«Τὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική.
τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου…
Μονάχη ἔγνοια ἡ γλῶσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου…»
Ο ποιητής του ήλιου και του Ελληνικού φωτός, Οδυσσέας Ελύτης, δίνει διαχρονική απάντηση στους «ρήτορες», στους «σοφούς» και στους «άρχοντες» της πολιτείας που αλλοίμονο διαχωρίζουν γλώσσα και νησιά με βήμα στην οδό της εσχάτης προδοσίας, έστω από απώλεια προσανατολισμού, ελέω χαλασμένης πυξίδας, απερίσκεπτα, έστω και κατά λάθος. Αίσχος να εκστομίζεται δηλητήριο για τις Θερμοπύλες του Αιγαίου, που τους βράχους τους, φυλάττουν άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση ούτε στα στοιχειώδη, αλλά βρίσκονται εκεί γιατί ρέει στις φλέβες τους αίμα Ελληνικό και Ελληνική είναι η ψυχή τους.
Τι να πει κανείς για τις δηλώσεις του κ. Κώστα Ζουράρι, υφυπουργού Παιδείας, όπως κυκλοφόρησαν στον Τύπο «Και να χάσουμε μερικά νησιά δεν πειράζει. Τα νησιά θα τα ξαναπαίρνουμε πάντοτε. Τη γλώσσα έχει σημασία να μην μας πάρουν». Ως διανοούμενος και άνθρωπος του πνεύματος – γι’ αυτό και δεν δικαιολογείται – γνωρίζει καλά ότι ούτε την Κωνσταντινούπολη πήραμε πίσω, ούτε τη Σμύρνη, ούτε την Ίμβρο και την Τένεδο, ούτε την κατεχόμενη σήμερα από τα τουρκικά στρατεύματα Κύπρο… Το «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα ‘ναι» ανήκει στα παραμύθια. Ίσως υποστηρίξει κάποιος ότι το κίνητρό του ήταν «καλό» γιατί ήθελε να τονίσει πως δεν πρέπει να χάσουμε τη γλώσσα και την Ελληνικότητα του λόγου μας ως έθνος και ως φυλή, όμως η εκτροπή του, σε άλλα νοήματα και άλλα μηνύματα οδηγεί σε εκτροχιασμό και καταστροφή. Τι εννοεί άραγε, δεν πειράζει να χάσουμε κάποια νησιά, σα να ομιλεί για στραγάλια… Ήθελε να μιλήσει για τη γλώσσα, ας μιλούσε. Να πει για τα greekglish, να πει για την καθημερινή κακοποίηση και ένδεια της καθομιλουμένης που πανταχόθεν βάλλεται, περιορίζεται και οπισθοχωρεί, αφήνοντας πίσω τον παλαιό της πλούτο; Ναι. Για τα νησιά μας όμως ΟΧΙ!
Με τη Συνθήκη των Παρισίων τον Απρίλιο του 1947 η Δωδεκάνησος παραχωρήθηκε στην Ελλάδα κατά πλήρη κυριαρχία και ενσωματώθηκε στον Εθνικό κορμό. Η Συνθήκη αυτή υπεγράφη μεταξύ της Ιταλίας και των συμμαχικών δυνάμεων με τις λεπτές ισορροπίες της εποχής μέσα από στροβιλισμό διπλωματίας, γεωπολιτικής και συμφερόντων η πλάστιγγα έγειρε οριακά αλλά δικαίως προς την πλευρά της Ελλάδος, πράγμα σπάνιο αλλά ηθικά ορθό. Η Ιταλία κατά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν περιλαμβανόταν τύποις στους ηττημένους του πολέμου αφού μετά την πτώση του φασισμού στράφηκε κατά των λοιπών δυνάμεων του άξονα. Μεγάλη και μακρά ανάλυση απαιτείται για όλα αυτά αλλά ας κρατήσουμε ως συμπέρασμα ότι το κυριότερο κριτήριο της «ενσωμάτωσης» και της απελευθέρωσης των νησιών της Δωδεκανήσου ήταν η Ελληνική γλώσσα και η Ελληνικότητά τους ανά τους αιώνες.
Ταξιδεύοντας στο χρόνο ως το σήμερα, έχουμε τα νησιά μας Ελληνικά και ελεύθερα παρά τις πολεμικές ιαχές, τις απειλές και τις ανιστόρητες διεκδικήσεις της Τουρκίας που ειρήσθω εν παρόδω, δεν συμμετείχε στην σύναψη της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, ούτε μπορεί να την επικαλεστεί για θέματα αποστρατικοποίησης ως τρίτη μη συμβαλλόμενη χώρα που δεν έλαβε καν μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που αιματοκύλησε την πατρίδα μας και την ανθρωπότητα.
Κανείς δεν έχει δικαίωμα για λογοπαίγνια με τους Άγιους Ελληνικούς βράχους του αρχιπελάγους. Στα Ίμια φτάσαμε ως την πύλη του πολέμου για μια πέτρα καταμεσής του πέλαγου. Έτσι έπρεπε να γίνει. Ανήκω στους πολλούς που πιστεύουν ότι κακώς δεν περάσαμε την πύλη, μένοντας με πικρό μετέωρο βήμα και τις «γκρίζες ζώνες» που κανείς στα νησιά μας δεν αποδέχεται. Έπρεπε να δοθεί επιτέλους, μια ισχυρή απάντηση στην επιβουλή Ελληνικής γης, θάλασσας ή αέρα καθώς «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». Πάντοτε αυτός ο λαός και αυτή η χώρα φύλαττε Θερμοπύλες και διατήρησε στους αιώνες Ελληνικά γλώσσα και νησιά! Υποχωρώντας συνέχεια ποτέ δεν κερδίζεις. «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης».
Θυμάμαι έντονα τη νύχτα των Ιμίων, όπως χιλιάδες νησιώτες, όταν μας ξύπνησε το βράδυ η Πατρίδα, χτυπώντας την πόρτα μας για να μας επιδώσει στις δύο τα ξημερώματα, φύλλο πορείας για να αναλάβουμε οπλισμό και θέσεις μάχης. Δεν διαβάζαμε φιλοσοφία ή γραμματική της Ελληνικής γλώσσας, όπως οι «διανοούμενοι», εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, στο κράτος των Αθηνών και τα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά φορέσαμε την τιμημένη στολή του Ελληνικού Στρατού έτοιμοι να υπερασπιστούμε τη Σημαία, τους Βωμούς και τις Εστίες μας… Πολλοί έκλαψαν το πρωί όταν μας ειδοποίησαν στις μονάδες και στους χώρους διασποράς ότι η κρίση έληξε και θα γυρίσουμε πίσω. Όχι, δεν ήταν πολεμοχαρείς όσοι ένιωσαν έτσι, ήταν απλοί άνθρωποι, οικογενειάρχες, νέοι ή μεγαλύτεροι που τους είχε συνεπάρει ο πατριωτισμός και η φλόγα της υπεράσπισης πατρίδας, αξιοπρέπειας, νησιού και οικογένειας. Κανείς δεν θέλει πολέμους και αιματοχυσίες, όμως αυτά είναι τα νησιά μας κύριε Ζουράρι που κάποιους δεν πειράζει να δώσουμε σε αυτούς που τα ζητούν. Δε παραδίδουμε τα νησιά, τα σπίτια και τις οικογένειές μας σε κανέναν. Ας τα κρατήσουμε Ελληνικά στους αιώνες και ας μην μιλάμε τα Ελληνικά του κυρίου Ζουράρι αλλά την καθημερινή γλώσσα που ακούγεται στους δρόμους, τις πλατείες και στα σχολεία του Αιγαίου μας και αντηχεί Ελλάδα. Τα νησιά και η γλώσσα είναι ψυχή και πατρίδα.