η κόρη του ήθελε να ξανακάνει χρήση, αλλά ήξερε πλέον πως δεν θα μπορούσε να την αποτρέψει.
Οταν έφτασαν, εκείνη άλλαξε γνώμη. «Πάμε σπίτι» του είπε. Πήρε την απόφαση, μπήκε στο πρόγραμμα απεξάρτησης και πάλεψε με απίστευτη πειθαρχία. Ηρθε ξανά κοντά με τους γονείς της, ξαναβρέθηκε με τον μεγάλο της έρωτα. Αλλά τα βλέμματα και οι ψίθυροι στη γειτονιά την ακολουθούσαν όπου και αν πήγαινε, οι «φίλοι» που δεν την ακουμπούσαν θεωρώντας πως θα τους «κολλήσει» την στενοχωρούσαν και όταν προσπάθησε να βρει δουλειά έπεσε σε κλειστές πόρτες. Μπορεί να είχε αθωωθεί αλλά το όνομα και η φωτογραφία της παρέμεναν στο Διαδίκτυο με τον τίτλο: «Ιερόδουλη οροθετική».
Η Κατερίνα είχε καταλάβει πως η «ρετσινιά» αυτή θα την ακολουθούσε για πάντα και αυτό, λένε οι δικοί της, δεν μπόρεσε να το αντέξει. Στο γράμμα που άφησε στον αγαπημένο της γράφει στο τέλος: «Πάω να πεθάνω, μη με ψάξεις γιατί δεν πρόκειται να με βρεις. Δεν αντέχω άλλο. Να προσέχεις τον εαυτό σου και τον μπαμπά μου. Σε αγαπώ, Κατερίνα».
Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η υπόθεση
Στο δικαστήριο η Κατερίνα αθωώθηκε, αφού δεν προέκυπτε «από πουθενά» ότι εκδιδόταν, ότι γνώριζε πως είναι οροθετική ή ότι εν γνώσει της μετέδιδε τον ιό του HIV. Αποζημιώθηκε με 10 ευρώ για κάθε ημέρα που έμεινε άδικα στη φυλακή. Ομως αυτό δεν της ήταν αρκετό. Ηταν αποφασισμένη να στραφεί εναντίoν όσων ευθύνονταν για τη διαπόμπευσή της. Την αστυνομία, τους γιατρούς και κυρίως την τότε ηγεσία του υπουργείου Υγείας που έδωσε τα προσωπικά της δεδομένα στη δημοσιότητα. Δίπλα της, και σε όλες τις γυναίκες – μέλη της «Πρωτοβουλίας αλληλεγγύης στις διωκόμενες οροθετικές», και μια ομάδα δικηγόρων που εθελοντικά ανέλαβαν την υπεράσπισή τους. Και μπορεί οι μηνύσεις τους κατά αστυνομικών και γιατρών του ΚΕΕΛΠΝΟ να μπήκαν από τον εισαγγελέα με συνοπτικές διαδικασίες στο αρχείο, η προσφυγή τους όμως στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θα εκδικαστεί. Στο εδώλιο «θα είναι η Ελλάδα» για σειρά σοβαρών αδικημάτων – αν και οι διεθνείς οργανισμοί μάς είχαν από την πρώτη στιγμή «καταδικάσει» μιλώντας για «καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων», «κυνήγι μαγισσών» και «επικίνδυνες πρακτικές που δεν συνάδουν με πολιτισμένη χώρα». Υπόμνηση: η διάταξη του κ. Ανδρέα Λοβέρδου που είχε οδηγήσει στις συλλήψεις, ενώ είχε καταργηθεί, επανεργοποιήθηκε από τον κ. Αδωνι Γεωργιάδη.
Καθημερινή
Έντυπη