Με αφορμή τις τελευταίες ραγδαίες εξελίξεις μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία, ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κ. Μανώλης Κεφαλογιάννης παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στην ‘δημοκρατική’.
Επιπλέον, μιλάει για τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά, για τις επόμενες κινήσεις σε Ευρώπη και Ελλάδα σχετικά με την διαχείριση των Σύριων μεταναστών, για τις προκλήσεις της Βόρειας Μακεδονίας αλλά και για την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας στην ευρωπαϊκή οικογένεια…
• Κύριε Κεφαλογιάννη, πρόσφατα εκλεγήκατε ομοφώνως πρόεδρος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ποιες είναι οι προτεραιότητες της Επιτροπής και πού θα εστιάσετε;
Είχα την τιμή να εκλεγώ ομοφώνως, από το σύνολο των ευρωβουλευτών όλων των πολιτικών ομάδων, πρόεδρος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας. Στο τέλος Νοεμβρίου είχαμε και την πρώτη μας συνάντηση στις Βρυξέλλες, την 81η Σύνοδο της Επιτροπής μας. Στη Σύνοδο αυτή είχα την ευκαιρία να τονίσω ότι η Τουρκία παραμένει μακριά από την Ευρώπη και τις αξίες της. Το κλειδί για τη λύση και την ολοκλήρωση της ενταξιακής της πορείας το κρατά η Άγκυρα. Η ευρωπαϊκή της προοπτική θα κριθεί από τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών αρχών της Δημοκρατίας τις οποίες πρεσβεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
-Η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Κράτος Δικαίου, το Διεθνές Δίκαιο, τις σχέσεις καλής γειτονίας, το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, τα ατομικά δικαιώματα, τις θρησκευτικές ελευθερίες, τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
-Η Τουρκία πρέπει να υπογράψει και να επικυρώσει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που αποτελεί κοινοτικό κεκτημένο και έχει επικυρωθεί από πάνω από 150 κράτη.
-Να καταργήσει το παράνομο και άκυρο τουρκολιβυκό μνημόνιο που αντιτίθεται στην UNCLOS, στο Δίκαιο της Θάλασσας, και δεν παράγει καμία νομική συνέπεια σε τρίτα κράτη. Ένα ψευτομνημόνιο που έχει καταδικαστεί απερίφραστα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
-Η Τουρκία πρέπει να άρει την απειλή πολέμου (casus belli) κατά της πατρίδας μας. Μία απειλή πολέμου που αντιβαίνει τον Καταστατικό Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών τον οποίο έχει συνυπογράψει και η Τουρκία.
-Η Τουρκία πρέπει να αναγνωρίσει άμεσα και να συνεργαστεί με την Κυπριακή Δημοκρατία. Οι απαράδεκτες αξιώσεις της για «λύση δύο κρατών», οι συστηματικές προσπάθειες επιβολής νέων τετελεσμένων στα Βαρώσια, η εκστρατεία στην οποία έχει επιδοθεί για τη διεθνή αναβάθμιση του παράνομου ψευδοκράτους στα κατεχόμενα είναι αντίθετες με τις αποφάσεις 541/1983 και 550/1984 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
-Η Τουρκία παραμένει μία υπό ένταξη χώρα αλλά και ένας στρατηγικός εταίρος για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πόρτα της Ευρώπης σε αυτή την Τουρκία παραμένει ανοικτή.
• Με τις τελευταίες εξελίξεις μετά την κατάρρευση του καθεστώτος του Άσαντ στη Συρία, πώς κινούνται οι ευρωπαϊκές χώρες που φιλοξενούν Σύριους μετανάστες και, βεβαίως, η δική μας χώρα;
Τα γεγονότα στη Συρία έχουν συνέπειες που ξεπερνούν κατά πολύ τα σύνορα της χώρας. Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει στο μέλλον, ανεξάρτητα από το ποιος θα βρίσκεται στην εξουσία στη Δαμασκό.
Ένας ξεχασμένος εμφύλιος επιφύλασσε μία ανατροπή που αιφνιδίασε όλη τη διεθνή κοινότητα. Η κατάρρευση του αυταρχικού καθεστώτος Ασαντ μπορεί να προκάλεσε μία «ανακούφιση» αλλά οι προβλέψεις για το μέλλον της Συρίας είναι παρακινδυνευμένες λόγω των πολλών αβεβαιοτήτων. Μπορεί, λοιπόν η ανατροπή του Ασαντ να εξέπληξε και να αιφνιδίασε τη διεθνή κοινότητα, ωστόσο το τι επιφυλάσσει το μέλλον για τη Συρία θα εξαρτηθεί από την νέα υπό διαμόρφωση ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.
Ένας εμφύλιος που προκάλεσε όχι μόνο ένα μαζικό κύμα φυγής από τη χώρα με εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες αλλά και τεράστια καταστροφή στις υποδομές και εξάντληση στους φυσικούς πόρους της χώρας.
Με τις εξελίξεις στη Συρία να είναι «ο ελέφαντας στο δωμάτιο» το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε να «παγώσουν» μέχρι νεωτέρας οι επιδόσεις αποφάσεων ασύλου σε Σύριους που βρίσκονται σε ελληνικές δομές. Και αυτό διότι πλέον δεν ισχύει ως αιτία διεθνούς προστασίας ο κίνδυνος που αντιμετώπιζαν πολλοί εξ όσων έφθαναν στην Ελλάδα από το καθεστώς Ασαντ, το οποίο πλέον δεν υφίσταται. Πρόκειται για σχεδόν 9.500 ανθρώπους, οι οποίοι, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, θεωρούνταν κατά τεκμήριο πρόσφυγες, πλέον όμως τα δεδομένα έχουν διαφοροποιηθεί. Το κρίσιμο, πάντως, το οποίο προέκυψε από τη συνεδρίαση των υπουργών Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η ευρωπαϊκή παραίνεση σε Σύριους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Και ασφαλώς είναι αναγκαίο να εκπονηθεί ένα σχέδιο επιστροφών, εθελοντικών καταρχάς, όποιων Σύριων πολιτών επιθυμούν να επιστρέψουν στη χώρα τους.
Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμηνύει ότι είναι έτοιμη να υποστηρίξει την εθνική
ενότητα και την ανοικοδόμηση ενός κράτους που θα προστατεύει τις μειονότητες.
Η Ελλάδα υποστηρίζει την ενότητα, την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Συρίας και προσβλέπει σε ένα μέλλον που θα διασφαλίζει όλες τις θρησκευτικές μειονότητες
• Οι εκπρόσωποι της Βόρειας Μακεδονίας συνεχίζουν να προκαλούν ακόμη και μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο επιχειρώντας να δημιουργήσουν εντυπώσεις. Πώς το παρακολουθεί αυτό η Αθήνα;
Η νέα κυβέρνηση που προέκυψε μετά τις πρόσφατες εκλογές στη γειτονική χώρα επιμένει στη χρήση των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνες» παραβιάζοντας τον πιο βασικό όρο της Συμφωνίας των Πρεσπών το «erga omnes». Θυμίζω ότι όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είχε προχωρήσει στην υπογραφή της συμφωνίας και στην κύρωσή της από την Ελληνική Βουλή, η Νέα Δημοκρατία και η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού είχαν αντιδράσει έντονα. Είχαμε τονίσει τότε ότι η συμφωνία εκχωρεί στους Σκοπιανούς μακεδονική ταυτότητα, εθνότητα και γλώσσα. Είχαμε τονίσει, επίσης, σε όλους τους τόνους ότι αν η Συμφωνία κυρωθεί από τα Κοινοβούλια των δύο χωρών καθίσταται μία Διεθνής Συμφωνία που δεν μπορούμε να πάρουμε πίσω. Η κυβέρνηση τότε δυστυχώς δεν μας άκουσε. Και με μία ανεξήγητη εμμονή έφερε τη συμφωνία προς κύρωση διαλύοντας ουσιαστικά δύο κοινοβουλευτικές ομάδες στη Βουλή.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε, για να καταδείξουμε και τη βιασύνη της τότε κυβέρνησης, τι συνέβη με το θέμα της γλώσσας που εμείς απλόχερα με τη Συμφωνία των Πρεσπών ονομάσαμε «μακεδονική». Το 2018 σε ακρόαση στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων παρουσία του τότε υπουργού Εξωτερικών των Σκοπίων Ντιμιτρόφ, στην παρέμβασή μου του είχα πει ότι οι Βούλγαροι συνάδελφοί μου όταν μιλάει στη «γλώσσα του» δεν χρειάζεται να βάλουν για μετάφραση τα ακουστικά τους, καθώς η «γλώσσα του» είναι βουλγαρική διάλεκτος. Κάτι που παραδέχθηκαν μετά από πιέσεις της Βουλγαρίας και με επαπειλούμενο βέτο στην ενταξιακή τους πορεία πάρα πολύ Σκοπιανοί αξιωματούχοι, ότι η γλώσσα τους είναι κατά 90% βουλγαρική.
• Θα ήθελα το σχόλιό σας για το θέμα της Αλβανίας. Κατά την εκτίμησή σας, θα πρέπει να προχωρήσουν κανονικά οι συζητήσεις για την ενταξιακή της πορεία στην ευρωπαϊκή οικογένεια και από ποιες παραμέτρους θα εξαρτηθούν οι επόμενες κινήσεις;
Οι διαπραγματεύσεις με την Αλβανία ξεκινούν 15 χρόνια μετά την αίτηση της χώρας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρώτη δέσμη κεφαλαίων των διαπραγματεύσεων με τα Τίρανα αφορά στα θεμελιώδη δικαιώματα και στο Κράτος Δικαίου, παράλληλα όμως δύο ακόμη προβληματικοί τομείς, εκείνοι του δημοσιονομικού ελέγχου και των δημόσιων συμβάσεων βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα, καθώς η Αλβανία αντιμετωπίζει υψηλά επίπεδα διαφθοράς σε συνδυασμό με τις αργές δικαστικές διαδικασίες και κακές επιδόσεις όσον αφορά στην ελευθερία των μέσων ενημέρωσης.
Η Ελλάδα θα παρακολουθεί από κοντά τη διαδικασία αυτή και θα παρεμβαίνει όπου απαιτείται.
Όπως γνωρίζετε στην προηγούμενη θητεία μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπήρξα πρόεδρος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής Ένωσης-Αλβανίας.
Με την ιδιότητά μου αυτή όταν είχε προκύψει το τεράστιο ζήτημα με τη σύλληψη του Φρέντη Μπελέρη είχαμε καταθέσει μαζί με τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ μία τροπολογία που έγινε δεκτή με ευρεία πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Με την τροπολογία τονιζόταν ότι η άδικη και παράνομη σύλληψη Μπελέρη συνδέεται απόλυτα με το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και με το περιουσιακό ζήτημα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στο δήμο της Χειμάρρας και τις κατηγορίες για παράνομες απαλλοτριώσεις από τις αλβανικές αρχές. Στάλθηκε έτσι από τις Βρυξέλλες ένα ξεκάθαρο και ηχηρό μήνυμα ότι οι μεθοδεύσεις των αλβανικών αρχών κατά της Ελληνικής Μειονότητας δεν γίνονται, και δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν ανεκτές και ότι ο ευρωπαϊκός δρόμος της Αλβανίας περνάει μέσα από την απόλυτη τήρηση των κανόνων του Κράτους Δικαίου και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των πολιτών της.