Πενήντα χρόνια πίσω έχει γυρίσει η κατάσταση στην τοπική αγορά, τότε που τα βερεσέδια και τα τεφτέρια μεσουρανούσαν, και τα μπακάλικα της γειτονιάς, οι φούρνοι και τα κρεοπωλεία, πουλούσαν στους πελάτες τους με πίστωση.
Σήμερα αν και στις αυγές του 2017, το ημερολόγιο έχει γυρίσει αρκετές δεκαετίες πίσω, αφού όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που δεν μπορούν να αγοράσουν ούτε τα βασικά είδη για την διατροφή τους. Χαμηλοσυνταξιούχοι, απλήρωτοι εργαζόμενοι, άνεργοι, πολύτεκνοι και χωρισμένες μητέρες κάθε μήνα ψωνίζουν βερεσέ από τα μαγαζιά της γειτονιάς, που βλέπουν τις λίστες στα τεφτέρια τους να μεγαλώνουν…
Πελάτες, που μέχρι πρότινος ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, τώρα ζητούν πίστωση χρόνου για να δώσουν ακόμη και πέντε ευρώ. Για να πάρουν γάλα, ψωμί και βασικά είδη διατροφής.
Ο κ. Πανορμίτης Χατζηγεωργίου, ιδιοκτήτης συνοικιακού σούπερ μάρκετ στο Ροδίνι, με σταθερή πελατεία εδώ και πολλά χρόνια, δηλώνει στην «δημοκρατική, ότι το βερεσέ είναι καθημερινό φαινόμενο από ανθρώπους που δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. «Ερχονται και ζητούν βερεσέ άνθρωποι, που παλιότερα τους έβλεπες και δεν πήγαινε το μυαλό σου ότι κάποια στιγμή δεν θα έχουν να πληρώσουν. Δεν έχουν σήμερα, την οικονομική άνεση που είχαν κάποτε. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν και δεν πληρώνονται, αναγκάζονται να ζουν με τα έναντι των 100 και των 200 ευρώ. Υπάρχουν χαμηλοσυνταξιούχοι που δεν φτάνουν τα λεφτά τους για να περάσουν τον μήνα τους και μας πληρώνουν μόλις πάρουν την σύνταξή τους, υπάρχουν χαμηλόμισθοι που πρέπει να συντηρήσουν την οικογένειά τους, υπάρχουν μητέρες πολύτεκνες που δεν έχουν να πάρουν γάλα για τα παιδιά τους. Δεν μπορείς σε αυτούς τους ανθρώπους, που έχουν πραγματική ανάγκη, να μην δώσεις βερεσέ. Ξέρω ποιοι πελάτες είναι εντάξει. Μόλις πληρωθούν, έρχονται και μας εξοφλούν. Δυστυχώς η κατάσταση γίνεται όλο και πιο δύσκολη», λέει στην «δ» ο κ. Πανορμίτης Χατζηγεωργίου.
Ιδια κατάσταση επικρατεί και στα κρεοπωλεία. «Ερχεται πελάτης και σου λέει να βάλεις κιμά για τρία ευρώ! Ή ζητά τα κόκκαλα που έχουν μείνει για να κάνει σούπα στο παιδί του να φάει κι επειδή ντρέπεται να το πει, λέει ότι είναι για το σκύλο του. Καταλαβαίνω ποιοι πελάτες έχουν πραγματική ανάγκη και όποτε μπορώ, βάζω λίγο κρέας παραπάνω στην σακούλα. Τα βερεσέδια, από πελάτες που οι τσέπες τους είχαν χρήματα μέχρι πριν λίγα χρόνια, είναι πια συνηθισμένο φαινόμενο. Πληρωνόμαστε όποτε πάρουν την σύνταξή τους ή όποτε πληρωθούν. Τέτοια κατάσταση δεν έχω ξαναδεί στα χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά», λέει στην «δ» κρεοπώλης που είναι από μικρός στο επάγγελμα και πλέον, όπως λέει, κρατά ανοικτή την επιχείρησή του μέχρι να καταφέρει να βγει στην σύνταξη: «Πολλές μέρες κλείνω ταμείο με 20,30, 40 ευρώ. Σήμερα έχω κάνει είσπραξη 7 ευρώ! Και να θέλω δεν μπορώ να βοηθήσω παραπάνω, έχω έξοδα που τρέχουν και οικογένεια να συντηρήσω. Περιμένω να περάσει ο καιρός να βγω στην σύνταξη».
Κι αν θεωρείται αναμενόμενο το βερεσέ σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις, πλέον υπάρχει και το βερεσέ σε φαρμακεία, μετά και την αύξηση της συμμετοχής σε φάρμακα και συνήθως αφορά χρόνια πάσχοντες, με πολλά και ακριβά σκευάσματα, όπου η συμμετοχή τους και μόνο, αγγίζει ή και ξεπερνά τα 100 ευρώ το μήνα. «Τα φαρμακεία πλέον δουλεύουν με βερεσέ. Συνταξιούχοι, περιμένουν να πάρουν την σύνταξή τους για να μας πληρώσουν την συμμετοχή τους που φτάνει το 50%, 60% και 70%. Εμάς πλέον μας χρωστούν και οι πολίτες και το κράτος. Δεν μπορούμε όμως να κάνουμε διαφορετικά, δεν μπορούμε να πούμε όχι στον άνθρωπο που έχει ανάγκη τα φάρμακά του. Οι συνταξιούχοι μόλις μας πληρώσουν, παίρνουν τα φάρμακα του επόμενου μήνα. Είμαστε δηλαδή μονίμως έναν μήνα μέσα. Υπάρχουν όμως και πελάτες που είναι άνεργοι και χρειάζονται τα φάρμακά τους, δεν μπορείς να τους τα στερήσεις. Το τεφτέρι υπάρχει στα φαρμακεία και μεγαλώνει κάθε μήνα», δηλώνει στην «δ», ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου κ. Νίκος Φουτούλης.
Οι ιδιοκτήτες συνοικιακών καταστημάτων βλέπουν το ρευστό να εισρέει με το σταγονόμετρο στην ταμειακή τους μηχανή και στο κλείσιμο, ψάχνουν πώς θα εξοφλήσουν τους δικούς τους προμηθευτές και πώς θα καλύψουν τα δυσβάσταχτα λειτουργικά τους έξοδα.