Γράφει
ο Νεκτάριος Καλογήρου
Εμφανίσθηκε στην τουριστική βιομηχανία ως αουτσάιντερ και αποδείχθηκε ότι έχει όλες τις προδιαγραφές να αναχθεί ως μια από τις πιο σημαντικές αγορές για τον τουρισμό στην Ευρώπη. Η Πολωνία των 39 εκατομμυρίων κατοίκων «ψηφίζει» Ελλάδα για διακοπές και για τους Πολωνούς οι πιο αγαπημένοι προορισμοί είναι η Ρόδος και η Κρήτη.
Πραγματικά, μέχρι πριν από πέντε χρόνια, όταν τα βλέμματα όλων ήταν εστραμμένα στην τότε αναπτυσσόμενη αγορά της Ρωσίας, η Πολωνία ήταν μια χώρα που δεν απασχολούσε τους τουριστικούς οργανισμούς. Οι ίδιοι οι Πολωνοί, δεν επέλεγαν διακοπές στο εξωτερικό γιατί θεωρούσαν ότι η χώρα τους μπορεί και τους προσφέρει όλα όσα θέλουν για την αναψυχή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το έτος 2011 μόλις 2% από το σύνολο των Πολωνών επέλεγε διακοπές στο εξωτερικό. Αυτό έμελλε ν’ αλλάξει.
Η πτώση της Ρωσίας από το βάθρο της τουριστικής ανάπτυξης, έστρεψε το ενδιαφέρον των τουριστικών οργανισμών στην Πολωνία. Οι διαφημίσεις με τις ηλιόλουστες ελληνικές παραλίες και τα γραφικά νησιά, καθώς και τα δελεαστικά πακέτα διακοπών, άρχισαν να προκαλούν το ενδιαφέρον αρχικά των πρωτευουσιάνων της Βαρσοβίας και ακολούθως όλων των υπολοίπων Πολωνών.
Χρειάστηκε δουλειά τριών ετών μέχρις ότου γίνει το πρώτο μεγάλο άνοιγμα της Πολωνικής αγοράς. Η μετάβαση από το έτος 2013 στο 2014 συνοδεύτηκε με 50% αύξηση των εξερχομένων τουριστών από τη χώρα αυτή. Η αύξηση συνεχίστηκε από το 2014 στο 2015 που έφτασε να μετρήσει 754.000 αφίξεις στην Ελλάδα. Τα στοιχεία των τουριστικών οργανισμών έδειξαν ότι οι υπήκοοι της ερυθρόλευκης σημαίας επέλεξαν πρώτα Ελλάδα σε ποσοστό 27%, Τουρκία σε ποσοστό 14% και Ισπανία σε ποσοστό 12%.
Φέτος, ήταν ακόμη περισσότεροι οι Πολωνοί που ταξίδεψαν στο εξωτερικό και πάλι επέλεξαν πρώτη την Ελλάδα. Εχει εκτιμηθεί ότι από τον Απρίλιο του 2016 έως τα μέσα Οκτωβρίου 2016 μας επισκέφθηκαν περισσότεροι από 850.000 τουρίστες από τη συγκεκριμένη χώρα και οι πρώτες τους επιλογές ήταν και πάλι η Ρόδος, η Κρήτη, η Ζάκυνθος και η Κεφαλονιά. Το εκπληκτικό στα στοιχεία από τις κρατήσεις που γίνονται για το 2017 δείχνουν ότι ο αριθμός των 1,5 εκ. επισκεπτών μπορεί να προσεγγισθεί (αν όχι του χρόνου, τότε στα σίγουρα το 2018) και πάρα ταύτα, από ολόκληρη την Πολωνία να έχει επιλέξει διακοπές στο εξωτερικό ποσοστό μικρότερο από το 8% του πληθυσμού της χώρας.
Πρέπει να σημειωθεί ότι αν τελικά η Πολωνία ανοίξει πλήρως ως «τροφοδότρια περιοχή», τότε μαζί με τη Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία θα αναχθεί για τη Ρόδο στην πρώτη τριάδα των πιο σημαντικών αγορών της Ευρώπης.
Οι Πολωνοί τουρίστες
Η Ρόδος έλκει τους Πολωνούς. Οσοι ντόπιοι είχαν συναλλαγές μαζί τους διεπίστωσαν ότι πρόκειται για εξαιρετικά χαμογελαστούς ανθρώπους, προσηνείς, ευγενικούς, ευπαρουσίαστους, με διάθεση για επικοινωνία και με βαθιά ριζωμένη μέσα τους την ανάγκη για πολιτισμικές αναζητήσεις. Τους αρέσει να γελάνε δυνατά, να γλεντούν και να απολαμβάνουν το καλό φαγητό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στην έκθεση “Grecka Panorama” που πραγματοποιήθηκε στη Βαρσοβία, την περασμένη εβδομάδα (03 – 04 Δεκεμβρίου 2016), δόθηκε ιδιαίτερο βάρος στη γαστρονομία και στην προβολή της παραδοσιακής, ελληνικής κουζίνας.
Επειδή η χώρα αυτή διαθέτει ορυκτό πλούτο και βαριά βιομηχανία, θεωρείται ως μια σταθερή αγορά και οι υπήκοοί της έχουν τη δυνατότητα να δαπανήσουν αρκετά χρήματα στη διάρκεια των διακοπών τους. Η δαπάνη αυτή μοιράζεται μεταξύ διατροφής σε εστιατόρια και σε αγορές από καταστήματα.
Βέβαια, δεν έχουν όλοι οι Πολωνοί τέτοιες δυνατότητες, καθώς υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό πληθυσμού που αμείβεται με ποσά γύρω στα 400 ευρώ (περίπου 1780 ζλότι, που αποτελεί το εθνικό τους νόμισμα και στα ελληνικά σημαίνει «χρυσός»). Επειδή, αυτή η εισοδηματική κατηγορία αριθμεί ένα αρκετά μεγάλο πληθυσμό, ήδη οι Tour Operators έχουν αρχίσει να ασκούν πιέσεις προς τους ξενοδόχους προκειμένου να δώσουν καλύτερες τιμές και να προσελκύσουν ακόμα περισσότερους Πολωνούς επισκέπτες.
Είναι τελικά άγνωστο το εάν αυτές οι πιέσεις θα φέρουν αποτέλεσμα, πολλώ δε μάλλον μετά την απόφαση των ντόπιων ξενοδόχων να ζητήσουν για του χρόνου αυξήσεις των τιμών σε ποσοστό 10%. Ωστόσο, είναι σίγουρο ότι μια καινούργια εποχή ανατέλλει για το τουριστικό προϊόν, με πρωταγωνιστή μια χώρα που έζησε στο πετσί της όλες τις κακουχίες του 20ου αιώνα.